...συναντήσαμε τις Αντιγόνη, Ισμήνη, Ερμιόνη, Κλεοπάτρα
Μετά την κυριαρχία του χριστιανισμού εκδηλώνεται αποστροφή προς κάθε τι αρχαίο. H εκλογή γίνεται κατά προτίμηση από ονόματα της Παλαιάς και Καινής Διαθήκης, ονόματα εορτών, αγίων και μαρτύρων της Εκκλησίας και κυρίως της Παναγίας. Οι διωγμοί κατά τους πρώτους χριστιανικούς αιώνες συνέβαλαν στη διατήρηση ειδωλολατρικών ονομάτων, ελληνικών και λατινικών, όπως, π.χ., Ηρακλής, Επαμεινώνδας κλπ., που στη συνέχεια έγιναν χριστιανικά. Στη βυζαντινή περίοδο επικρατούν τα χριστιανικά ονόματα και τα ονόματα των αξιωματούχων της Βυζαντινής Αυτοκρατορίας.
Μέχρι και το Διαφωτισμό χρησιμοποιούνται μόνο όσα σχετίζονται με αγίους. Με τη διάδοση του Διαφωτισμού και την αφύπνιση της εθνικής συνείδησης των υπόδουλων Ελλήνων, πολλοί ήταν εκείνοι που αποφάσιζαν να δώσουν στα παιδιά τους αρχαία ελληνικά ονόματα, αντί για χριστιανικά (δηλαδή, εβραϊκά και ρωμαϊκά). Αυτή η «μόδα» («απροσφυής και ανάρμοστος» καινοτομία) ανησύχησε σφόδρα τον Πατριάρχη Γρηγόριο τον Ε΄. Θεωρούσε ότι η ταυτότητα του Ελληνα που ήθελαν να αποκτήσουν οι Ρωμιοί ήταν συνυφασμένη με την αρχαία αντίληψη περί θείου (δωδεκάθεο), άρα εχθρική και ανταγωνιστική ως προς την χριστιανική Εκκλησία. Ο σημαντικότερος λόγος ανησυχίας από αυτή την «καινοτομία» των ραγιάδων ήταν τα προμηνύματα της Επανάστασης. Αφού οι ραγιάδες Ρωμιοί ξαναγίνονταν Ελληνες σίγουρα είχαν στο νου τους εθνική επανάσταση κατά των Οθωμανών και της Εκκλησίας.
«Ο Διαφωτισμός επιδίωξε τη ρήξη με το εποικοδόμημα του παλαιότερου φεουδαρχικού συστήματος και, μέσα σε αυτά τα πλαίσια, αμφισβήτησε τη θρησκεία και τις εκκλησίες. Ο ελληνικός διαφωτισμός, απότοκος της ανόδου της αστικής τάξης και του αιτήματός της για δημιουργία εθνικού κράτους, ήρθε και αυτός σε ρήξη με την ορθόδοξη Εκκλησία. Το Πατριαρχείο της Κωνσταντινούπολης, διαπιστώνοντας ότι ετίθετο εν κινδύνω η θέση του μέσα στα πλαίσια της οθωμανικής διοίκησης, αντιστάθηκε ενεργά στο Διαφωτισμό, στα πολιτικά του αιτήματα και στους φορείς του. Σε μια πορεία ραγδαίας συντηρητικοποίησης, αντιστάθηκε στη διεκδίκηση και στη διαμόρφωση ελληνικού κράτους. Είναι αρκετά γνωστά τα επεισόδια του αφορισμού του Ρήγα Φεραίου και του κινήματος του Υψηλάντη από τον Πατριάρχη Γρηγόριο Ε'» (Δώρα Μόσχου, «Ριζοσπάστης»).
Το ίδιο κίνητρο αναγνώρισε και ο Αλή Πασάς. Υποψιάστηκε ότι κάτι ετοίμαζαν οι ραγιάδες μόνο και μόνο από το γεγονός ότι βάφτιζαν τα παιδιά τους με αρχαία ελληνικά ονόματα. Φέρεται να είχε πει:
«Εσείς οι Ρωμιοί, μπρε, κάτι μεγάλο έχετε στο νου σας. Δε βαφτίζετε πια τα παιδιά σας Γιάννη, Πέτρο, Κώστα, παρά Λεωνίδα, Θεμιστοκλή, Αριστείδη. Σίγουρα κάτι μαγειρεύετε».
Πώς αντέδρασε η Εκκλησία; Με το μόνο τρόπο που ξέρει να αμύνεται. Με πατριαρχική εγκύκλιο απαγόρευσε στους Ελληνες να δίνουν στα παιδιά τους ελληνικά ονόματα: «Και η κατά καινοτομίαν παρά ταύτα εισαχθείσα των παλαιών ελληνικών ονομάτων επιφώνησις εις τα βαπτιζόμενα βρέφη των πιστών, ως ηκούσαμεν, λαμβανομένη ως μια καταφρόνησις της χριστιανικής ονοματοθεσίας, είναι διόλου απροσφυής και ανάρμοστος, όθεν ανάγκη η Αρχιερωσύνη σας να διαδώσητε παραγγελίας εντόνους... (...), διά να λείψη τουντεύθεν και η κατάχρησις αύτη...».
Αποτέλεσμα αυτών ήταν η συνήθεια σε κάποιες περιοχές, όπως στη Σύρο, να έχουν 2 ονόματα, ενός αρχαίου και ενός εκκλησιαστικού.
Μετά την Επανάσταση καθιερώθηκαν τα αρχαιοελληνικά ονόματα στην προσπάθεια των Νεοελλήνων μέσα από αυτά να αποδείξουν τη συνέχεια της καταγωγής τους και τις ρίζες τους (Ετσι απαντούσαν και στους Φαλμεράγιερ). Επρεπε όμως να έχει και τη συγκατάθεση της Εκκλησίας. Γι' αυτό τα περισσότερα αρχαιοελληνικά ονόματα «βαφτίστηκαν» χριστιανικά με τη σύνδεσή τους με ανθρώπους που μαρτύρησαν για την πίστη τους. Οπως στην περίπτωση των σαράντα παρθένων (όλες με αρχαιοελληνικά ονόματα) που αποκεφαλίστηκαν τον 3ο αιώνα και τη μνήμη τους τιμά η Εκκλησία την 1η Σεπτέμβρη (Αντιγόνη, Ισμήνη, Ερμιόνη, τα ονόματα των Μουσών κ.ά.).
Τα ονόματα Αντιγόνη, Ισμήνη, Ερμιόνη και Κλεοπάτρα σήμερα εμφανίζονται σε ένα ποσοστό περίπου 0,20% το καθένα.
Ηρακλής ΚΑΚΑΒΑΝΗΣ