Ο κ. Παπανδρέου έλαβε αυτά που ήθελε στις Βρυξέλλες, αλλά τώρα έχει το δύσκολο έργο να μπορέσει να συντονίσει την κυβέρνηση ώστε να εφαρμόσει όσα η ελληνικά πλευρά υποσχέθηκε στους εταίρους
Την προπερασμένη Πέμπτη, σχεδόν στο μέσον των συζητήσεων της κρίσιμης Συνόδου Κορυφής των Βρυξελλών, η πλάστιγγα άρχισε να γέρνει επικίνδυνα για την Ελλάδα. Οι Γερμανοί ήταν διστακτικοί, οι Γάλλοι όχι και τόσο σίγουροι, οι Ολλανδοί δύσκολοι,οι Φινλανδοί ζητούσαν εγγυήσεις και οι Σλοβάκοι ήταν άκαμπτοι, όπως συνήθως συμβαίνει με τους νεοφώτιστους. Φαινόταν ότι η επιμήκυνση θα ήταν μικρή, τα επιτόκια υψηλά και γενικώς η βοήθεια μίζερη,τρεις το λάδι- τρεις το ξίδι,μπακάλικα πράγματα, χωρίς πνοή, χωρίς προοπτική. Ο κ. Παπανδρέου ίδρωνε και ξεΐδρωνε, ένιωθε ότι τα προσφερόμενα ήταν λειψά,δεν έλυναν το πρόβλημα και, το κυριότερο, δεν προσέφεραν ισχυρό επιχείρημα στην ελληνική κυβέρνηση να προχωρήσει με αποφασιστικότητα το έργο της στην Αθήνα. Εκεί λοιπόν, μπροστά σε ένα ενδεχόμενο μικρό ελληνικό ναυάγιο, έλαβε τον λόγο και φέρεται να είπε στην Ανγκελα Μέρκελ, στον Νικολά Σαρκοζί και στους υπόλοιπους ηγέτες ότι «με αυτά εγώ δεν ανεβαίνω στο αεροπλάνο, δεν φεύγω από ΄δώ, δεν μπορώ να γυρίσω στην Αθήνα με άδεια χέρια».
Σύμφωνα με έλληνες επισήμους, οι τόνοι του Πρωθυπουργού ήταν αρκούντως δραματικοί και η διεκδίκηση μιας πιο ουσιαστικής συμφωνίας σχεδόν επιθετική. «Δώστε μας μια ουσιαστική λύση» επέμεινε ο κ. Παπανδρέου, σύμφωνα πάντα με εκείνους που ήσαν παρόντες στη Σύνοδο και γνώριζαν από πρώτο χέρι το παρασκήνιο που παίχθηκε στις Βρυξέλλες.
Και όταν ο φινλανδός ομόλογός του συνέχιζε να απαιτεί εγγυήσεις και ο Σλοβάκος να λέει ότι δεν μπορεί η φτωχή χώρα του να πληρώνει χωρίς αντίκρισμα για την Ελλάδα, ο κ. Παπανδρέου ύψωσε τους τόνους και φέρεται να είπε: «Τι θέλετε να κάνω για να πεισθείτε; Μήπως να βάλω ενέχυρο τα