Από τον Αρίστιππο στον αναρχισμό
χωρίς σχόλιαNikos Samios | Πέμπτη, 18 Σεπτεμβρίου 2014 9:37 μμ
ΠΙΟΤΡ ΚΡΟΠΟΤΚΙΝ
«ενάντια στην εξουσία»). Όρος που δόθηκε σε μία αρχή ή θεωρία ζωής, στην οποία η κοινωνία δημιουργείται και εξελίσσεται χωρίς την ηγεσία κάποιας κυβέρνησης. Η αρμονία σε μία τέτοια κοινωνία δεν επιτυγχάνεται από την υποταγή στο νόμο ή την υπακοή σε οποιαδήποτε εξουσιαστική αρχή αλλά από ελεύθερες συμφωνίες-συνθήκες μεταξύ των διαφόρων ομάδων, εδαφικών ή επαγγελματικών, έτσι ώστε να ικανοποιούνται οι απαιτήσεις παραγωγής και κατανάλωσης αλλά και όλο το εύρος των αναγκών και προσδοκιών μίας πολιτισμένης οντότητας. Σε μία κοινωνία, που δημιουργείται πάνω στις αρχές αυτές, οι εθελοντικές ενώσεις, οι οποίες στη σύγχρονη εποχή έχουν ήδη αρχίσει να καλύπτουν όλο και πιο μεγάλο εύρος των ανθρώπινων δραστηριοτήτων, επεκτείνονται ακόμα περισσότερο, έτσι ώστε να περιλαμβάνουν όλες τις λειτουργίες ενός κρατικού μηχανισμού. Αντιπροσωπεύουν ένα διαπλεκόμενο δίκτυο, που συγκροτείται από μία άπειρη ποικιλία ομάδων
και ομοσπονδιών κάθε μεγέθους και επιπέδου με τοπικό χαρακτήρα, περιφερειακό, εθνικό, διεθνή, προσωρινό ή μόνιμο, με στόχο να καλυφθούν όλες οι πιθανές λειτουργίες ενός κοινωνικού συνόλου, όπως η παραγωγή, η κατανάλωση και οι ανταλλαγές, οι επικοινωνίες, η υγεία, η παιδεία, η αμοιβαία προστασία, η άμυνα, καθώς και οι συνεχώς αυξανόμενες επιστημονικές, καλλιτεχνικές, φιλολογικές και κοινωνικές ανάγκες μίας ανθρώπινης ύπαρξης. Επιπλέον, μία τέτοια κοινωνία υιοθετεί τη γενική αρχή ότι τίποτε δεν μπορεί να μείνει αμετάβλητο. Αντιθέτως, σύμφωνα με τον αναρχισμό, όπως φαίνεται κατά κόρον και στην οργανική ζωή της φύσης, η αρμονία επιτυγχάνεται ως αποτέλεσμα συνεχούς προσαρμογής και αναπροσαρμογής της ισορροπίας των πολλαπλών δυνάμεων και επιδράσεων, και η προσαρμογή αυτή μπορεί να πραγματοποιηθεί ευκολότερα, εάν καμία από τις δυνάμεις αυτές δεν απολαμβάνει ιδιαίτερη προστασία από το κράτος. Εάν, υποστηρίζουν, η κοινωνία οργανωνόταν πάνω στις αρχές αυτές, ο άνθρωπος δεν θα περιοριζόταν στην ελεύθερη άσκηση των δυνατοτήτων του στον τομέα της παραγωγικής εργασίας από ένα καπιταλιστικό μονοπώλιο που συντηρείται από το κράτος. Δεν θα υπήρχε ο φόβος της τιμωρίας για να περιορίσει την άσκηση της θέλησής του ούτε και η υπακοή σε άλλους ανθρώπους ή μεταφυσικές οντότητες, που και τα δύο οδηγούν στην καταπίεση της πρωτοβουλίας και στη δουλικότητα της σκέψης. Ο άνθρωπος θα κατεύθυνε τις πράξεις του βασιζόμενος στη δική του κατανόηση, γεγονός που αναπόφευκτα θα γεννούσε την αίσθηση της ελεύθερης
δράσης και αντίδρασης μεταξύ του εαυτού του και των ηθικών αντιλήψεων του περιβάλλοντός του. Θα ήταν, έτσι, ικανός, να αναπτύξει πλήρως όλες τις ικανότητές του, πνευματικές, καλλιτεχνικές και ψυχικές, χωρίς να παρεμποδίζεται από την υπερβολική εργασία προς όφελος των καπιταλιστικών μονοπωλίων ή από τη δουλικότητα και την πνευματική αδράνεια της μάζας. Με τον τρόπο αυτό, θα μπορούσε να αγγίξει την πλήρη ατομικότητα, η οποία δεν είναι δυνατόν να επιτευχθεί ούτε στο παρόν σύστημα του ατομικισμού ούτε σε οποιοδήποτε είδος κρατικού σοσιαλισμού, στο λεγόμενο Volkstaat (λαϊκό κράτος).
Οι αναρχικοί συγγραφείς θεωρούν ότι η ιδεολογία τους δεν είναι μία ουτοπία, δημιουργημένη a priori και βασισμένη στις επιθυμίες τους που λαμβάνονται ως αξιώματα. Ισχυρίζονται ότι είναι το αποτέλεσμα ανάλυσης των τάσεων που ήδη διακρίνονται, αν και επί του παρόντος ο κρατικός σοσιαλισμός πιθανώς να τυγχάνει προσωρινής προτίμησης μεταξύ των μεταρρυθμιστών. Η πρόοδος της σύγχρονης τεχνολογίας, η οποία απλοποιεί με υπέροχο τρόπο την παραγωγή όλων των αναγκαίων αγαθών για τη ζωή, το συνεχώς αυξανόμενο πνεύμα ανεξαρτησίας και η ταχεία εξάπλωση της ελεύθερης πρωτοβουλίας και σκέψης σε όλα τα παρακλάδια της ανθρώπινης δραστηριότητας (συμπεριλαμβανομένων και αυτών που παραδοσιακά αποδίδονταν στην εκκλησία και το κράτος) ισχυροποιούν σταθερά την αντι-κυβερνητική τάση.
Όσον αφορά την οικονομική τους θεώρηση, οι αναρχικοί από κοινού με όλους τους σοσιαλιστές, των οποίων αποτελούν την αριστερή πτέρυγα, διατείνονται ότι το κυρίαρχο σύστημα της ατομικής ιδιοκτησίας στη γη και της καπιταλιστικής παραγωγής με αυτοσκοπό το κέρδος αντιπροσωπεύουν ένα μονοπώλιο που επιβάλλεται και το οποίο αντιτίθεται στις αρχές της δικαιοσύνης και της λειτουργικότητας. Αυτά τα δύο χαρακτηριστικά αποτελούν τα κυριότερα εμπόδια, τα οποία δεν επιτρέπουν στα επιτεύγματα της σύγχρονης τεχνολογίας να τεθούν στην υπηρεσία όλου του κοινωνικού συνόλου, ώστε να προάγουν τη γενική ευημερία. Οι αναρχικοί θεωρούν συνολικά ότι το σύστημα της μισθωτής εργασίας και της καπιταλιστικής παραγωγής αποτελεί εμπόδιο στην πρόοδο. Όμως, επισημαίνουν επίσης ότι το κράτος ήταν και συνεχίζει να είναι το καλύτερο εργαλείο, η χρήση τού οποίου επιτρέπει στους λίγους να μονοπωλούν τη γη και στους καπιταλιστές να σφετερίζονται ένα δυσανάλογα μεγάλο μερίδιο του ετήσιου πλεονάσματος της παραγωγής. Κατά συνέπεια οι αναρχικοί, ενόσω μάχονται ενάντια στην παρούσα μονοπώληση της γης και στον καπιταλισμό, παράλληλα πολεμούν με τον ίδιο δυναμισμό και εναντίον του κράτους, καθώς αυτό αποτελεί τον κύριο υποστηρικτή του συγκεκριμένου συστήματος. Η μάχη τους δεν περιορίζεται εναντίον κάποιας ιδιαίτερης κρατικής μορφής, αλλά στρέφεται ολοκληρωτικά εναντίον της ιδέας του κράτους είτε πρόκειται για μοναρχία είτε ακόμη για δημοκρατία που βασίζεται στην αρχή του δημοψηφίσματος.
Ο κρατικός μηχανισμός υπήρξε πάντοτε τόσο στην αρχαία όσο και στη σύγχρονη ιστορία (Μακεδονική αυτοκρατορία, Ρωμαϊκή αυτοκρατορία, σύγχρονα Ευρωπαϊκά κράτη που αναπτύχθηκαν στα ερείπια των αυτόνομων πόλεων) το όργανο εγκαθίδρυσης των μονοπωλίων για λογαριασμό της εκάστοτε άρχουσας μειοψηφίας, και γι' αυτό δεν μπορεί να χρησιμοποιηθεί για την καταστροφή των μονοπωλίων αυτών. Ως εκ τούτου, οι αναρχικοί θεωρούν ότι η παράδοση στα χέρια του κράτους όλων των κύριων πόρων της οικονομίας -γη, ορυχεία, σιδηρόδρομους, τράπεζες, ασφάλειες κλπ- όπως επίσης και της διαχείρισης όλων των κύριων κλάδων της βιομηχανίας σε συνδυασμό με τις λειτουργίες που ήδη είναι στα χέρια του (παιδεία, θρησκεία υποστηριζόμενη από το κράτος, άμυνα περιοχής κλπ) συνιστά τη δημιουργία ενός καινούργιου μέσου τυραννίας. Το μόνο που μπορεί να κάνει ο κρατικός καπιταλισμός είναι να αυξήσει τις εξουσίες των γραφειοκρατών και των καπιταλιστών. Η πραγματική πρόοδος μπορεί να επιτευχθεί, μόνο εάν οδηγηθούμε προς την κατεύθυνση της αποκέντρωσης, χωρικής και λειτουργικής, στην ανάπτυξη του πνεύματος της τοπικής και ατομικής πρωτοβουλίας και στην ελεύθερη δημιουργία ομοσπονδιών, οργανωμένων από το απλό προς το σύνθετο, σε αντικατάσταση της υπάρχουσας ιεραρχίας που λειτουργεί από το κέντρο προς την περιφέρεια και από πάνω προς τα κάτω.
Οι αναρχικοί σε συμφωνία με τους περισσότερους σοσιαλιστές αναγνωρίζουν ότι στην κοινωνία, όπως συμβαίνει και στη φύση, η αργή εξέλιξη ακολουθείται κατά καιρούς από περιόδους αλματώδους εξέλιξης, οι οποίες ονομάζονται επαναστάσεις. Πιστεύουν δε ότι η περίοδος των επαναστάσεων δεν έχει ακόμη ολοκληρωθεί. Περίοδοι γοργών αλλαγών θα ακολουθήσουν τις περιόδους των αργών εξελίξεων και τις οποίες πρέπει να εκμεταλλευτούμε όχι για να αυξήσουμε και να επεκτείνουμε τις δυνάμεις της κρατικής εξουσίας, αλλά για να τις μειώσουμε μέσω της οργάνωσης τοπικών ομάδων παραγωγών και καταναλωτών σε κάθε δήμο και κοινότητα, οι οποίες σταδιακά πρέπει να συγκροτήσουν περιφερειακές και διεθνείς ομοσπονδίες.
Στην βάση των παραπάνω αρχών οι αναρχικοί αρνούνται να αποτελέσουν μέρος του σημερινού κρατικού οργανισμού και να τον στηρίζουν δίνοντας το αίμα τους γι' αυτόν. Δεν επιθυμούν να συγκροτήσουν πολιτικά κόμματα στα κοινοβούλια και καλούν τους εργαζόμενους να πράξουν το ίδιο. Κατά συνέπεια, μετά την ίδρυση της Διεθνούς Ένωσης Εργαζομένων2 το 1864-1866, επιδιώκουν να προωθήσουν τις απόψεις τους απευθείας στους εργαζόμενους μέσω των εργατικών οργανώσεων και να παρακινήσουν τα σωματεία αυτά σε άμεση πάλη εναντίον του κεφαλαίου, αντί να εμπιστεύονται την κοινοβουλευτική νομοθεσία.
και ομοσπονδιών κάθε μεγέθους και επιπέδου με τοπικό χαρακτήρα, περιφερειακό, εθνικό, διεθνή, προσωρινό ή μόνιμο, με στόχο να καλυφθούν όλες οι πιθανές λειτουργίες ενός κοινωνικού συνόλου, όπως η παραγωγή, η κατανάλωση και οι ανταλλαγές, οι επικοινωνίες, η υγεία, η παιδεία, η αμοιβαία προστασία, η άμυνα, καθώς και οι συνεχώς αυξανόμενες επιστημονικές, καλλιτεχνικές, φιλολογικές και κοινωνικές ανάγκες μίας ανθρώπινης ύπαρξης. Επιπλέον, μία τέτοια κοινωνία υιοθετεί τη γενική αρχή ότι τίποτε δεν μπορεί να μείνει αμετάβλητο. Αντιθέτως, σύμφωνα με τον αναρχισμό, όπως φαίνεται κατά κόρον και στην οργανική ζωή της φύσης, η αρμονία επιτυγχάνεται ως αποτέλεσμα συνεχούς προσαρμογής και αναπροσαρμογής της ισορροπίας των πολλαπλών δυνάμεων και επιδράσεων, και η προσαρμογή αυτή μπορεί να πραγματοποιηθεί ευκολότερα, εάν καμία από τις δυνάμεις αυτές δεν απολαμβάνει ιδιαίτερη προστασία από το κράτος. Εάν, υποστηρίζουν, η κοινωνία οργανωνόταν πάνω στις αρχές αυτές, ο άνθρωπος δεν θα περιοριζόταν στην ελεύθερη άσκηση των δυνατοτήτων του στον τομέα της παραγωγικής εργασίας από ένα καπιταλιστικό μονοπώλιο που συντηρείται από το κράτος. Δεν θα υπήρχε ο φόβος της τιμωρίας για να περιορίσει την άσκηση της θέλησής του ούτε και η υπακοή σε άλλους ανθρώπους ή μεταφυσικές οντότητες, που και τα δύο οδηγούν στην καταπίεση της πρωτοβουλίας και στη δουλικότητα της σκέψης. Ο άνθρωπος θα κατεύθυνε τις πράξεις του βασιζόμενος στη δική του κατανόηση, γεγονός που αναπόφευκτα θα γεννούσε την αίσθηση της ελεύθερης
δράσης και αντίδρασης μεταξύ του εαυτού του και των ηθικών αντιλήψεων του περιβάλλοντός του. Θα ήταν, έτσι, ικανός, να αναπτύξει πλήρως όλες τις ικανότητές του, πνευματικές, καλλιτεχνικές και ψυχικές, χωρίς να παρεμποδίζεται από την υπερβολική εργασία προς όφελος των καπιταλιστικών μονοπωλίων ή από τη δουλικότητα και την πνευματική αδράνεια της μάζας. Με τον τρόπο αυτό, θα μπορούσε να αγγίξει την πλήρη ατομικότητα, η οποία δεν είναι δυνατόν να επιτευχθεί ούτε στο παρόν σύστημα του ατομικισμού ούτε σε οποιοδήποτε είδος κρατικού σοσιαλισμού, στο λεγόμενο Volkstaat (λαϊκό κράτος).
Οι αναρχικοί συγγραφείς θεωρούν ότι η ιδεολογία τους δεν είναι μία ουτοπία, δημιουργημένη a priori και βασισμένη στις επιθυμίες τους που λαμβάνονται ως αξιώματα. Ισχυρίζονται ότι είναι το αποτέλεσμα ανάλυσης των τάσεων που ήδη διακρίνονται, αν και επί του παρόντος ο κρατικός σοσιαλισμός πιθανώς να τυγχάνει προσωρινής προτίμησης μεταξύ των μεταρρυθμιστών. Η πρόοδος της σύγχρονης τεχνολογίας, η οποία απλοποιεί με υπέροχο τρόπο την παραγωγή όλων των αναγκαίων αγαθών για τη ζωή, το συνεχώς αυξανόμενο πνεύμα ανεξαρτησίας και η ταχεία εξάπλωση της ελεύθερης πρωτοβουλίας και σκέψης σε όλα τα παρακλάδια της ανθρώπινης δραστηριότητας (συμπεριλαμβανομένων και αυτών που παραδοσιακά αποδίδονταν στην εκκλησία και το κράτος) ισχυροποιούν σταθερά την αντι-κυβερνητική τάση.
Όσον αφορά την οικονομική τους θεώρηση, οι αναρχικοί από κοινού με όλους τους σοσιαλιστές, των οποίων αποτελούν την αριστερή πτέρυγα, διατείνονται ότι το κυρίαρχο σύστημα της ατομικής ιδιοκτησίας στη γη και της καπιταλιστικής παραγωγής με αυτοσκοπό το κέρδος αντιπροσωπεύουν ένα μονοπώλιο που επιβάλλεται και το οποίο αντιτίθεται στις αρχές της δικαιοσύνης και της λειτουργικότητας. Αυτά τα δύο χαρακτηριστικά αποτελούν τα κυριότερα εμπόδια, τα οποία δεν επιτρέπουν στα επιτεύγματα της σύγχρονης τεχνολογίας να τεθούν στην υπηρεσία όλου του κοινωνικού συνόλου, ώστε να προάγουν τη γενική ευημερία. Οι αναρχικοί θεωρούν συνολικά ότι το σύστημα της μισθωτής εργασίας και της καπιταλιστικής παραγωγής αποτελεί εμπόδιο στην πρόοδο. Όμως, επισημαίνουν επίσης ότι το κράτος ήταν και συνεχίζει να είναι το καλύτερο εργαλείο, η χρήση τού οποίου επιτρέπει στους λίγους να μονοπωλούν τη γη και στους καπιταλιστές να σφετερίζονται ένα δυσανάλογα μεγάλο μερίδιο του ετήσιου πλεονάσματος της παραγωγής. Κατά συνέπεια οι αναρχικοί, ενόσω μάχονται ενάντια στην παρούσα μονοπώληση της γης και στον καπιταλισμό, παράλληλα πολεμούν με τον ίδιο δυναμισμό και εναντίον του κράτους, καθώς αυτό αποτελεί τον κύριο υποστηρικτή του συγκεκριμένου συστήματος. Η μάχη τους δεν περιορίζεται εναντίον κάποιας ιδιαίτερης κρατικής μορφής, αλλά στρέφεται ολοκληρωτικά εναντίον της ιδέας του κράτους είτε πρόκειται για μοναρχία είτε ακόμη για δημοκρατία που βασίζεται στην αρχή του δημοψηφίσματος.
Ο κρατικός μηχανισμός υπήρξε πάντοτε τόσο στην αρχαία όσο και στη σύγχρονη ιστορία (Μακεδονική αυτοκρατορία, Ρωμαϊκή αυτοκρατορία, σύγχρονα Ευρωπαϊκά κράτη που αναπτύχθηκαν στα ερείπια των αυτόνομων πόλεων) το όργανο εγκαθίδρυσης των μονοπωλίων για λογαριασμό της εκάστοτε άρχουσας μειοψηφίας, και γι' αυτό δεν μπορεί να χρησιμοποιηθεί για την καταστροφή των μονοπωλίων αυτών. Ως εκ τούτου, οι αναρχικοί θεωρούν ότι η παράδοση στα χέρια του κράτους όλων των κύριων πόρων της οικονομίας -γη, ορυχεία, σιδηρόδρομους, τράπεζες, ασφάλειες κλπ- όπως επίσης και της διαχείρισης όλων των κύριων κλάδων της βιομηχανίας σε συνδυασμό με τις λειτουργίες που ήδη είναι στα χέρια του (παιδεία, θρησκεία υποστηριζόμενη από το κράτος, άμυνα περιοχής κλπ) συνιστά τη δημιουργία ενός καινούργιου μέσου τυραννίας. Το μόνο που μπορεί να κάνει ο κρατικός καπιταλισμός είναι να αυξήσει τις εξουσίες των γραφειοκρατών και των καπιταλιστών. Η πραγματική πρόοδος μπορεί να επιτευχθεί, μόνο εάν οδηγηθούμε προς την κατεύθυνση της αποκέντρωσης, χωρικής και λειτουργικής, στην ανάπτυξη του πνεύματος της τοπικής και ατομικής πρωτοβουλίας και στην ελεύθερη δημιουργία ομοσπονδιών, οργανωμένων από το απλό προς το σύνθετο, σε αντικατάσταση της υπάρχουσας ιεραρχίας που λειτουργεί από το κέντρο προς την περιφέρεια και από πάνω προς τα κάτω.
Οι αναρχικοί σε συμφωνία με τους περισσότερους σοσιαλιστές αναγνωρίζουν ότι στην κοινωνία, όπως συμβαίνει και στη φύση, η αργή εξέλιξη ακολουθείται κατά καιρούς από περιόδους αλματώδους εξέλιξης, οι οποίες ονομάζονται επαναστάσεις. Πιστεύουν δε ότι η περίοδος των επαναστάσεων δεν έχει ακόμη ολοκληρωθεί. Περίοδοι γοργών αλλαγών θα ακολουθήσουν τις περιόδους των αργών εξελίξεων και τις οποίες πρέπει να εκμεταλλευτούμε όχι για να αυξήσουμε και να επεκτείνουμε τις δυνάμεις της κρατικής εξουσίας, αλλά για να τις μειώσουμε μέσω της οργάνωσης τοπικών ομάδων παραγωγών και καταναλωτών σε κάθε δήμο και κοινότητα, οι οποίες σταδιακά πρέπει να συγκροτήσουν περιφερειακές και διεθνείς ομοσπονδίες.
Στην βάση των παραπάνω αρχών οι αναρχικοί αρνούνται να αποτελέσουν μέρος του σημερινού κρατικού οργανισμού και να τον στηρίζουν δίνοντας το αίμα τους γι' αυτόν. Δεν επιθυμούν να συγκροτήσουν πολιτικά κόμματα στα κοινοβούλια και καλούν τους εργαζόμενους να πράξουν το ίδιο. Κατά συνέπεια, μετά την ίδρυση της Διεθνούς Ένωσης Εργαζομένων2 το 1864-1866, επιδιώκουν να προωθήσουν τις απόψεις τους απευθείας στους εργαζόμενους μέσω των εργατικών οργανώσεων και να παρακινήσουν τα σωματεία αυτά σε άμεση πάλη εναντίον του κεφαλαίου, αντί να εμπιστεύονται την κοινοβουλευτική νομοθεσία.
Η ιστορική εξέλιξη του Αναρχισμού
Η κοινωνική θεώρηση, που μόλις σκιαγραφήθηκε, και το κίνημα που αποτελεί τη δυναμική της έκφραση βρίσκονταν πάντοτε σε διαμάχη με την κυβερνητική ιεραρχική αντίληψη και τάση, που συνοψίζεται στο ότι μία ο ένας και μία ο άλλος παίρνει το πάνω χέρι σε διαφορετικές περιόδους της ιστορίας. Σε αυτήν την προϋπάρχουσα τάση οφείλουμε την εξέλιξη από τις ίδιες τις λαϊκές μάζες των θεσμών εκείνων (όπως η φατρία, το χωριό, η συντεχνία, η ελεύθερη μεσαιωνική πόλη), μέσω των οποίων η μάζα αντιστάθηκε στις σφετεριστικές διαθέσεις των κατακτητών και των εκάστοτε διψασμένων για εξουσία μειονοτήτων. Η τάση αυτή ενισχύθηκε πάρα πολύ κατά την διάρκεια των έντονων θρησκευτικών κινημάτων των μεσαιωνικών χρόνων, ιδίως στα πρώιμα κινήματα των μεταρρυθμιστών και των προδρόμων τους. Την ίδια χρονική περίοδο βρήκε την κατάλληλη έκφρασή της στα γραπτά ορισμένων φιλοσόφων, πρώτη φορά μετά την εποχή του Lao-tsze3, αν και εξαιτίας της λαϊκής και μη ακαδημαϊκής προέ-λευσής της έτυχε σαφώς μικρότερης αποδοχής μεταξύ των διανοούμενων της εποχής σε σχέση με την αντίθετη τάση.
Όπως έχει επισημανθεί από τον καθηγητή Adler4 στο έργο του «Geschichte des Sozialismus und Kommunismus», ο Αρίστιππος5 (430 π.Χ.), ένας από τους ιδρυτές της Κυρηναϊκής σχολής, ήδη δίδασκε πως ο σοφός δεν πρέπει να παραδίδει την ελευθερία του στο κράτος και σε απάντησή του, σε ερώτηση του Σωκράτη, είπε πως δεν επιθυμεί να ανήκει ούτε στην κυβερνώσα ούτε στην κυβερνώμενη τάξη. Ωστόσο, η θέση του αυτή φαίνεται να υπαγορεύεται απλώς και μόνο από επικούρεια στάση6 απέναντι στη ζωή.
Ο καλύτερος εκφραστής της αναρχικής φιλοσοφίας στην αρχαία Ελλάδα ήταν ο θεμελιωτής της Στωικής σχολής, Ζήνων7 (342-267 ή 270 π.Χ.) από την Κρήτη (όχι απο την Κρήτη αλλά από την Κύπρο, πρόκειται για σφάλμα του Κροπότκιν), ο οποίος αντιπαράθεσε ξεκάθαρα στο κράτος-ουτοπία του Πλάτωνα τη δική του σύλληψη μίας ελεύθερης κοινωνίας χωρίς κυβέρνηση. Αρνήθηκε την παντοδυναμία του κράτους, την παρέμβασή του και την αυστηρή πειθαρχία της ζωής των πολιτών, και διακήρυξε ως ανώτατη αρχή τον ηθικό νόμο του ατόμου. Επεσήμανε δε ότι, ενώ το απαραίτητο ένστικτο της αυτοσυντήρησης οδηγεί τον άνθρωπο στον εγωισμό, η φύση από την άλλη μεριά τον έχει εφοδιάσει με ένα άλλο ένστικτο που λειτουργεί ως αντίβαρο, αυτό της κοινωνικότητας. Όταν οι άνθρωποι γίνουν αρκετά λογικοί, ώστε να ακολουθήσουν τα φυσικά τους ένστικτα, τότε θα συνασπισθούν σε όλο το πλάτος των ορίων της κοινωνίας και θα δημιουργήσουν τον κόσμο. Δε θα έχουν την ανάγκη δικαστηρίων και αστυνομίας, ούτε ναών και θρησκειών, ενώ οι ελεύθερες δωρεές θα αντικαταστήσουν την χρήση του νομίσματος στις συναλλαγές. Δυστυχώς, τα γραπτά του Ζήνωνα δεν διασώθηκαν μέχρι τις μέρες μας και το περιεχόμενο τους μας είναι γνωστό μόνο από αποσπασματικές περικοπές. Ωστόσο, το γεγονός ότι η ιδιαίτερη διατύπωσή του είναι παρόμοια με τη διατύπωση που χρησιμοποιείται σήμερα δείχνει πόσο βαθιά ριζωμένη στην ανθρώπινη ύπαρξη είναι η τάση αυτή, της οποίας υπήρξε εκφραστής.
Στους μεσαιωνικούς χρόνους βρίσκουμε τις ίδιες απόψεις για το κράτος εκφρασμένες από το διάσημο επίσκοπο του Alba, Marco Girolamo Vida8, στο πρώτο του δοκίμιο-διάλογο με τίτλο «De dignitate reipublicae» (βλ. Ferd. Cavalli, στο Mem. dell' Istituto Veneto, xiii Dr E. Nys, «Researches in the History of Economics»). Είναι, όμως, ιδιαίτερα χαρακτηριστικό ότι σε αρκετά πρώιμα χριστιανικά κινήματα, όπως αυτά που αναπτύχθηκαν κατά τον 9ο αιώνα στην Αρμενία, και στα κηρύγματα των πρώτων χουσιτών9, όπως του Chojecki, και των πρώιμων αναβαπτιστών10, όπως του Hans Denk (βλ. Keller, «Ein Apostel der Wiedertaufer»), βρίσκει κανείς εκφρασμένες με πολύ πειστικό τρόπο τις ίδιες ιδέες με ιδιαίτερη, όμως, έμφαση στους δικούς τους ηθικούς προσανατολισμούς.
Οι Rabelais11 και Fenelon12 στις ουτοπίες τους έχουν εκφράσει παρόμοιες ιδέες, οι οποίες ήταν επίσης επίκαιρες τον 18ο αιώνα μεταξύ των Γάλλων εγκυκλοπαιδιστών, όπως μπορούμε να συμπεράνουμε από κάποιες ιδιαίτερες εκφράσεις που υπάρχουν στα γραπτά του Rousseau13, από το «Diderot's Preface» μέχρι το «Voyage of Bougainville» κ.α. Ωστόσο, κατά πάσα πιθανότητα, τέτοιες ιδέες δεν μπορούσαν να αναπτυχθούν περισσότερο την εποχή εκείνη, λόγω της αυστηρής λογοκρισίας που είχε επιβάλλει η ρωμαϊκή Καθολική εκκλησία.
Αργότερα, κατά την διάρκεια της μεγάλης γαλλικής επανάστασης, οι ιδέες αυτές βρήκαν το χώρο και το χρόνο έκφρασής τους. Ενώ οι Ιακωβίνοι14έκαναν ό,τι ήταν δυνατόν, ώστε να συγκεντρώσουν τα πάντα στα χέρια της κυβέρνησης, φαίνεται τώρα από προσφάτως δημοσιευμένα ντοκουμέντα ότι το μεγαλύτερο μέρος του λαού πραγματοποίησε ένα εξαιρετικά δημιουργικό έργο στους δήμους και τις γειτονιές (sections). Kαθιέρωσαν διαδικασίες για την εκλογή των δικαστών, για την οργάνωση της τροφοδοσίας και του εξοπλισμού του στρατού και των μεγάλων πόλεων, καταπολέμησαν την ανεργία, διαχειρίστηκαν τις φιλανθρωπίες και ό,τι άλλο απαιτήθηκε. Προσπάθησαν ακόμη να καθιερώσουν μία άμεση συνεργασία μεταξύ των 36.000 κομμούνων της Γαλλίας, δημιουργώντας μία ειδική επιτροπή που λειτουργούσε ως ενδιάμεση ανεξάρτητα από την Εθνική Συνέλευση (βλ. Sigismund Lacroix, «Actes de la commune de Paris»).
Ο πρώτος που διατύπωσε τις πολιτικές και οικονομικές θεωρίες τού αναρχισμού ήταν ο Godwin15 στην έρευνά του για την Πολιτική Δικαιοσύνη («Political Justice» 2 τόμοι, 1793), αν και δεν έδωσε την ονομασία «αναρχισμός» στις ιδέες που ανέπτυξε στην αξιοσημείωτη εργασία του. Οι νόμοι, έγραψε, δεν αποτελούν προϊόν της σοφίας των προγόνων μας αλλά προϊόν των παθών, των φόβων, της ζήλιας και της φιλοδοξίας τους. Το γιατρικό που μας δώσανε είναι χειρότερο από το κακό που ισχυρίζονται ότι γιατρεύει. Αν, και μόνο αν, καταργηθούν όλοι οι νόμοι και τα δικαστήρια και επιλεγούν λογικοί άνθρωποι που θα παίρνουν τις αποφάσεις στις διαμάχες που θα προκύπτουν, τότε και μόνο τότε θα αναπτυχθεί σταδιακά η πραγματική δικαιοσύνη. Όσον αφορά το κράτος, ο Godwin αξίωσε ειλικρινά την κατάργηση του. Ισχυρίστηκε ότι μία κοινωνία μπορεί κάλλιστα να υπάρξει χωρίς την ύπαρξη κυβέρνησης, εφόσον οι κοινότητες είναι μικρές και πλήρως αυτόνομες. Μιλώντας για την ιδιοκτησία διακήρυξε ότι το δικαίωμα του καθενός «σε οποιοδήποτε πόρο ικανό να συμβάλλει στην ευημερία της ανθρωπότητας» πρέπει να ρυθμιστεί μόνο με βάση την αρχή της δικαιοσύνης: Ο πόρος να χρησιμοποιηθεί «από αυτόν που τον έχει μεγαλύτερη ανάγκη». Το τελικό του συμπέρασμα ήταν ο κομμουνισμός. Ο Godwin, ωστόσο, δεν είχε τη δύναμη να διατηρήσει τις απόψεις του. Στην 2η έκδοση τού «Political Justice» (8 τόμοι, 1796) ξαναέγραψε τελείως το κεφάλαιο που αναφέρεται στην ιδιοκτησία και μετρίασε σημαντικά τις κομμουνιστικές απόψεις του. Ο Proudhon16 το 1840 εξέδωσε το σημαντικό έργο «Qu'est-ce que la propriete?» και ήταν ο πρώτος που χρησιμοποίησε την ονομασία «αναρχία», αναφερόμενος σε μία κοινωνία μη διοικούμενη από κυβέρνηση.
Κατά τη διάρκεια της γαλλικής επανάστασης, η ονομασία «αναρχικοί» δόθηκε αυθαίρετα από τους Γιρονδίνους17 στους επαναστάτες εκείνους που θεωρούσαν πως ο στόχος της επανάστασης δεν είχε επιτευχθεί με την ανατροπή του Λουδοβίκου XVI και επέμεναν σε μία σειρά οικονομικών μέτρων που έπρεπε ακόμη να ληφθούν (κατάργηση των φεουδαρχικών δικαιωμάτων χωρίς αποζημίωση, επιστροφή της κοινοτικής γης που ήταν δεσμευμένη από το 1669 στις κοινότητες των χωριών, περιορισμό της ιδιοκτησίας στα 480 στρέμματα, προοδευτική φορολογία του εισοδήματος, εθνική οργάνωση των συναλλαγών σε μία δίκαιη βάση τιμών, η οποία πρακτικά είχε ήδη αρχίσει να συνειδητοποιείται, και άλλα).
Ο Proudhon συνηγορεί υπέρ μίας κοινωνίας χωρίς κυβέρνηση και χρησιμοποιεί τη λέξη «αναρχία» για να την περιγράψει. Όπως είναι γνωστό, ο Proudhon αποκήρυξε όλες τις μορφές του κομμουνισμού18,σύμφωνα με τις οποίες η ανθρωπότητα θα κατέληγε σε κομμουνιστικά μοναστήρια και στρατόπεδα, και επίσης όλες τις μορφές του κρατικού ή υποβοηθούμενου από το κράτος σοσιαλισμού, τις οποίες υποστήριζαν ο Louis Blanc19 και οι κολεκτιβιστές. Όταν στην πρώτη του πραγματεία για την ιδιοκτησία διακήρυττε πως «η ιδιοκτησία είναι κλοπή», αναφερόταν μόνο στη σημερινή έννοια της λέξης με τη μορφή του «δικαιώματος στη χρήση και την κατάχρηση» που πηγάζει από τον ρωμαϊκό νόμο. Από την άλλη μεριά, θεωρούσε ότι η καλύτερη προστασία απέναντι στην κατάχρηση του κράτους ήταν τα δικαιώματα ιδιοκτησίας, με τα οποία εννοούσε την περιορισμένη αίσθηση κατοχής του ατόμου20. Ωστόσο, δεν ήθελε να αφαιρεθούν βίαια η γη, οι αγροικίες, τα ορυχεία, τα εργοστάσια κλπ από τους τωρινούς ιδιοκτήτες. Προτιμούσε να επιτύχει το ίδιο αποτέλεσμα, καθιστώντας το κεφάλαιο ανίκανο να εξάγει κέρδος. Αυτό πίστευε ότι θα μπορούσε να επιτευχθεί μέσω της δημιουργίας μίας εθνικής τράπεζας, βασισμένης στην αμοιβαία εμπιστοσύνη όλων αυτών που εμπλέκονταν στη διαδικασία της παραγωγής, και οι οποίοι θα συμφωνούσαν να ανταλλάσσουν μεταξύ τους τα προϊόντα παραγωγής σε τιμές κόστους, χρησιμοποιώντας εργατικές επιταγές που θα αντιπροσώπευαν τις ώρες εργασίας που απαιτήθηκαν για την παραγωγή του κάθε προϊόντος. Σε ένα τέτοιο σύστημα οργάνωσης, που ο Proudhon περιέγραψε με τον όρο «μουτουαλισμός21» (Mutuellisme), όλες οι ανταλλαγές υπηρεσιών θα ήταν αυστηρά και απόλυτα ισοδύναμες. Εξάλλου, μία τέτοια τράπεζα θα ήταν σε θέση να δανείζει χρήματα χωρίς τόκο, επιβάλλοντας μόνο τα έξοδα διαχείρισης, τα οποία θα μπορούσαν ίσως να ανέρχονται σε 1% ή ακόμη λιγότερο. Ο καθένας, λοιπόν, θα μπορούσε να δανειστεί τα απαραίτητα χρήματα ώστε να αγοράσει ένα σπίτι, και κανένας πλέον δεν θα συμφωνούσε να πληρώνει ετήσιο ενοίκιο για τη χρήση του. Με τον τρόπο αυτό θα μπορούσε εύκολα να επιτευχθεί μία γενική «κοινωνική ρευστοποίηση» χωρίς τη χρήση της βίαιης απαλλοτρίωσης. Το ίδιο ακριβώς θα μπορούσε να εφαρμοστεί στα ορυχεία, σιδηρόδρομους, εργοστάσια και ούτω καθεξής. Το κράτος θα ήταν άχρηστο σε μία κοινωνία αυτού του τύπου. Οι κύριες σχέσεις μεταξύ των πολιτών θα βασίζονταν στην ελεύθερη συμφωνία και θα ρυθμίζονταν με ξεκάθαρους λογαριασμούς. Οι διαμάχες, που θα προέκυπταν, θα ρυθμίζονταν μέσω διαιτησίας. Η διεισδυτική κριτική στο κράτος και σε όλες τις πιθανές μορφές διακυβέρνησης, καθώς και η βαθειά γνώση των οικονομικών προβλημάτων, είναι πασίγνωστα χαρακτηριστικά του έργου του Proudhon.
Αξίζει να σημειωθεί πως ο γαλλικός μουτουαλισμός είχε προάγγελο στην Αγγλία τον William Thompson22, ο οποίος ξεκίνησε από την θε-ωρία του μουτουαλισμού πριν να γίνει κομμουνιστής, και τους οπαδούς του Thompson, John Gray («A Lecture on Human Happiness», 1825, «The Social System», 1831) και J. F. Bray («Labour's Wrongs and Labour's Remedy», 1839). Επίσης, είχε τους προδρόμους του και στην Αμερική. Ο Josiah Warren23, ο οποίος γεννήθηκε το 1798 (W. Bailie, «Josiah Warren, the First American Anarchist», Boston, 1900) και συμμετείχε αρχικά στη «Νέα Αρμονία» του Owen24, θεωρούσε πως η αποτυχία του εγχειρήματος αυτού προήλθε κατά κύριο λόγο από την καταπίεση της ατομικότητας και την έλλειψη πρωτοβουλίας και υπευθυνότητας. Τα προβλήματα αυτά δίδασκε πως είναι έμφυτα σε οποιοδήποτε σχήμα βασίζεται στην εξουσία και στην κοινότητα των αγαθών. Κατά συνέπεια, υποστήριζε την πλήρη ελευθερία του ατόμου. Το 1827, δημιούργησε στο Cincinnati ένα μικρό επαρχιακό κατάστημα που ήταν το πρώτο «δίκαιο κατάστημα» και το οποίο ο κόσμος αποκαλούσε «time store», καθώς βασιζόταν στην ανταλλαγή οποιουδήποτε αγαθού με χρόνο εργασίας. Η αρχή του καταστήματος ήταν «κόστος: το ανώτατο όριο της τιμής» και κατά συνέπεια «μηδενικό κέρδος». Την ίδια αρχή εφάρμοσε και στο «δίκαιο χωριό» που δημιούργησε κοντά στη Νέα Υόρκη και το οποίο υπήρχε μέχρι το 1865. Αξιοσημείωτο είναι επίσης το «σπίτι δικαίου» του Mr Keith στη Βοστόνη, που ιδρύθηκε το 1855. Ενώ οι οικονομικές ιδέες του Proudhon, και ιδιαίτερα αυτή της αμοιβαιότητας στις τραπεζικές συναλλαγές, βρήκαν υποστηρικτές ή ακόμα και πρακτική εφαρμογή στις Ηνωμένες Πολιτείες, οι πολιτικές απόψεις του για την αναρχία από την άλλη μεριά έτυχαν πολύ μικρής ανταπόκρισης στη Γαλλία, όπου κυριαρχούσαν ο χριστιανικός σοσιαλισμός του Lamennais25 και των οπαδών του Fourier26, ο κρατικός σοσιαλισμός του Louis Blanc και οι οπαδοί του Saint-Simon27. Οι ιδέες του αυτές, ωστόσο, βρήκαν κάποια προσωρινή απήχηση στην αριστερή πτέρυγα των Εγελιανών28 στη Γερμανία με τους Moses Hess29 το 1843 και Karl Grόn το 1845, οι οποίοι υποστήριξαν τον αναρχισμό. Παράλληλα, ο αυταρχικός κομμουνισμός του Wilhelm Weitling30, αφού προκάλεσε διαμάχες μεταξύ των εργατών στην Ελβετία, εκφράστηκε από τον Wilhelm Marr κατά τη δεκαετία του '40.
Από την άλλη μεριά, ο ατομικιστικός αναρχισμός βρήκε επίσης στη Γερμανία την πλήρη του έκφραση με τον Max Stirner31 (K. Schmidt), του οποίου όμως τα αξιοθαύμαστα έργα («Der Einzige und sein Eigenthum» και άρθρα δημοσιευμένα στην «Rheinische Zeitung») παρέμειναν αρκετά παραγκωνισμένα, μέχρι που τα έφερε στην επιφάνεια ο John Henry Mackay32. Ο καθηγητής V. Basch33 σε μία πολύ κατατοπιστική εισαγωγή στο ενδιαφέρον βιβλίο του «L' lndividualisme anarchiste: M. Stirner» (1904) παρουσιάζει με ποιον τρόπο η εξέλιξη της γερμανικής φιλοσοφίας από τον Kant34 στον Hegel35, και το «απόλυτο» του Schelling36 ή το Geist37 του Hegel προκάλεσαν αναγκαστικά τη διδαχή του ίδιου «απόλυτου» στο στρατόπεδο των επαναστατών, όταν άρχισε η αντι-εγγελιανή επανάσταση. Αυτό έγινε από τον Stirner, ο οποίος υποστήριζε όχι μόνο την ολοκληρωτική εξέγερση ενάντια στο κράτος και τη δουλεία που θα επέβαλε στον άνθρωπο ο αυταρχικός κομμουνισμός, αλλά και την πλήρη απελευθέρωση του ατόμου από όλους τους ηθικούς και κοινωνικούς δεσμούς, την αποκατάσταση του «Εγώ», την ανωτερότητα του ατόμου, τον πλήρη «αμοραλισμό» και «την ένωση των εγωϊστών». Η θεωρητική κατάληξη αυτού του τύπου ατομικιστικού αναρχισμού που επισημάνθηκε από τον καθηγητή Basch είναι η εξής: σκοπός όλων των ανώτερων πολιτισμών δεν είναι να επιτρέψει σε όλα τα μέλη της κοινότητας να αναπτυχθούν με έναν κανονικό τρόπο, αλλά να δώσει τη δυνατότητα «πλήρους ανάπτυξης» σε συγκεκριμένες, καλύτερα προικισμένες προσωπικότητες, ακόμα και εις βάρος της ευτυχίας ή και της ίδιας της ύπαρξης της λαϊκής μάζας. Έτσι, στην ουσία έχουμε μία επιστροφή προς τον πιο κοινό ατομικισμό, αυτόν που υποστηρίζουν όλες οι επίδοξες «ανώτερες» μειονότητες. Έναν ατομικισμό που στον ρου της ιστορίας του ανθρώπου δημιούργησε το κράτος και τους υπόλοιπους μηχανισμούς, αυτούς που στην ουσία οι ίδιοι οι ατομικιστές πολεμούν. Έτσι, ο ατομικισμός τους καταλήγει τελικά στην άρνηση του δικού τους σημείου εκκίνησης και επιπλέον δεν αναφέρει τίποτα για την αδυναμία του ατόμου να πετύχει την πραγματικά πλήρη ανάπτυξή του σε καταστάσεις καταπίεσης των μαζών από τις «όμορφες αριστοκρατίες». Κάτω από αυτές τις συνθήκες, η ανάπτυξη του ατόμου θα παραμείνει μονομερής. Γι' αυτόν το λόγο, το συγκεκριμένο ρεύμα της σκέψης, παρά την αναμφισβήτητα σωστή και χρήσιμη υπεράσπιση της πλήρους ανάπτυξης κάθε ατομικότητας, βρήκε τελικά πολύ μικρή ανταπόκριση και μόνο σε περιορισμένους λογοτεχνικούς και καλλιτεχνικούς κύκλους.
Όπως έχει επισημανθεί από τον καθηγητή Adler4 στο έργο του «Geschichte des Sozialismus und Kommunismus», ο Αρίστιππος5 (430 π.Χ.), ένας από τους ιδρυτές της Κυρηναϊκής σχολής, ήδη δίδασκε πως ο σοφός δεν πρέπει να παραδίδει την ελευθερία του στο κράτος και σε απάντησή του, σε ερώτηση του Σωκράτη, είπε πως δεν επιθυμεί να ανήκει ούτε στην κυβερνώσα ούτε στην κυβερνώμενη τάξη. Ωστόσο, η θέση του αυτή φαίνεται να υπαγορεύεται απλώς και μόνο από επικούρεια στάση6 απέναντι στη ζωή.
Ο καλύτερος εκφραστής της αναρχικής φιλοσοφίας στην αρχαία Ελλάδα ήταν ο θεμελιωτής της Στωικής σχολής, Ζήνων7 (342-267 ή 270 π.Χ.) από την Κρήτη (όχι απο την Κρήτη αλλά από την Κύπρο, πρόκειται για σφάλμα του Κροπότκιν), ο οποίος αντιπαράθεσε ξεκάθαρα στο κράτος-ουτοπία του Πλάτωνα τη δική του σύλληψη μίας ελεύθερης κοινωνίας χωρίς κυβέρνηση. Αρνήθηκε την παντοδυναμία του κράτους, την παρέμβασή του και την αυστηρή πειθαρχία της ζωής των πολιτών, και διακήρυξε ως ανώτατη αρχή τον ηθικό νόμο του ατόμου. Επεσήμανε δε ότι, ενώ το απαραίτητο ένστικτο της αυτοσυντήρησης οδηγεί τον άνθρωπο στον εγωισμό, η φύση από την άλλη μεριά τον έχει εφοδιάσει με ένα άλλο ένστικτο που λειτουργεί ως αντίβαρο, αυτό της κοινωνικότητας. Όταν οι άνθρωποι γίνουν αρκετά λογικοί, ώστε να ακολουθήσουν τα φυσικά τους ένστικτα, τότε θα συνασπισθούν σε όλο το πλάτος των ορίων της κοινωνίας και θα δημιουργήσουν τον κόσμο. Δε θα έχουν την ανάγκη δικαστηρίων και αστυνομίας, ούτε ναών και θρησκειών, ενώ οι ελεύθερες δωρεές θα αντικαταστήσουν την χρήση του νομίσματος στις συναλλαγές. Δυστυχώς, τα γραπτά του Ζήνωνα δεν διασώθηκαν μέχρι τις μέρες μας και το περιεχόμενο τους μας είναι γνωστό μόνο από αποσπασματικές περικοπές. Ωστόσο, το γεγονός ότι η ιδιαίτερη διατύπωσή του είναι παρόμοια με τη διατύπωση που χρησιμοποιείται σήμερα δείχνει πόσο βαθιά ριζωμένη στην ανθρώπινη ύπαρξη είναι η τάση αυτή, της οποίας υπήρξε εκφραστής.
Στους μεσαιωνικούς χρόνους βρίσκουμε τις ίδιες απόψεις για το κράτος εκφρασμένες από το διάσημο επίσκοπο του Alba, Marco Girolamo Vida8, στο πρώτο του δοκίμιο-διάλογο με τίτλο «De dignitate reipublicae» (βλ. Ferd. Cavalli, στο Mem. dell' Istituto Veneto, xiii Dr E. Nys, «Researches in the History of Economics»). Είναι, όμως, ιδιαίτερα χαρακτηριστικό ότι σε αρκετά πρώιμα χριστιανικά κινήματα, όπως αυτά που αναπτύχθηκαν κατά τον 9ο αιώνα στην Αρμενία, και στα κηρύγματα των πρώτων χουσιτών9, όπως του Chojecki, και των πρώιμων αναβαπτιστών10, όπως του Hans Denk (βλ. Keller, «Ein Apostel der Wiedertaufer»), βρίσκει κανείς εκφρασμένες με πολύ πειστικό τρόπο τις ίδιες ιδέες με ιδιαίτερη, όμως, έμφαση στους δικούς τους ηθικούς προσανατολισμούς.
Οι Rabelais11 και Fenelon12 στις ουτοπίες τους έχουν εκφράσει παρόμοιες ιδέες, οι οποίες ήταν επίσης επίκαιρες τον 18ο αιώνα μεταξύ των Γάλλων εγκυκλοπαιδιστών, όπως μπορούμε να συμπεράνουμε από κάποιες ιδιαίτερες εκφράσεις που υπάρχουν στα γραπτά του Rousseau13, από το «Diderot's Preface» μέχρι το «Voyage of Bougainville» κ.α. Ωστόσο, κατά πάσα πιθανότητα, τέτοιες ιδέες δεν μπορούσαν να αναπτυχθούν περισσότερο την εποχή εκείνη, λόγω της αυστηρής λογοκρισίας που είχε επιβάλλει η ρωμαϊκή Καθολική εκκλησία.
Αργότερα, κατά την διάρκεια της μεγάλης γαλλικής επανάστασης, οι ιδέες αυτές βρήκαν το χώρο και το χρόνο έκφρασής τους. Ενώ οι Ιακωβίνοι14έκαναν ό,τι ήταν δυνατόν, ώστε να συγκεντρώσουν τα πάντα στα χέρια της κυβέρνησης, φαίνεται τώρα από προσφάτως δημοσιευμένα ντοκουμέντα ότι το μεγαλύτερο μέρος του λαού πραγματοποίησε ένα εξαιρετικά δημιουργικό έργο στους δήμους και τις γειτονιές (sections). Kαθιέρωσαν διαδικασίες για την εκλογή των δικαστών, για την οργάνωση της τροφοδοσίας και του εξοπλισμού του στρατού και των μεγάλων πόλεων, καταπολέμησαν την ανεργία, διαχειρίστηκαν τις φιλανθρωπίες και ό,τι άλλο απαιτήθηκε. Προσπάθησαν ακόμη να καθιερώσουν μία άμεση συνεργασία μεταξύ των 36.000 κομμούνων της Γαλλίας, δημιουργώντας μία ειδική επιτροπή που λειτουργούσε ως ενδιάμεση ανεξάρτητα από την Εθνική Συνέλευση (βλ. Sigismund Lacroix, «Actes de la commune de Paris»).
Ο πρώτος που διατύπωσε τις πολιτικές και οικονομικές θεωρίες τού αναρχισμού ήταν ο Godwin15 στην έρευνά του για την Πολιτική Δικαιοσύνη («Political Justice» 2 τόμοι, 1793), αν και δεν έδωσε την ονομασία «αναρχισμός» στις ιδέες που ανέπτυξε στην αξιοσημείωτη εργασία του. Οι νόμοι, έγραψε, δεν αποτελούν προϊόν της σοφίας των προγόνων μας αλλά προϊόν των παθών, των φόβων, της ζήλιας και της φιλοδοξίας τους. Το γιατρικό που μας δώσανε είναι χειρότερο από το κακό που ισχυρίζονται ότι γιατρεύει. Αν, και μόνο αν, καταργηθούν όλοι οι νόμοι και τα δικαστήρια και επιλεγούν λογικοί άνθρωποι που θα παίρνουν τις αποφάσεις στις διαμάχες που θα προκύπτουν, τότε και μόνο τότε θα αναπτυχθεί σταδιακά η πραγματική δικαιοσύνη. Όσον αφορά το κράτος, ο Godwin αξίωσε ειλικρινά την κατάργηση του. Ισχυρίστηκε ότι μία κοινωνία μπορεί κάλλιστα να υπάρξει χωρίς την ύπαρξη κυβέρνησης, εφόσον οι κοινότητες είναι μικρές και πλήρως αυτόνομες. Μιλώντας για την ιδιοκτησία διακήρυξε ότι το δικαίωμα του καθενός «σε οποιοδήποτε πόρο ικανό να συμβάλλει στην ευημερία της ανθρωπότητας» πρέπει να ρυθμιστεί μόνο με βάση την αρχή της δικαιοσύνης: Ο πόρος να χρησιμοποιηθεί «από αυτόν που τον έχει μεγαλύτερη ανάγκη». Το τελικό του συμπέρασμα ήταν ο κομμουνισμός. Ο Godwin, ωστόσο, δεν είχε τη δύναμη να διατηρήσει τις απόψεις του. Στην 2η έκδοση τού «Political Justice» (8 τόμοι, 1796) ξαναέγραψε τελείως το κεφάλαιο που αναφέρεται στην ιδιοκτησία και μετρίασε σημαντικά τις κομμουνιστικές απόψεις του. Ο Proudhon16 το 1840 εξέδωσε το σημαντικό έργο «Qu'est-ce que la propriete?» και ήταν ο πρώτος που χρησιμοποίησε την ονομασία «αναρχία», αναφερόμενος σε μία κοινωνία μη διοικούμενη από κυβέρνηση.
Κατά τη διάρκεια της γαλλικής επανάστασης, η ονομασία «αναρχικοί» δόθηκε αυθαίρετα από τους Γιρονδίνους17 στους επαναστάτες εκείνους που θεωρούσαν πως ο στόχος της επανάστασης δεν είχε επιτευχθεί με την ανατροπή του Λουδοβίκου XVI και επέμεναν σε μία σειρά οικονομικών μέτρων που έπρεπε ακόμη να ληφθούν (κατάργηση των φεουδαρχικών δικαιωμάτων χωρίς αποζημίωση, επιστροφή της κοινοτικής γης που ήταν δεσμευμένη από το 1669 στις κοινότητες των χωριών, περιορισμό της ιδιοκτησίας στα 480 στρέμματα, προοδευτική φορολογία του εισοδήματος, εθνική οργάνωση των συναλλαγών σε μία δίκαιη βάση τιμών, η οποία πρακτικά είχε ήδη αρχίσει να συνειδητοποιείται, και άλλα).
Ο Proudhon συνηγορεί υπέρ μίας κοινωνίας χωρίς κυβέρνηση και χρησιμοποιεί τη λέξη «αναρχία» για να την περιγράψει. Όπως είναι γνωστό, ο Proudhon αποκήρυξε όλες τις μορφές του κομμουνισμού18,σύμφωνα με τις οποίες η ανθρωπότητα θα κατέληγε σε κομμουνιστικά μοναστήρια και στρατόπεδα, και επίσης όλες τις μορφές του κρατικού ή υποβοηθούμενου από το κράτος σοσιαλισμού, τις οποίες υποστήριζαν ο Louis Blanc19 και οι κολεκτιβιστές. Όταν στην πρώτη του πραγματεία για την ιδιοκτησία διακήρυττε πως «η ιδιοκτησία είναι κλοπή», αναφερόταν μόνο στη σημερινή έννοια της λέξης με τη μορφή του «δικαιώματος στη χρήση και την κατάχρηση» που πηγάζει από τον ρωμαϊκό νόμο. Από την άλλη μεριά, θεωρούσε ότι η καλύτερη προστασία απέναντι στην κατάχρηση του κράτους ήταν τα δικαιώματα ιδιοκτησίας, με τα οποία εννοούσε την περιορισμένη αίσθηση κατοχής του ατόμου20. Ωστόσο, δεν ήθελε να αφαιρεθούν βίαια η γη, οι αγροικίες, τα ορυχεία, τα εργοστάσια κλπ από τους τωρινούς ιδιοκτήτες. Προτιμούσε να επιτύχει το ίδιο αποτέλεσμα, καθιστώντας το κεφάλαιο ανίκανο να εξάγει κέρδος. Αυτό πίστευε ότι θα μπορούσε να επιτευχθεί μέσω της δημιουργίας μίας εθνικής τράπεζας, βασισμένης στην αμοιβαία εμπιστοσύνη όλων αυτών που εμπλέκονταν στη διαδικασία της παραγωγής, και οι οποίοι θα συμφωνούσαν να ανταλλάσσουν μεταξύ τους τα προϊόντα παραγωγής σε τιμές κόστους, χρησιμοποιώντας εργατικές επιταγές που θα αντιπροσώπευαν τις ώρες εργασίας που απαιτήθηκαν για την παραγωγή του κάθε προϊόντος. Σε ένα τέτοιο σύστημα οργάνωσης, που ο Proudhon περιέγραψε με τον όρο «μουτουαλισμός21» (Mutuellisme), όλες οι ανταλλαγές υπηρεσιών θα ήταν αυστηρά και απόλυτα ισοδύναμες. Εξάλλου, μία τέτοια τράπεζα θα ήταν σε θέση να δανείζει χρήματα χωρίς τόκο, επιβάλλοντας μόνο τα έξοδα διαχείρισης, τα οποία θα μπορούσαν ίσως να ανέρχονται σε 1% ή ακόμη λιγότερο. Ο καθένας, λοιπόν, θα μπορούσε να δανειστεί τα απαραίτητα χρήματα ώστε να αγοράσει ένα σπίτι, και κανένας πλέον δεν θα συμφωνούσε να πληρώνει ετήσιο ενοίκιο για τη χρήση του. Με τον τρόπο αυτό θα μπορούσε εύκολα να επιτευχθεί μία γενική «κοινωνική ρευστοποίηση» χωρίς τη χρήση της βίαιης απαλλοτρίωσης. Το ίδιο ακριβώς θα μπορούσε να εφαρμοστεί στα ορυχεία, σιδηρόδρομους, εργοστάσια και ούτω καθεξής. Το κράτος θα ήταν άχρηστο σε μία κοινωνία αυτού του τύπου. Οι κύριες σχέσεις μεταξύ των πολιτών θα βασίζονταν στην ελεύθερη συμφωνία και θα ρυθμίζονταν με ξεκάθαρους λογαριασμούς. Οι διαμάχες, που θα προέκυπταν, θα ρυθμίζονταν μέσω διαιτησίας. Η διεισδυτική κριτική στο κράτος και σε όλες τις πιθανές μορφές διακυβέρνησης, καθώς και η βαθειά γνώση των οικονομικών προβλημάτων, είναι πασίγνωστα χαρακτηριστικά του έργου του Proudhon.
Αξίζει να σημειωθεί πως ο γαλλικός μουτουαλισμός είχε προάγγελο στην Αγγλία τον William Thompson22, ο οποίος ξεκίνησε από την θε-ωρία του μουτουαλισμού πριν να γίνει κομμουνιστής, και τους οπαδούς του Thompson, John Gray («A Lecture on Human Happiness», 1825, «The Social System», 1831) και J. F. Bray («Labour's Wrongs and Labour's Remedy», 1839). Επίσης, είχε τους προδρόμους του και στην Αμερική. Ο Josiah Warren23, ο οποίος γεννήθηκε το 1798 (W. Bailie, «Josiah Warren, the First American Anarchist», Boston, 1900) και συμμετείχε αρχικά στη «Νέα Αρμονία» του Owen24, θεωρούσε πως η αποτυχία του εγχειρήματος αυτού προήλθε κατά κύριο λόγο από την καταπίεση της ατομικότητας και την έλλειψη πρωτοβουλίας και υπευθυνότητας. Τα προβλήματα αυτά δίδασκε πως είναι έμφυτα σε οποιοδήποτε σχήμα βασίζεται στην εξουσία και στην κοινότητα των αγαθών. Κατά συνέπεια, υποστήριζε την πλήρη ελευθερία του ατόμου. Το 1827, δημιούργησε στο Cincinnati ένα μικρό επαρχιακό κατάστημα που ήταν το πρώτο «δίκαιο κατάστημα» και το οποίο ο κόσμος αποκαλούσε «time store», καθώς βασιζόταν στην ανταλλαγή οποιουδήποτε αγαθού με χρόνο εργασίας. Η αρχή του καταστήματος ήταν «κόστος: το ανώτατο όριο της τιμής» και κατά συνέπεια «μηδενικό κέρδος». Την ίδια αρχή εφάρμοσε και στο «δίκαιο χωριό» που δημιούργησε κοντά στη Νέα Υόρκη και το οποίο υπήρχε μέχρι το 1865. Αξιοσημείωτο είναι επίσης το «σπίτι δικαίου» του Mr Keith στη Βοστόνη, που ιδρύθηκε το 1855. Ενώ οι οικονομικές ιδέες του Proudhon, και ιδιαίτερα αυτή της αμοιβαιότητας στις τραπεζικές συναλλαγές, βρήκαν υποστηρικτές ή ακόμα και πρακτική εφαρμογή στις Ηνωμένες Πολιτείες, οι πολιτικές απόψεις του για την αναρχία από την άλλη μεριά έτυχαν πολύ μικρής ανταπόκρισης στη Γαλλία, όπου κυριαρχούσαν ο χριστιανικός σοσιαλισμός του Lamennais25 και των οπαδών του Fourier26, ο κρατικός σοσιαλισμός του Louis Blanc και οι οπαδοί του Saint-Simon27. Οι ιδέες του αυτές, ωστόσο, βρήκαν κάποια προσωρινή απήχηση στην αριστερή πτέρυγα των Εγελιανών28 στη Γερμανία με τους Moses Hess29 το 1843 και Karl Grόn το 1845, οι οποίοι υποστήριξαν τον αναρχισμό. Παράλληλα, ο αυταρχικός κομμουνισμός του Wilhelm Weitling30, αφού προκάλεσε διαμάχες μεταξύ των εργατών στην Ελβετία, εκφράστηκε από τον Wilhelm Marr κατά τη δεκαετία του '40.
Από την άλλη μεριά, ο ατομικιστικός αναρχισμός βρήκε επίσης στη Γερμανία την πλήρη του έκφραση με τον Max Stirner31 (K. Schmidt), του οποίου όμως τα αξιοθαύμαστα έργα («Der Einzige und sein Eigenthum» και άρθρα δημοσιευμένα στην «Rheinische Zeitung») παρέμειναν αρκετά παραγκωνισμένα, μέχρι που τα έφερε στην επιφάνεια ο John Henry Mackay32. Ο καθηγητής V. Basch33 σε μία πολύ κατατοπιστική εισαγωγή στο ενδιαφέρον βιβλίο του «L' lndividualisme anarchiste: M. Stirner» (1904) παρουσιάζει με ποιον τρόπο η εξέλιξη της γερμανικής φιλοσοφίας από τον Kant34 στον Hegel35, και το «απόλυτο» του Schelling36 ή το Geist37 του Hegel προκάλεσαν αναγκαστικά τη διδαχή του ίδιου «απόλυτου» στο στρατόπεδο των επαναστατών, όταν άρχισε η αντι-εγγελιανή επανάσταση. Αυτό έγινε από τον Stirner, ο οποίος υποστήριζε όχι μόνο την ολοκληρωτική εξέγερση ενάντια στο κράτος και τη δουλεία που θα επέβαλε στον άνθρωπο ο αυταρχικός κομμουνισμός, αλλά και την πλήρη απελευθέρωση του ατόμου από όλους τους ηθικούς και κοινωνικούς δεσμούς, την αποκατάσταση του «Εγώ», την ανωτερότητα του ατόμου, τον πλήρη «αμοραλισμό» και «την ένωση των εγωϊστών». Η θεωρητική κατάληξη αυτού του τύπου ατομικιστικού αναρχισμού που επισημάνθηκε από τον καθηγητή Basch είναι η εξής: σκοπός όλων των ανώτερων πολιτισμών δεν είναι να επιτρέψει σε όλα τα μέλη της κοινότητας να αναπτυχθούν με έναν κανονικό τρόπο, αλλά να δώσει τη δυνατότητα «πλήρους ανάπτυξης» σε συγκεκριμένες, καλύτερα προικισμένες προσωπικότητες, ακόμα και εις βάρος της ευτυχίας ή και της ίδιας της ύπαρξης της λαϊκής μάζας. Έτσι, στην ουσία έχουμε μία επιστροφή προς τον πιο κοινό ατομικισμό, αυτόν που υποστηρίζουν όλες οι επίδοξες «ανώτερες» μειονότητες. Έναν ατομικισμό που στον ρου της ιστορίας του ανθρώπου δημιούργησε το κράτος και τους υπόλοιπους μηχανισμούς, αυτούς που στην ουσία οι ίδιοι οι ατομικιστές πολεμούν. Έτσι, ο ατομικισμός τους καταλήγει τελικά στην άρνηση του δικού τους σημείου εκκίνησης και επιπλέον δεν αναφέρει τίποτα για την αδυναμία του ατόμου να πετύχει την πραγματικά πλήρη ανάπτυξή του σε καταστάσεις καταπίεσης των μαζών από τις «όμορφες αριστοκρατίες». Κάτω από αυτές τις συνθήκες, η ανάπτυξη του ατόμου θα παραμείνει μονομερής. Γι' αυτόν το λόγο, το συγκεκριμένο ρεύμα της σκέψης, παρά την αναμφισβήτητα σωστή και χρήσιμη υπεράσπιση της πλήρους ανάπτυξης κάθε ατομικότητας, βρήκε τελικά πολύ μικρή ανταπόκριση και μόνο σε περιορισμένους λογοτεχνικούς και καλλιτεχνικούς κύκλους.
Ο Αναρχισμός στη Διεθνή Ένωση Εργαζομένων
Όπως είναι γνωστό, μετά την ήττα της εργατικής τάξης στο Παρίσι κατά την εξέγερση του Ιουνίου 1848 και την πτώση της Δημοκρατίας ακολούθησε μία γενική ύφεση στην προπαγάνδα όλων των εκδοχών του σοσιαλισμού. Όλος ο σοσιαλιστικός τύπος φιμώθηκε κατά την περίοδο της αντίδρασης, η οποία διήρκεσε 20 γεμάτα χρόνια. Παρ' όλα αυτά, ανάλογη αναρχική σκέψη άρχισε να εμφανίζεται κυρίως στα γραπτά του Bellegarrique38 («Caeurderoy») και περισσότερο σε αυτά του Joseph Dιjacque39 («Les Lazareacute ennes», «L' Humanisphθre», μία αναρχοκομμουνιστική ουτοπία που ανακαλύφθηκε πρόσφατα και ανατυπώθηκε). Το σοσιαλιστικό κίνημα αναζωογονήθηκε μόνο μετά το 1864, όταν μερικοί Γάλλοι εργαζόμενοι, όλοι οπαδοί του «μουτουαλισμού», συναντήθηκαν στη Διεθνή Έκθεση του Λονδίνου με τους Άγγλους οπαδούς του Robert Owen και ίδρυσαν την Διεθνή Ένωση Εργαζομένων. Η ένωση αυτή αναπτύχθηκε πολύ γρήγορα και υιοθέτησε την τακτική τής άμεσης οικονομικής πάλης ενάντια στον καπιταλισμό χωρίς ανάμειξη στις πολιτικές κοινοβουλευτικές διαμάχες, τακτική η οποία ακολουθήθηκε μέχρι το 1871. Ωστόσο, έπειτα από το γαλλογερμανικό πόλεμο και μετά την εξέγερση της κομμούνας, η Διεθνής Ένωση τέθηκε εκτός νόμου στη Γαλλία. Επιπλέον, οι Γερμανοί εργαζόμενοι, βασιζόμενοι στο γεγονός ότι ο ανδρικός πληθυσμός είχε πια το δικαίωμα ψήφου στις εκλογές του νεοσυγκροτούμενου αυτοκρατορικού κοινοβουλίου, επέμεναν στην τροποποίηση της στρατηγικής της Διεθνούς και ίδρυσαν ένα Σοσιαλοδημοκρατικό πολιτικό κόμμα. Αυτό πολύ σύντομα οδήγησε τη Διεθνή Ένωση Εργαζομένων σε διάσπαση, με αποτέλεσμα οι λατινικές ομοσπονδίες, η Ισπανία, το Βέλγιο και η Γαλλία (με το όνομα Jurassic, καθώς δεν μπορούσε να αντιπροσωπευτεί) να συγκροτήσουν μόνες τους μία συνομοσπονδία, η οποία διαχωρίστηκε ολοκληρωτικά από το μαρξιστικό γενικό συμβούλιο της Διεθνούς40. Μέσα στις ομοσπονδίες αυτές αναπτύχθηκε τώρα αυτό που μπορεί να περιγραφεί ως μοντέρνος αναρχισμός. Αφού χρησιμοποιήθηκαν τα ονόματα «φεντεραλιστές»41 και «αντιεξουσιαστές» για αρκετό καιρό από τις ομοσπονδίες αυτές, τελικά επικράτησε το όνομα «αναρχικοί», με το οποίο επέμεναν να τους αποκαλούν οι αντίπαλοί τους.
Ο Bakunin42 σύντομα έγινε ο πνευματικός καθοδηγητής της ανάπτυξης των θεμελιωδών αρχών του αναρχισμού μέσα στις λατινικές ομοσπονδίες, πράγμα το οποίο έκανε με μια σειρά από κείμενα, μπροσούρες και επιστολές. Απαιτούσε την πλήρη κατάργηση του κράτους, το οποίο, όπως έγραφε, είναι ένα προϊόν της θρησκείας, ανήκει σε πολιτισμούς κατώτερου επιπέδου, αντιπροσωπεύει τον περιορισμό της ελευθερίας και τελικά καταστρέφει ακόμα και αυτό που έχει αναλάβει να επιτελέσει για το καλό της ανθρωπότητας. Το κράτος γι' αυτόν ήταν ένα ιστορικά αναγκαίο κακό, αλλά αργά ή γρήγορα η τέλεια εξαφάνιση του θα είναι εξίσου αναγκαία. Ο Bakunin, αποκηρύσσοντας το σύνολο της νομοθεσίας ακόμα και εάν αυτή προέρχεται από καθολική ψηφοφορία, διεκδικεί την πλήρη αυτονομία για κάθε έθνος, περιοχή και κοινότητα, εφόσον αυτή η αυτονομία δεν αποτελεί απειλή για τους γείτονες. Επίσης, υποστήριζε την πλήρη ανεξαρτησία του ατόμου, προσθέτοντας ότι κάποιος μπορεί να είναι πραγματικά ελεύθερος, μόνο όταν όλοι είναι ελεύθεροι. Οι ελεύθερες ομοσπονδίες των κοινοτήτων θα συγκροτήσουν και ελεύθερα έθνη.
Όσον αφορά τις οικονομικές του απόψεις, ο Bakunin συνταυτιζόμενος με τους φεντεραλιστές συντρόφους του της Διεθνούς (Cιsar De Paepe, James Guillaume, Schwitzguιbel) περιέγραψε τον εαυτό του ως έναν «κολεκτιβιστή αναρχικό», όχι όμως με την έννοια που έδιναν στον όρο αυτόν οι Vidal και Pecqueur το 1840 ή με αυτήν των οπαδών της μοντέρνας Σοσιαλοδημοκρατίας. Με τον όρο αυτό ήθελε να εκφράσει μία κατάσταση πραγμάτων, όπου όλα τα απαραίτητα μέσα της παραγωγής ανήκουν από κοινού στις εργατικές ενώσεις και τις ελεύθερες κοινότητες, ενώ η μέθοδος ανταπόδοσης της εργασίας, κομμουνιστική ή άλλη, ρυθμίζεται από κάθε εργατική ένωση ξεχωριστά. Η κοινωνική επανάσταση, την οποία τοποθετούσαν στο άμεσο μέλλον όλοι οι σοσιαλιστές την εποχή εκείνη, θα αποτελούσε το μέσο με το οποίο θα πραγματοποιούνταν η νέα κοινωνική οργάνωση.
Οι ομοσπονδίες της Γαλλίας (με το όνομα «Jurassic»), Ισπανίας, Ιταλίας, καθώς και τμήματα της Διεθνούς Ένωσης Εργαζομένων, όπως επίσης οι γαλλικές, γερμανικές και αμερικάνικες αναρχικές ομάδες, υπήρξαν για τα επόμενα χρόνια τα κύρια κέντρα της αναρχικής σκέψης και προπαγάνδας. Απείχαν από οποιαδήποτε συμμετοχή στην κοινοβουλευτική πολιτική και διατηρούσαν πάντα στενή επαφή με τους εργατικούς οργανισμούς. Κατά το δεύτερο μισό της δεκαετίας του 1880 και στις αρχές της δεκαετίας του 1890, η επιρροή των αναρχικών άρχισε να γίνεται εμφανής στις απεργιακές κινητοποιήσεις. Εκείνα τα χρόνια, κατά τη διάρκεια των διαδηλώσεων της Πρωτομαγιάς προβλήθηκε η ιδέα της γενικής απεργίας για τη διεκδίκηση του οκτάωρου και εξαπολύθηκε αντιμιλιταριστική προπαγάνδα στο στρατό. Σε απάντηση αυτών, τα καθεστώτα, κυρίως των λατινικών χωρών και των Η.Π.Α., άσκησαν βίαιες διώξεις εναντίον των αναρχικών, που συμπεριλάμβαναν βασανισμούς στο κάστρο της Βαρκελώνης και την εκτέλεση πέντε αναρχικών στο Σικάγο το 1887. Στις διώξεις αυτές οι αναρχικοί αντέδρασαν με βία, που με τη σειρά της πυροδότησε ένα νέο κύκλο βίας, καθώς ακολούθησαν περισσότερες εκτελέσεις από την εξουσία και νέες πράξεις εκδίκησης από κάτω. Αυτό είχε ως αποτέλεσμα να δημιουργηθεί στην κοινή γνώμη η εντύπωση ότι η βία αποτελούσε την πεμπτουσία του αναρχισμού. Θέση που αποκηρύχθηκε από τους αναρχικούς, οι οποίοι υποστήριζαν ότι στην πραγματικότητα όλες οι παρατάξεις θα προσέφευγαν στη βία, εφόσον οι δημόσιες ενέργειές τους παρεμποδίζονταν με κατασταλτικά μέσα και ειδικοί νόμοι τις καθιστούσαν παράνο- μες (βλ. «Anarchism and Outrage», του C. M. Wilson και «Report of the Spanish Atrocities Committee», στην «Freedom Pamphlets», «A Concise History of the Great Trial of the Chicago Anarchists», του Dyer Lum, New York, 1886, «The Chicago Martyrs: Speeches» κλπ).
Ο αναρχισμός συνέχισε να αναπτύσσεται μερικώς προς την κατεύθυνση του μουτουαλισμού του Proudhon αλλά κυρίως προς τον κομμουνιστικό αναρχισμό, ενώ προστέθηκε μία τρίτη κατεύθυνση από τον Leo Tolstoy43, ο χριστιανικός αναρχισμός, και μία τέταρτη που ξεκίνησε μεταξύ κάποιων διακεκριμένων μοντέρνων συγγραφέων και μπορεί να περιγραφεί ως λόγιος αναρχισμός.
Οι ιδέες του Proudhon, ιδίως αυτή της αμοιβαιότητας στις τραπεζικές συναλλαγές, οι οποίες ήταν ανάλογες με αυτές του Josiah Warren, γνώρισαν σημαντική απήχηση στις Ηνωμένες Πολιτείες, δημιουργώντας μία σχολή με κύριους συγγραφείς τους Stephen Pearl Andrews44, William Grene45, Lysander Spooner46 (ο οποίος άρχισε να γράφει το 1850 και το μισοτελειωμένο έργο του «Natural Law» ήταν γεμάτο υποσχέσεις) και αρκετούς άλλους, των οποίων τα ονόματα μπορούν να βρεθούν στο «Bibliographie de l' anarchie» του καθηγητή Nettlau47.
Διακεκριμένη θέση μεταξύ των ατομικιστών αναρχικών στην Αμερική κατείχε ο Benjamin R. Tucker48, ο οποίος δημιούργησε την εφημερίδα «Liberty» το 1881 και οι απόψεις του είναι ένας συνδυασμός των απόψεων του Proudhon και του Herbert Spencer49. Ο Tucker ξεκινά από τη θέση ότι οι αναρχικοί είναι εγωϊστές (με την κυριολεκτική έννοια) και ότι κάθε ομάδα ατόμων είτε είναι μία μυστική ένωση λίγων ατόμων είτε το Κογκρέσο των Ηνωμένων Πολιτειών έχει το δικαίωμα να καταπιέζει τους ανθρώπους, εφόσον έχει την δύναμη να το κάνει. Επίσης, θεωρεί ότι η ελευθερία για όλους και η απόλυτη ισότητα πρέπει να είναι νόμος και ότι η μοναδική ηθική αρχή του αναρχισμού πρέπει να είναι το ρητό: «ο καθένας να κοιτάει τη δουλειά του». Επιπλέον, θεωρεί ότι η γενική και πλήρης εφαρμογή των αρχών αυτών θα είναι ευεργετική και δεν κρύβει κανέναν κίνδυνο, καθώς οι δυνάμεις του κάθε ατόμου θα περιορίζονται από την
εφαρμογή των ίσων δικαιωμάτων όλων των άλλων. Υποδεικνύει περαιτέρω (ακολουθώντας τον H. Spencer) τη διαφορά που υπάρχει μεταξύ της καταπάτησης των δικαιωμάτων κάποιου ανθρώπου και της αντίστασης στην καταπάτηση αυτή τη διαφορά μεταξύ της επιβουλής και της άμυνας, λέγοντας ότι η πρώτη είναι εξίσου καταδικαστέα, από όπου και αν προέρχεται, είτε επιτελείται από έναν εγκληματία εις βάρος ενός ατόμου, είτε από έναν άνθρωπο εις βάρος όλων των άλλων, είτε απ' όλους τους άλλους εις βάρος ενός, ενώ η αντίσταση στην καταπάτηση των δικαιωμάτων είναι άξια υποστήριξης και αναγκαία. Ο πολίτης και η κάθε ομάδα έχουν το δικαίωμα να ασκήσουν οποιαδήποτε μορφή βίας για την αυτοάμυνά τους συμπεριλαμβανομένης της τιμωρίας του κεφαλαίου. Η βία δικαιολογείται, επίσης, όταν ασκείται για να επιβάλλει το καθήκον διατήρησης μίας συμφωνίας. Με τον τρόπο αυτό (σύμφωνα με την γνώμη του συγγραφέα του παρόντος) ο Tucker ακολουθεί τον Spencer και ανοίγει τον δρόμο στην επαναφορά όλων των λειτουργιών του κράτους στο όνομα της «άμυνας». Η κριτική του Tucker για την παρούσα κατάσταση του κράτους είναι εξαιρετικά διεισδυτική και η υπεράσπισή του των δικαιωμάτων του ατόμου πολύ δυναμική. Όσον αφορά τις οικονομικές του απόψεις, ακολουθεί τον Proudhon.
Ο ατομικιστικός αναρχισμός των Αμερικανών οπαδών του Proudhon βρήκε πολύ μικρή ανταπόκριση στη λαϊκή μάζα. Αυτοί που πρέσβευαν τη θεωρία αυτή, και οι οποίοι ήταν κυρίως διανοούμενοι, συνειδητοποίησαν πολύ σύντομα πως η εξατομίκευση, που τόσο πολύ επαινούσαν, δεν είναι εφικτή με ατομικές προσπάθειες και είτε εγκατέλειψαν τις τάξεις των αναρχικών και οδηγήθηκαν στον φιλελεύθερο ατομικισμό των κλασσικών οικονομολόγων είτε αποσύρθηκαν σε έναν τύπο επικούρειου αμοραλισμού ή σε μία θεωρία τού υπεράνθρωπου παρόμοια με αυτήν του Stirner και του Nietzsche50. Ο κύριος όγκος των αναρχικών της εργατικής τάξης προτιμούσε τις ιδέες του αναρχοκομμουνισμού, οι οποίες προέκυψαν σταδιακά από τον κολεκτιβιστικό αναρχισμό της Διεθνούς Ένωσης Εργαζομένων. Σε αυτήν την κατεύθυνση ανήκουν -για να ονομάσουμε μόνο τους πιο γνωστούς εκπροσώπους του αναρχισμού- οι Elisιe Reclus51, Jean Grave52, Sebastien Faure, Emile Pouget53 στη Γαλλία, οι Errico Malatesta54 και Covelli στην Ιταλία, οι R. Mella, A. Lorenzo55 και οι άγνωστοι συγγραφείς πολλών εξαιρετικών μανιφέστων στην Ισπανία, ο John Most56 μεταξύ των Γερμανών, οι Spies57, Parsons και οι οπαδοί τους στις Ηνωμένες Πολιτείες, ενώ ο Domela Nieuwenhuis58 διατηρούσε μία ενδιάμεση θέση στην Ολλανδία. Επίσης, τα κύρια αναρχικά γραπτά που δημοσιεύτηκαν μετά το 1880 κινούνται προς την ίδια κατεύθυνση, ενώ ένας αριθμός αναρχικών αυτού του ρεύματος έχουν ενταχθεί στο λεγόμενο συνδικαλιστικό κίνημα (γαλλική ονομασία για το μη πολιτικό εργατικό κίνημα, που έχει γίνει τόσο σημαντικό στην Ευρώπη τελευταία και έχει αφιερωθεί στον άμεσο αγώνα ενάντια στον καπιταλισμό).
Ο συγγραφέας του παρόντος ως οπαδός του αναρχοκομμουνισμού για πολλά χρόνια προσπάθησε να αναπτύξει τις ακόλουθες ιδέες: να δείξει τη στενή και λογική σύνδεση που υπάρχει μεταξύ της μοντέρνας φιλοσοφίας των φυσικών επιστημών και του αναρχισμού, να θέσει την αναρχική θεωρία σε μία επιστημονική βάση, μελετώντας τις τάσεις που υπάρχουν σήμερα στην κοινωνία και που μπορεί να δείχνουν την μελλοντική εξέλιξή της, και να επεξεργαστεί την αναρχική ηθική. Σχετικά με την ουσία του αναρχισμού, στόχος του Kropotkin59 ήταν να αποδείξει ότι ο κομμουνισμός, έστω μερικώς, έχει περισσότερες πιθανότητες να καθιερωθεί σε σχέση με τον κολεκτιβισμό, ειδικά με τη μορφή αυτόνομων κομμούνων (κοινοτήτων), και ότι αυτός ο ελευθεριακός ή αναρχικός κομμουνισμός είναι η μόνη μορφή του κομμουνισμού που έχει κάποια πιθανότητα να γίνει αποδεκτή από τις πολιτισμένες κοινωνίες. Συνεπώς, ο κομμουνισμός και ο αναρχισμός είναι δύο όροι της εξέλιξης που άλληλοσυμπληρώνονται και ο ένας καθιστά εφικτό και αποδεκτό τον άλλο.
Επιπλέον, προσπάθησε να δείξει πώς κατά τη διάρκεια μίας επαναστατικής περιόδου μία μεγάλη πόλη μπορεί να αυτοοργανωθεί βασιζόμενη στις αρχές του ελευθεριακού κομμουνισμού, εάν οι κάτοικοί της έχουν αποδεχθεί την ιδέα. Επίσης, ανέδειξε με ποιον τρόπο η πόλη θα μπορούσε να εγγυηθεί στέγη, τροφή και ένδυση σε κάθε κάτοικό της, και μάλιστα στο επίπεδο που αντιστοιχεί τώρα μόνο στις μεσαίες τάξεις, με αντάλλαγμα μισής μέρας ή 5 ωρών εργασία, και πώς όλα αυτά που θεωρούνται σήμερα πολυτέλεια θα μπορούσε να τα έχει ο καθένας, εάν στο άλλο μισό της ημέρας συμμετείχε σε ελεύθερες ενώσεις όλων των ειδών, που ασχολούνται με διάφορα αντικείμενα (εκπαιδευτικές, φιλολογικές, επιστημονικές, αθλητικές κλπ). Με σκοπό να αποδείξει τον πρώτο από τους ισχυρισμούς αυτούς ανέλυσε τις δυνατότητες της γεωργικής και βιομηχανικής εργασίας συνδυαζόμενες με την πνευματική εργασία. Και προκειμένου να διασαφηνίσει τους κύριους παράγοντες της ανθρώπινης εξέλιξης ανέλυ- σε τον ρόλο που έπαιξαν στην ιστορία τόσο οι υπηρεσίες αλληλοβοήθειας και συνεργασίας που δημιουργήθηκαν από τον ίδιο τον λαό όσο και το κράτος.
Χωρίς να ονομάζει τον εαυτό του αναρχικό, ο Leo Tolstoy, όπως και οι προκάτοχοί του των λαϊκών θρησκευτικών κινημάτων του 15ου και 16ου αιώνα, Chojecki, Denk και πολλοί άλλοι, ενστερνίστηκε την αναρχική θέση όσον αφορά το κράτος και τα δικαιώματα ιδιοκτησίας, εξάγοντας τα συμπεράσματά του από το γενικό πνεύμα των διδαχών του Χριστού και τις επιταγές της λογικής. Με όλη την δύναμη του ταλέντου του, ιδίως στο «The Kingdom of God in Yourselves», εξαπέλυσε συνολικά μία σφοδρή κριτική εναντίον της εκκλησίας, του κράτους, του νόμου και ειδικά εναντίον των σύγχρονων νόμων περί ιδιοκτησίας. Περιέγραψε το κράτος ως την κυριαρχία των διεστραμμένων, που στηρίζεται στην ωμή βία. Οι ληστές, λέει, είναι πολύ λιγότερο επικίνδυνοι από μια καλά οργανωμένη κυβέρνηση. Πραγματοποιεί μία διεισδυτική κριτική των υφιστάμενων προκαταλήψεων για τα οφέλη που έχει ο άνθρωπος από την εκκλησία, το κράτος και την υπάρχουσα κατανομή της ιδιοκτησίας. Εμπνεόμενος από τις διδαχές του Χριστού, καταλήγει στην αρχή της μη αντίστασης και της απόλυτης καταδίκης των πολέμων κάθε είδους. Τα θρησκευτικά επιχειρήματά του, ωστόσο, είναι τόσο καλά συνδυασμένα με επιχειρήματα που απορρέουν από την ψύχραιμη παρατήρηση των σημερινών δεινών της κοινωνίας, ώστε τα αναρχικά κομμάτια των έργων του γοητεύουν εξίσου θρησκευόμενους και μη αναγνώστες.
Θα ήταν αδύνατο να παρουσιάσουμε σε λίγες γραμμές τη διείσδυση των αναρχικών ιδεών στη σύγχρονη λογοτεχνία από τη μία μεριά και την επιρροή που άσκησαν οι ελευθεριακές ιδέες των σπουδαιότερων σύγχρονων συγγραφέων στην εξέλιξη του αναρχισμού από την άλλη. Για να συνειδητοποιήσει κάποιος πόσο στενά συνδέεται ο αναρχισμός με όλα τα πνευματικά κινήματα της εποχής μας, πρέπει να συμβουλευτεί τους δέκα μεγάλους τόμους του «Supplιment Littιraire» της εφημερίδας «La Rιvolte» και το κατοπινό έργο «Temps Nouveaux», τα οποία περιέχουν αναδημοσιεύσεις από τα έργα εκατοντάδων σύγχρονων συγγραφέων που εκφράζουν αναρχικές ιδέες. Τα έργα, όπως το «Liberty» του J. S. Mill60, το «Individual versus the State» του Spencer, το «Morality without Obligation or Sanction» του Marc Guyau61, τα «La Morale» και «L' art et la religion» του Fouillιe62, τα έργα του Multatuli63 (E. Douwes Dekker), το «Art and Revolution» του Richard Wagner64, τα γραπτά των Nietzsche, Emerson, W. Lloyd Garrison65, Thoreau, Alexander Herzen, Edward Carpenter66, και στο χώρο του μυθιστορήματος τα δράματα του Ibsen67, η ποίηση του Walt Whitman68, το «War and Peace» του Tolstoy, το «Paris» και το «Le Travail» του Zola69, τα τελευταία έργα του Merezhkovsky70 και άπειρα άλλα έργα λιγότερο γνωστών συγγραφέων είναι γεμάτα από ιδέες που φανερώνουν τη στενή διασύνδεση του αναρχισμού με τη μοντέρνα σκέψη, στοχεύοντας και τα δύο προς την ίδια κατεύθυνση, αυτήν της λύτρωσης του ανθρώπου από τα δεσμά του κράτους και του καπιταλισμού.
Ο Bakunin42 σύντομα έγινε ο πνευματικός καθοδηγητής της ανάπτυξης των θεμελιωδών αρχών του αναρχισμού μέσα στις λατινικές ομοσπονδίες, πράγμα το οποίο έκανε με μια σειρά από κείμενα, μπροσούρες και επιστολές. Απαιτούσε την πλήρη κατάργηση του κράτους, το οποίο, όπως έγραφε, είναι ένα προϊόν της θρησκείας, ανήκει σε πολιτισμούς κατώτερου επιπέδου, αντιπροσωπεύει τον περιορισμό της ελευθερίας και τελικά καταστρέφει ακόμα και αυτό που έχει αναλάβει να επιτελέσει για το καλό της ανθρωπότητας. Το κράτος γι' αυτόν ήταν ένα ιστορικά αναγκαίο κακό, αλλά αργά ή γρήγορα η τέλεια εξαφάνιση του θα είναι εξίσου αναγκαία. Ο Bakunin, αποκηρύσσοντας το σύνολο της νομοθεσίας ακόμα και εάν αυτή προέρχεται από καθολική ψηφοφορία, διεκδικεί την πλήρη αυτονομία για κάθε έθνος, περιοχή και κοινότητα, εφόσον αυτή η αυτονομία δεν αποτελεί απειλή για τους γείτονες. Επίσης, υποστήριζε την πλήρη ανεξαρτησία του ατόμου, προσθέτοντας ότι κάποιος μπορεί να είναι πραγματικά ελεύθερος, μόνο όταν όλοι είναι ελεύθεροι. Οι ελεύθερες ομοσπονδίες των κοινοτήτων θα συγκροτήσουν και ελεύθερα έθνη.
Όσον αφορά τις οικονομικές του απόψεις, ο Bakunin συνταυτιζόμενος με τους φεντεραλιστές συντρόφους του της Διεθνούς (Cιsar De Paepe, James Guillaume, Schwitzguιbel) περιέγραψε τον εαυτό του ως έναν «κολεκτιβιστή αναρχικό», όχι όμως με την έννοια που έδιναν στον όρο αυτόν οι Vidal και Pecqueur το 1840 ή με αυτήν των οπαδών της μοντέρνας Σοσιαλοδημοκρατίας. Με τον όρο αυτό ήθελε να εκφράσει μία κατάσταση πραγμάτων, όπου όλα τα απαραίτητα μέσα της παραγωγής ανήκουν από κοινού στις εργατικές ενώσεις και τις ελεύθερες κοινότητες, ενώ η μέθοδος ανταπόδοσης της εργασίας, κομμουνιστική ή άλλη, ρυθμίζεται από κάθε εργατική ένωση ξεχωριστά. Η κοινωνική επανάσταση, την οποία τοποθετούσαν στο άμεσο μέλλον όλοι οι σοσιαλιστές την εποχή εκείνη, θα αποτελούσε το μέσο με το οποίο θα πραγματοποιούνταν η νέα κοινωνική οργάνωση.
Οι ομοσπονδίες της Γαλλίας (με το όνομα «Jurassic»), Ισπανίας, Ιταλίας, καθώς και τμήματα της Διεθνούς Ένωσης Εργαζομένων, όπως επίσης οι γαλλικές, γερμανικές και αμερικάνικες αναρχικές ομάδες, υπήρξαν για τα επόμενα χρόνια τα κύρια κέντρα της αναρχικής σκέψης και προπαγάνδας. Απείχαν από οποιαδήποτε συμμετοχή στην κοινοβουλευτική πολιτική και διατηρούσαν πάντα στενή επαφή με τους εργατικούς οργανισμούς. Κατά το δεύτερο μισό της δεκαετίας του 1880 και στις αρχές της δεκαετίας του 1890, η επιρροή των αναρχικών άρχισε να γίνεται εμφανής στις απεργιακές κινητοποιήσεις. Εκείνα τα χρόνια, κατά τη διάρκεια των διαδηλώσεων της Πρωτομαγιάς προβλήθηκε η ιδέα της γενικής απεργίας για τη διεκδίκηση του οκτάωρου και εξαπολύθηκε αντιμιλιταριστική προπαγάνδα στο στρατό. Σε απάντηση αυτών, τα καθεστώτα, κυρίως των λατινικών χωρών και των Η.Π.Α., άσκησαν βίαιες διώξεις εναντίον των αναρχικών, που συμπεριλάμβαναν βασανισμούς στο κάστρο της Βαρκελώνης και την εκτέλεση πέντε αναρχικών στο Σικάγο το 1887. Στις διώξεις αυτές οι αναρχικοί αντέδρασαν με βία, που με τη σειρά της πυροδότησε ένα νέο κύκλο βίας, καθώς ακολούθησαν περισσότερες εκτελέσεις από την εξουσία και νέες πράξεις εκδίκησης από κάτω. Αυτό είχε ως αποτέλεσμα να δημιουργηθεί στην κοινή γνώμη η εντύπωση ότι η βία αποτελούσε την πεμπτουσία του αναρχισμού. Θέση που αποκηρύχθηκε από τους αναρχικούς, οι οποίοι υποστήριζαν ότι στην πραγματικότητα όλες οι παρατάξεις θα προσέφευγαν στη βία, εφόσον οι δημόσιες ενέργειές τους παρεμποδίζονταν με κατασταλτικά μέσα και ειδικοί νόμοι τις καθιστούσαν παράνο- μες (βλ. «Anarchism and Outrage», του C. M. Wilson και «Report of the Spanish Atrocities Committee», στην «Freedom Pamphlets», «A Concise History of the Great Trial of the Chicago Anarchists», του Dyer Lum, New York, 1886, «The Chicago Martyrs: Speeches» κλπ).
Ο αναρχισμός συνέχισε να αναπτύσσεται μερικώς προς την κατεύθυνση του μουτουαλισμού του Proudhon αλλά κυρίως προς τον κομμουνιστικό αναρχισμό, ενώ προστέθηκε μία τρίτη κατεύθυνση από τον Leo Tolstoy43, ο χριστιανικός αναρχισμός, και μία τέταρτη που ξεκίνησε μεταξύ κάποιων διακεκριμένων μοντέρνων συγγραφέων και μπορεί να περιγραφεί ως λόγιος αναρχισμός.
Οι ιδέες του Proudhon, ιδίως αυτή της αμοιβαιότητας στις τραπεζικές συναλλαγές, οι οποίες ήταν ανάλογες με αυτές του Josiah Warren, γνώρισαν σημαντική απήχηση στις Ηνωμένες Πολιτείες, δημιουργώντας μία σχολή με κύριους συγγραφείς τους Stephen Pearl Andrews44, William Grene45, Lysander Spooner46 (ο οποίος άρχισε να γράφει το 1850 και το μισοτελειωμένο έργο του «Natural Law» ήταν γεμάτο υποσχέσεις) και αρκετούς άλλους, των οποίων τα ονόματα μπορούν να βρεθούν στο «Bibliographie de l' anarchie» του καθηγητή Nettlau47.
Διακεκριμένη θέση μεταξύ των ατομικιστών αναρχικών στην Αμερική κατείχε ο Benjamin R. Tucker48, ο οποίος δημιούργησε την εφημερίδα «Liberty» το 1881 και οι απόψεις του είναι ένας συνδυασμός των απόψεων του Proudhon και του Herbert Spencer49. Ο Tucker ξεκινά από τη θέση ότι οι αναρχικοί είναι εγωϊστές (με την κυριολεκτική έννοια) και ότι κάθε ομάδα ατόμων είτε είναι μία μυστική ένωση λίγων ατόμων είτε το Κογκρέσο των Ηνωμένων Πολιτειών έχει το δικαίωμα να καταπιέζει τους ανθρώπους, εφόσον έχει την δύναμη να το κάνει. Επίσης, θεωρεί ότι η ελευθερία για όλους και η απόλυτη ισότητα πρέπει να είναι νόμος και ότι η μοναδική ηθική αρχή του αναρχισμού πρέπει να είναι το ρητό: «ο καθένας να κοιτάει τη δουλειά του». Επιπλέον, θεωρεί ότι η γενική και πλήρης εφαρμογή των αρχών αυτών θα είναι ευεργετική και δεν κρύβει κανέναν κίνδυνο, καθώς οι δυνάμεις του κάθε ατόμου θα περιορίζονται από την
εφαρμογή των ίσων δικαιωμάτων όλων των άλλων. Υποδεικνύει περαιτέρω (ακολουθώντας τον H. Spencer) τη διαφορά που υπάρχει μεταξύ της καταπάτησης των δικαιωμάτων κάποιου ανθρώπου και της αντίστασης στην καταπάτηση αυτή τη διαφορά μεταξύ της επιβουλής και της άμυνας, λέγοντας ότι η πρώτη είναι εξίσου καταδικαστέα, από όπου και αν προέρχεται, είτε επιτελείται από έναν εγκληματία εις βάρος ενός ατόμου, είτε από έναν άνθρωπο εις βάρος όλων των άλλων, είτε απ' όλους τους άλλους εις βάρος ενός, ενώ η αντίσταση στην καταπάτηση των δικαιωμάτων είναι άξια υποστήριξης και αναγκαία. Ο πολίτης και η κάθε ομάδα έχουν το δικαίωμα να ασκήσουν οποιαδήποτε μορφή βίας για την αυτοάμυνά τους συμπεριλαμβανομένης της τιμωρίας του κεφαλαίου. Η βία δικαιολογείται, επίσης, όταν ασκείται για να επιβάλλει το καθήκον διατήρησης μίας συμφωνίας. Με τον τρόπο αυτό (σύμφωνα με την γνώμη του συγγραφέα του παρόντος) ο Tucker ακολουθεί τον Spencer και ανοίγει τον δρόμο στην επαναφορά όλων των λειτουργιών του κράτους στο όνομα της «άμυνας». Η κριτική του Tucker για την παρούσα κατάσταση του κράτους είναι εξαιρετικά διεισδυτική και η υπεράσπισή του των δικαιωμάτων του ατόμου πολύ δυναμική. Όσον αφορά τις οικονομικές του απόψεις, ακολουθεί τον Proudhon.
Ο ατομικιστικός αναρχισμός των Αμερικανών οπαδών του Proudhon βρήκε πολύ μικρή ανταπόκριση στη λαϊκή μάζα. Αυτοί που πρέσβευαν τη θεωρία αυτή, και οι οποίοι ήταν κυρίως διανοούμενοι, συνειδητοποίησαν πολύ σύντομα πως η εξατομίκευση, που τόσο πολύ επαινούσαν, δεν είναι εφικτή με ατομικές προσπάθειες και είτε εγκατέλειψαν τις τάξεις των αναρχικών και οδηγήθηκαν στον φιλελεύθερο ατομικισμό των κλασσικών οικονομολόγων είτε αποσύρθηκαν σε έναν τύπο επικούρειου αμοραλισμού ή σε μία θεωρία τού υπεράνθρωπου παρόμοια με αυτήν του Stirner και του Nietzsche50. Ο κύριος όγκος των αναρχικών της εργατικής τάξης προτιμούσε τις ιδέες του αναρχοκομμουνισμού, οι οποίες προέκυψαν σταδιακά από τον κολεκτιβιστικό αναρχισμό της Διεθνούς Ένωσης Εργαζομένων. Σε αυτήν την κατεύθυνση ανήκουν -για να ονομάσουμε μόνο τους πιο γνωστούς εκπροσώπους του αναρχισμού- οι Elisιe Reclus51, Jean Grave52, Sebastien Faure, Emile Pouget53 στη Γαλλία, οι Errico Malatesta54 και Covelli στην Ιταλία, οι R. Mella, A. Lorenzo55 και οι άγνωστοι συγγραφείς πολλών εξαιρετικών μανιφέστων στην Ισπανία, ο John Most56 μεταξύ των Γερμανών, οι Spies57, Parsons και οι οπαδοί τους στις Ηνωμένες Πολιτείες, ενώ ο Domela Nieuwenhuis58 διατηρούσε μία ενδιάμεση θέση στην Ολλανδία. Επίσης, τα κύρια αναρχικά γραπτά που δημοσιεύτηκαν μετά το 1880 κινούνται προς την ίδια κατεύθυνση, ενώ ένας αριθμός αναρχικών αυτού του ρεύματος έχουν ενταχθεί στο λεγόμενο συνδικαλιστικό κίνημα (γαλλική ονομασία για το μη πολιτικό εργατικό κίνημα, που έχει γίνει τόσο σημαντικό στην Ευρώπη τελευταία και έχει αφιερωθεί στον άμεσο αγώνα ενάντια στον καπιταλισμό).
Ο συγγραφέας του παρόντος ως οπαδός του αναρχοκομμουνισμού για πολλά χρόνια προσπάθησε να αναπτύξει τις ακόλουθες ιδέες: να δείξει τη στενή και λογική σύνδεση που υπάρχει μεταξύ της μοντέρνας φιλοσοφίας των φυσικών επιστημών και του αναρχισμού, να θέσει την αναρχική θεωρία σε μία επιστημονική βάση, μελετώντας τις τάσεις που υπάρχουν σήμερα στην κοινωνία και που μπορεί να δείχνουν την μελλοντική εξέλιξή της, και να επεξεργαστεί την αναρχική ηθική. Σχετικά με την ουσία του αναρχισμού, στόχος του Kropotkin59 ήταν να αποδείξει ότι ο κομμουνισμός, έστω μερικώς, έχει περισσότερες πιθανότητες να καθιερωθεί σε σχέση με τον κολεκτιβισμό, ειδικά με τη μορφή αυτόνομων κομμούνων (κοινοτήτων), και ότι αυτός ο ελευθεριακός ή αναρχικός κομμουνισμός είναι η μόνη μορφή του κομμουνισμού που έχει κάποια πιθανότητα να γίνει αποδεκτή από τις πολιτισμένες κοινωνίες. Συνεπώς, ο κομμουνισμός και ο αναρχισμός είναι δύο όροι της εξέλιξης που άλληλοσυμπληρώνονται και ο ένας καθιστά εφικτό και αποδεκτό τον άλλο.
Επιπλέον, προσπάθησε να δείξει πώς κατά τη διάρκεια μίας επαναστατικής περιόδου μία μεγάλη πόλη μπορεί να αυτοοργανωθεί βασιζόμενη στις αρχές του ελευθεριακού κομμουνισμού, εάν οι κάτοικοί της έχουν αποδεχθεί την ιδέα. Επίσης, ανέδειξε με ποιον τρόπο η πόλη θα μπορούσε να εγγυηθεί στέγη, τροφή και ένδυση σε κάθε κάτοικό της, και μάλιστα στο επίπεδο που αντιστοιχεί τώρα μόνο στις μεσαίες τάξεις, με αντάλλαγμα μισής μέρας ή 5 ωρών εργασία, και πώς όλα αυτά που θεωρούνται σήμερα πολυτέλεια θα μπορούσε να τα έχει ο καθένας, εάν στο άλλο μισό της ημέρας συμμετείχε σε ελεύθερες ενώσεις όλων των ειδών, που ασχολούνται με διάφορα αντικείμενα (εκπαιδευτικές, φιλολογικές, επιστημονικές, αθλητικές κλπ). Με σκοπό να αποδείξει τον πρώτο από τους ισχυρισμούς αυτούς ανέλυσε τις δυνατότητες της γεωργικής και βιομηχανικής εργασίας συνδυαζόμενες με την πνευματική εργασία. Και προκειμένου να διασαφηνίσει τους κύριους παράγοντες της ανθρώπινης εξέλιξης ανέλυ- σε τον ρόλο που έπαιξαν στην ιστορία τόσο οι υπηρεσίες αλληλοβοήθειας και συνεργασίας που δημιουργήθηκαν από τον ίδιο τον λαό όσο και το κράτος.
Χωρίς να ονομάζει τον εαυτό του αναρχικό, ο Leo Tolstoy, όπως και οι προκάτοχοί του των λαϊκών θρησκευτικών κινημάτων του 15ου και 16ου αιώνα, Chojecki, Denk και πολλοί άλλοι, ενστερνίστηκε την αναρχική θέση όσον αφορά το κράτος και τα δικαιώματα ιδιοκτησίας, εξάγοντας τα συμπεράσματά του από το γενικό πνεύμα των διδαχών του Χριστού και τις επιταγές της λογικής. Με όλη την δύναμη του ταλέντου του, ιδίως στο «The Kingdom of God in Yourselves», εξαπέλυσε συνολικά μία σφοδρή κριτική εναντίον της εκκλησίας, του κράτους, του νόμου και ειδικά εναντίον των σύγχρονων νόμων περί ιδιοκτησίας. Περιέγραψε το κράτος ως την κυριαρχία των διεστραμμένων, που στηρίζεται στην ωμή βία. Οι ληστές, λέει, είναι πολύ λιγότερο επικίνδυνοι από μια καλά οργανωμένη κυβέρνηση. Πραγματοποιεί μία διεισδυτική κριτική των υφιστάμενων προκαταλήψεων για τα οφέλη που έχει ο άνθρωπος από την εκκλησία, το κράτος και την υπάρχουσα κατανομή της ιδιοκτησίας. Εμπνεόμενος από τις διδαχές του Χριστού, καταλήγει στην αρχή της μη αντίστασης και της απόλυτης καταδίκης των πολέμων κάθε είδους. Τα θρησκευτικά επιχειρήματά του, ωστόσο, είναι τόσο καλά συνδυασμένα με επιχειρήματα που απορρέουν από την ψύχραιμη παρατήρηση των σημερινών δεινών της κοινωνίας, ώστε τα αναρχικά κομμάτια των έργων του γοητεύουν εξίσου θρησκευόμενους και μη αναγνώστες.
Θα ήταν αδύνατο να παρουσιάσουμε σε λίγες γραμμές τη διείσδυση των αναρχικών ιδεών στη σύγχρονη λογοτεχνία από τη μία μεριά και την επιρροή που άσκησαν οι ελευθεριακές ιδέες των σπουδαιότερων σύγχρονων συγγραφέων στην εξέλιξη του αναρχισμού από την άλλη. Για να συνειδητοποιήσει κάποιος πόσο στενά συνδέεται ο αναρχισμός με όλα τα πνευματικά κινήματα της εποχής μας, πρέπει να συμβουλευτεί τους δέκα μεγάλους τόμους του «Supplιment Littιraire» της εφημερίδας «La Rιvolte» και το κατοπινό έργο «Temps Nouveaux», τα οποία περιέχουν αναδημοσιεύσεις από τα έργα εκατοντάδων σύγχρονων συγγραφέων που εκφράζουν αναρχικές ιδέες. Τα έργα, όπως το «Liberty» του J. S. Mill60, το «Individual versus the State» του Spencer, το «Morality without Obligation or Sanction» του Marc Guyau61, τα «La Morale» και «L' art et la religion» του Fouillιe62, τα έργα του Multatuli63 (E. Douwes Dekker), το «Art and Revolution» του Richard Wagner64, τα γραπτά των Nietzsche, Emerson, W. Lloyd Garrison65, Thoreau, Alexander Herzen, Edward Carpenter66, και στο χώρο του μυθιστορήματος τα δράματα του Ibsen67, η ποίηση του Walt Whitman68, το «War and Peace» του Tolstoy, το «Paris» και το «Le Travail» του Zola69, τα τελευταία έργα του Merezhkovsky70 και άπειρα άλλα έργα λιγότερο γνωστών συγγραφέων είναι γεμάτα από ιδέες που φανερώνουν τη στενή διασύνδεση του αναρχισμού με τη μοντέρνα σκέψη, στοχεύοντας και τα δύο προς την ίδια κατεύθυνση, αυτήν της λύτρωσης του ανθρώπου από τα δεσμά του κράτους και του καπιταλισμού.
Μετάφραση
Γιώργος Δράκος
Γιώργος Δράκος
ΣΗΜΕΙΩΣΕΙΣ
1 Το λήμμα «αναρχισμός», όπως το κατέγραψε ο Peter Kropotkin στην περίφημη
11η έκδοση του 1910-1911 της εγκυκλοπαίδειας Britannica.
11η έκδοση του 1910-1911 της εγκυκλοπαίδειας Britannica.
2 Διεθνής σοσιαλιστική οργάνωση που σκόπευε να ενώσει τα πολυάριθμα αριστερά πολιτικά γκρουπ και συνδικάτα εργαζομένων, που διεξήγαγαν την ταξική πάλη. Ιδρύθηκε το 1864 στο Λονδίνο και διαλύθηκε το 1876 στη Φιλαδέλφεια των ΗΠΑ.
3 Κινέζος φιλόσοφος, βασικός εκπρόσωπος του Ταοϊσμού (4ος αι π.Χ). Υποστήριζε την απραξία, την εσωτερική αταραξία και την καθαρότητα του νου.
4 Georg Adler (1863-1908). Γερμανός οικονομολόγος.
5 Έλληνας φιλόσοφος, πρώτος εκφραστής του ηδονισμού. Δίδασκε πως η ευχαρίστηση είναι το υπέρτατο αγαθό, και αρετή η ικανότητα του ανθρώπου να απολαμβάνει.
6 Φιλοσοφική τάση σύμφωνη με τις διδαχές του Επίκουρου. Θεωρεί ότι η ευχαρίστηση είναι ο απώτερος στόχος της ηθικής και ότι η πραγματική ηδονή επιτυγχάνεται «λάθε βιώσας», αποφεύγοντας τη δράση.
7 Σημαντικός φιλόσοφος του 4ου πΧ αιώνα, που γεννήθηκε στο Κίτιον της Κύπρου (και όχι στην Κρήτη, όπως αναφέρει ο Κροπότκιν) και πέθανε στην Αθήνα. Ιδρυτής της Στωϊκής σχολής, που υποστήριζε την αιτιοκρατία στη φύση και το πεπρωμένο για τον άνθρωπο. Θεωρούσε την ανθρωπότητα ενιαία και πρέσβευε το καθήκον της πανανθρώπινης δικαιοσύνης.
8 Marco Girolamo Vida (1485 ή 1490-1566). Ιταλός ανθρωπιστής, επίσκοπος και
ποιητής σε ύφος Βιργιλίου. Έγινε επίσκοπος του Alba το 1532.
ποιητής σε ύφος Βιργιλίου. Έγινε επίσκοπος του Alba το 1532.
9 Χουσίτες. Χριστιανικό μεταρρυθμιστικό κίνημα των οπαδών του John Huss, που κάηκε στην πυρά το 1415 μ.Χ. Αναπτύχθηκε κυρίως στη Βοημία και στη Μοραβία, ζητώντας πολιτικο-κοινωνική ελευθερία και θρησκευτική μεταρρύθμιση. Αν και απέτυχε τελικά, αποτέλεσε την πρώτη ουσιαστική επίθεση στα δύο προπύργια της μεσαιωνικής κοινωνίας, του Φεουδαλισμού και της ρωμαϊκής Καθολικής εκκλησίας.
10 Οι αναβαπτιστές ήταν αντίθετοι με τη νηπιοβάπτιση και υποστήριζαν τη συνειδητή εξωτερίκευση της πίστης. Πίστευαν στο διαχωρισμό εκκλησίας και κράτους, στην απομόνωση των απίστων και στη λιτότητα της ζωής.
11 Franηois Rabelais (1494-1553). Γάλλος ανθρωπιστής, ιερέας και γιατρός.
12 Franηois Fιnelon (1651-1715). Γάλλος αρχιεπίσκοπος, θεολόγος και άνθρωπος
των γραμμάτων. Διώχτηκε για τις πολιτικές του ιδέες από κράτος και εκκλησία.
των γραμμάτων. Διώχτηκε για τις πολιτικές του ιδέες από κράτος και εκκλησία.
13 Jean-Jacques Rousseau (1712-1778). Γάλλος φιλόσοφος, θεωρητικός της πολιτικής, συγγραφέας του «κοινωνικού συμβολαίου». Από τις μεγαλύτερες μορφές του γαλλικού διαφωτισμού, θεωρείται ο πατέρας της γαλλικής επανάστασης.
14 Αριστερή φράξια της γαλλικής επανάστασης, αντίπαλοι των Γιρονδίνων.
15 William Godwin (1756-1836). Άγγλος ριζοσπαστικός φιλόσοφος. Υποστηρικτής του ελευθεριακού αναρχισμού και υπέρμαχος μίας φυσικής, ορθολογικής και εξωεκκλησιαστικής κοινωνίας. Επηρέασε Owen, Thompson και Marx.
16 Pierre-Joseph Proudhon (1809-1865). Κοινωνιολόγος και πολιτικός φιλόσοφος, ο πιο σημαντικός Γάλλος αναρχικός. Αποκήρυσσε την επαναστατική βία και πίστευε ότι η νέα κοινωνία πρέπει να δημιουργηθεί με ηθικές μεθόδους.
17 Γιρονδίνοι. Η συντηρητική παράταξη της γαλλικής επανάστασης.
18 Με την έννοια «κομμουνισμός» περιγράφεται η κοινοκτημοσύνη των πόρων από την κοινότητα και η διανομή των αγαθών ανάλογα με την ανάγκη του καθενός. Ο «κολεκτιβισμός» (βλ. Bakunin, υποσ. 42) διαφέρει στο γεγονός ότι χρησιμοποιεί δελτία εργασίας για την διανομή των προϊόντων. Τέλος, ο «μουτουαλισμός» (βλ. υποσ. 21) αποδέχεται μία ειδική περίπτωση ατομικής ιδιοκτησίας και εφαρμόζει επίσης την αρχή της ποσότητας της εργασίας για τη διανομή των αγαθών.
19 Louis Blanc (1811-1882). Γάλλος ουτοπικός σοσιαλιστής και δημοσιογράφος. Ιδρυτής της εφημερίδας «Revue du Progrθs» το 1839 και μέλος της προσωρινής κυβέρνησης της Δεύτερης Δημοκρατίας (1848).
20 Ο διαχωρισμός γίνεται μεταξύ της ιδιοκτησίας που στηρίζει την τυραννία και αυτής που προστατεύει την ελευθερία. Το προϊόν της εργασίας νομιμοποιείται να αποτελεί ιδιοκτησία, ενώ ιδιοκτησία γης νοείται μόνον όταν αυτή δουλεύεται ή κατοικείται.
21 Πολιτική-οικονομική θεωρία ή σύστημα που ανάγει σε μοναδική αξία την εργασία και υποστηρίζει ότι, εφόσον πωλείται η εργασία ή το προϊόν της, δικαιούται σε αντάλλαγμα αγαθά που ενσαρκώνουν το ακριβές ποσό της εργασίας που καταβλήθηκε.
22 William Thompson (1785-1833). Ιρλανδός πολιτικός, φιλόσοφος, συγγραφέας και κοινωνικός μεταρρυθμιστής. Ξεκινώντας από τον ωφελιμισμό, έκανε κριτική στην καπιταλιστική εκμετάλλευση και επηρέασε σημαντικά το κίνημα του συνεργατισμού, του συνδικαλισμού και τον Karl Marx.
23 Josiah Warren (1798-1874). Ατομικιστής αναρχικός, εφευρέτης, μουσικός και συγγραφέας από τις ΗΠΑ. Πρώιμος ακολουθητής του Robert Owen, σύντομα απέρριψε τις ιδέες του και υποστήριξε την αναρχία που βασίζεται στην «κυριαρχία του ατόμου».
24 Robert Owen (1771-1858). Βρετανός εργοστασιάρχης και πρωτοπόρος σοσια-
λιστής. Έπαιξε σημαντικό ρόλο στο κίνημα του συνεργατισμού και δημιούργησε
συνεταιριστικές κοινωνίες των 2000 με 3000 ατόμων στη Σκωτία (New Lanark) το 1800 και στην Ιντιάνα των ΗΠΑ (New Harmony) από το 1824 μέχρι το 1829.
λιστής. Έπαιξε σημαντικό ρόλο στο κίνημα του συνεργατισμού και δημιούργησε
συνεταιριστικές κοινωνίες των 2000 με 3000 ατόμων στη Σκωτία (New Lanark) το 1800 και στην Ιντιάνα των ΗΠΑ (New Harmony) από το 1824 μέχρι το 1829.
25 Robert de Lamennais (1782-1854). Γάλλος ιερέας και φιλόσοφος. Συνηγορούσε υπέρ των δημοκρατικών αξιών και του διαχωρισμού εκκλησίας και πολιτείας.
26 Charles Fourier (1772-1837). Γάλλος θεωρητικός του σοσιαλισμού, υποστήριζε την επανίδρυση της κοινωνίας βασισμένη σε ομοσπονδίες παραγωγών (φάλαγγες).
27 Claude Saint-Simon (1761-1825). Γάλλος θεωρητικός, από τους πρωτοπόρους του σοσιαλισμού. Θετικιστής, πίστευε στη σημασία της θρησκείας και στην αξία των ηθικών, επαναστατικών χριστιανικών αρχών με στόχο την μεγαλύτερη ισότητα και κοινωνική δικαιοσύνη για την εργατική τάξη.
28 Αριστεροί Εγελιανοί. Ομάδα σπουδαστών και νεαρών καθηγητών του πανεπιστημίου του Βερολίνου, οπαδών του Hegel, που αντίθετα με το συντηρητικό αντίστοιχο ρεύμα επεδίωκαν να αναπτύξουν και να επεκτείνουν περαιτέρω τη διαλεκτική του. Μεταξύ αυτών ήταν ο K. Marx, L. Feuerbach, Βruno Bauer, Mx Stirner και Moses Hess.
29 Moses Hess (1812-1875) Γερμανός σοσιαλιστής, που οδήγησε τον Engels στον κομμουνισμό και εισήγαγε τον Marx στα κοινωνικά και οικονομικά προβλήματα.
30 Wilhelm Weitling (1808-1871). Από τους πρώτους σημαντικούς Γερμανούς σοσιαλιστές.
31 Max Stirner (1806-1856). Γερμανός φιλόσοφος (αληθινό όνομα Johann Kaspar Schmidt). Θεμελιωτής του ατομικιστικού αναρχισμού με το έργο του «Ο μοναδικός και η ιδιοκτησία του». Θεωρούσε ότι δεν υφίσταται καμία αξία ανώτερη από το «Εγώ» και μ' αυτήν την έννοια υποστήριζε τον γνήσιο εγωϊσμό που δεν αλλοτριώνεται. Τοποθετούσε τη θέληση του ατόμου πάνω από όλα, καταδικάζοντας την εξουσία όλων των κοινωνικών και πολιτικών θεσμών.
32 John Henry Mackay (1864-1933). Ατομικιστής αναρχικός, θεωρητικός και συγγραφέας που μεγάλωσε στη Γερμανία.
33 Victor Basch (1863/1865-1944). Εβραίος Ουγγρογάλλος πολιτικός, καθηγητής φιλοσοφίας στο πανεπιστήμιο του Ρήνου. Δολοφονήθηκε από τους ναζί.
34 Immanuel Kant (1724-1804). Γερμανός φιλόσοφος της μεταφυσικής, ιδρυτής της κριτικής φιλοσοφίας και ένας από τους πρώτους διανοητές του διαφωτισμού. Θεωρούσε ότι η αντικειμενική πραγματικότητα δεν είναι εξωτερική του τρόπου γνώσης του ανθρώπου, αλλά εισπράττεται από τον άνθρωπο μέσω των έμφυτων προϋπαρχουσών κατηγοριών της σκέψης. Η φιλοσοφική επιρροή της σκέψης του υπήρξε τεράστια, ενδεικτικά αναφέρονται οι Fichte, Schelling και Hegel.
35 Georg Hegel (1770-1831). Γερμανός φιλόσοφος της μεταφυσικής, ένας από τους πιο σημαντικούς δυτικούς φιλοσόφους του 19ου αιώνα. Θεωρήθηκε ως απόλυτος ιδεαλιστής, καθώς πίστευε ότι η πραγματικότητα είναι το αποτέλεσμα της ιστορικής διεργασίας, της οποίας απώτερος στόχος είναι η κατανόηση της ουσίας της ύπαρξης ή του «Απολύτου». Την διαδικασία αυτή την ονόμασε διαλεκτική: μία διαδικασία εξέλιξης προς την πρόοδο, που πηγάζει από τη σύγκρουση δύο αντιθέτων, η οποία μετατρέπεται σε σύνθεση και δημιουργία. Επηρέασε σημαντικά τη σκέψη των Karl Marx, Fr. Engels και πολλών άλλων.
36 Friedrich Schelling (1775-1854). Γερμανός φιλόσοφος και καθηγητής. Θεωρούσε την ελευθερία ως την αρχή και το τέλος κάθε φιλοσοφίας. Βάση της φιλοσοφίας του ήταν ότι η ελευθερία του ανθρώπινου γένους είναι πραγματική, μόνο εάν αυτή υπάρχει εξίσου για το καλό και το κακό. Εμπνευσμένος από τον Kant πίστευε ότι η φυσική (ή ασυνείδητη) δημιουργία και η πνευματική (ή συνειδητή) ενοποιούνται στην Τέχνη.
37 Γερμανική λέξη που σημαίνει 'το πνεύμα'. Ο Hegel της απέδιδε μεταφυσική έννοια και έκανε το διαχωρισμό σε υποκειμενικό, αντικειμενικό και απόλυτο πνεύμα.
38 Anselme Bellegarrigue. Γάλλος ατομικιστής αναρχικός. Γεννήθηκε γύρω στα 1820 στην Τουλούζη και πέθανε στα τέλη του 19ου αιώνα στην κεντρική Αμερική.
Εχετε πιστέψει μέχρι τώρα ότι υπάρχουν τυρράνοι~ Ε λοιπόν ! Εχετε κάνει λάθος, δεν υπάρχουν παρά μόνο σκλάβοι : Εκεί που κανένας δεν υπακούει κανένας δεν διατάζει.
39 Joseph Dιjacque (1821-1864). Γάλλος αναρχοκομμουνιστής ποιητής και συγγραφέας, που κυνηγήθηκε και φυλακίστηκε για τη δράση και τα έργα του.
40 Η διαμάχη μεταξύ Marx και Bakunin ήταν αυτή που προκάλεσε τη διάσπαση. Ο δεύτερος κατηγόρησε τον Marx ως αυταρχικό και, εκεί που αυτός υποστήριζε μία συγκεντρωτική επανάσταση βασισμένη στη δικτατορία του προλεταριάτου, ο Bakunin υποστήριζε την ομοσπονδιακή οργάνωση υπό τον έλεγχο των εργατών και την κατάργηση του κράτους το συντομότερο δυνατό. Πίστευε ότι το κράτος και στα χέρια των εργατών θα συνέχιζε να αποτελεί τυραννία.
41 Ελληνική ελεύθερη απόδοση της λέξης «federalists», που αναφέρεται στους οπαδούς του ομοσπονδιακού τρόπου οργάνωσης της κοινωνίας.
42 Mikhail Bakunin (1814-1876). Ρώσος επαναστάτης και αγκιτάτορας, το κυρίαρχο πνεύμα του αναρχισμού τον 19ο αιώνα. Επηρεάστηκε από τον Fichte και τους νεο-εγελιανούς. Θεωρούσε την λαϊκή επανάσταση ως το απαραίτητο μέσο για την καταστροφή της πολιτικής εξουσίας του κράτους στα άτομα και έδειχνε εμπιστοσύνη στο επαναστατικό ένστικτο του λαού. Έζησε πολύκροτη ζωή. «Ο άνθρωπος αυτός δεν είχε κανονικό αστερισμό για ζώδιο, όταν γεννήθηκε, αλλά κομήτη», είπε γι' αυτόν ένας από τους πιστούς του φίλους, ο Herzen.
43 Leo Tolstoy (1828-1910). Ρώσος φιλόσοφος και συγγραφέας. Υπήρξε ασκητικός άνθρωπος, ειρηνιστής και αναρχικός. Ηθικός κριτής του τσαρισμού, υποστήριζε την κατάργηση του κράτους και της ιδιοκτησίας ως πηγές εκμετάλλευσης και την δημιουργία κομμούνων με χριστιανικές αρχές. Επηρέασε σημαντικά τον Gandhi, και το λογοτεχνικό έργο του «War and Peace» θεωρείται ένα από τα καλύτερα μυθιστορήματα που έχουν γραφτεί ποτέ.
44 Stephen Andrews (1812-1886). Αμερικανός ατομικιστής αναρχικός, συγγραφέας και εκδότης.
45 William Greene (1819-1878). Αμερικανός ατομικιστής αναρχικός και συγγραφέας.
46 Lysander Spooner (1808-1887). Αμερικανός ατομικιστής αναρχικός, επιχειρηματίας, πολιτικός φιλόσοφος, υπέρμαχος της κατάργησης της δουλείας και της θανατικής ποινής και υποστηρικτής του εργατικού μεταρρυθμιστικού κινήματος.
47 Max Nettlau (1865-1944). Γερμανός αναρχικός και ιστορικός.
48 Benjamin Tucker (1854-1939). Υπήρξε ο κύριος υποστηρικτής του αμερικανικού ατομικιστικού αναρχισμού κατά τον 19ο αιώνα.
49 Herbert Spencer (1820-1903). Άγγλος φιλόσοφος, κοινωνιολόγος και επιστήμονας, οπαδός του κοινωνικού δαρβινισμού-εξελικτισμού. Υποστήριζε τον θετικισμό, τον ακραίο φιλελευθερισμό και το laissez-faire.
50 Friedrich Nietzsche (1844-1900). Γερμανός φιλόσοφος, προέβλεψε την ευρωπαϊκή πτώση προς τον μηδενισμό και με δυναμικές πρόζες και ποιήματα προσπάθησε να την αποτρέψει. Αφού διακήρυξε το θάνατο του θεού, εντόπιζε το πρόβλημα του σύγχρονου ανθρώπου στην έλλειψη νοήματος στη ζωή. Ο ιδανικός άνθρωπος ή υπεράνθρωπος, όπως τον αποκαλεί, θα γνωρίσει την πραγματική ευτυχία κυριαρχώντας στην ύπαρξή του και σμιλεύοντας τον χαρακτήρα του. Επηρεασμένος από τον Schopenhauer, συμπίπτει στην υποστήριξη του ατόφιου εγωϊσμού με τον Stirner. Σημαντικότερο έργο του το «Τάδε έφη Ζαρατούστρα», 1883-92.
51 Ιlisιe Reclus (1830-1905). Γάλλος γεωγράφος και αναρχικός, συμμετείχε στην Παρισινή κομμούνα το 1871.
52 Jean Grave (1854-1939). Σημαντικός ακτιβιστής του γαλλικού αναρχικού κινήματος.
53 Emile Pouget (1860-1931). Γάλλος δημοσιογράφος και αναρχικός, από τους πρώτους που κατανόησαν την δύναμη της γενικής απεργίας. Εκδότης της καθημερινής εφημερίδας «La Revolution».
54 Errico Malatesta (1853-1932). Ιταλός αναρχοκομμουνιστής με πλούσια επαναστατική δράση για πολλούς ισάξια του Bakunin. Υποστήριζε την κοινωνική επανάσταση και αντιμετώπιζε με υποψία τον συνδικαλισμό. Πίστευε πως «η πραγματική αναρχική βία είναι αυτή που σταματά, όταν σταματά η ανάγκη υπεράσπισης της ελευθερίας». Πέρασε μεγάλο μέρος της ζωής του εξόριστος από την Ιταλία και περισσότερα από δέκα χρόνια στη φυλακή.
55 Anselmo Lorenzo. Από τους γνήσιους Ισπανούς αναρχικούς (ο «παππούς» του ισπανικού αναρχισμού).
56 John Most (1846-1906). Γερμανός αναρχικός και ρήτορας, υποστήριζε τη χρήση βίας για την επίτευξη πολιτικής και κοινωνικής αλλαγής.
57 Theodore Spies (1855-1887). Εργάτης, αναρχικός ακτιβιστής.
58 Ferdinand Nieuwenhuis (1846-1919). Ο πιο διακεκριμένος Ολλανδός σοσιαλιστής. Λουθηρανός ιερέας, έχασε την πίστη του και άρχισε πολιτικό αγώνα υπέρ των εργατών. Υπήρξε ο πρώτος σοσιαλιστής στο Ολλανδικό κοινοβούλιο.
59 Peter Kropotkin (1842-1921). Ρώσος πρίγκηπας, επιστήμονας και αναρχικός. Συνδύασε βιολογικά και ιστορικά στοιχεία για να δημιουργήσει τη θεωρία της «συνεργασίας» (mutual aid), που αφορά στην εξέλιξη των ειδών, και για να υποστηρίξει τα πιστεύω του για την ανωτερότητα της αναρχικής θεωρίας. Μέλος της Α΄ διεθνούς, κατέκρινε την αυταρχική και συγκεντρωτική τάση της μαρξιστικής θεωρίας και υποστήριξε τις αρχές της εθελοντικής συνεργασίας και του φεντεραλισμού. Μεταξύ των έργων του τα: «Αλληλοβοήθεια», «Αγροί, εργοστάσια, εργαστήρια» και «Κατάκτηση του ψωμιού».
60 John Stuart Mill (1806-1873). Άγγλος θεωρητικός, φιλόσοφος και οικονομολόγος. Γνωστός για τα γραπτά του πάνω στη μεθοδολογία της επιστήμης και της λογικής, καθώς και για την πολύτομη πραγματεία του για την κοινωνική και πολιτική ζωή.
61 Jean-Marie Guyau (1854-1888). Γάλλος φιλόσοφος και ποιητής.
62 Alfred Fouillιe (1838-1912). Γάλλος φιλόσοφος και κοινωνιολόγος.
63 Ψευδώνυμο του Eduard Dekker (1820-1887). Ολλανδός συγγραφέας, που έγινε διάσημος για τη σατιρική του νουβέλα «Max Havelaar».
64 Richard Wagner (1813-1883). Γερμανός συνθέτης. Στην όπερα «Die fliegende Hollδnder» («ο Ιπτάμενος Ολλανδός») παρουσίαζε τις πολιτικές του ιδέες. Υπήρξε μέλος του ημιεπαναστατικού λογοτεχνικού κινήματος «Young Germany». Του είχε απαγορευτεί για 11 χρόνια η είσοδος στην Γερμανία, λόγω των πολιτικών του πεποιθήσεων.
65 William Garrison (1805-1879). Αμερικανός υπέρμαχος της κατάργησης της δουλείας και της θανατικής ποινής.
66 Edward Carpenter (1844-1929). Άγγλος ποιητής και φιλόσοφος, από τους πρώτους ακτιβιστές των ομοφυλοφίλων.
67 Henrik Ibsen (1828-1906). Ρομαντικός θεατρικός συγγραφέας από τη Νορβηγία, θεωρείται πατέρας του σύγχρονου δράματος. Γνωστός για τα ψυχολογικά του έργα με έντονη κοινωνική κριτική.
68 Walt Whitman (1819-1892). Γενικά θεωρείται ο πιο σημαντικός Αμερικανός ποιητής του 19ου αιώνα. Έγραψε σε ελεύθερο στίχο βασιζόμενος στους ρυθμούς των ιθαγενών αμερικανικών διαλέκτων.
69 Ιmile Zola (1840-1902). Γάλλος συγγραφέας, υπέρμαχος του νατουραλισμού στη λογοτεχνία. Υπερασπίστηκε τον Dreyfus στη γνωστή υπόθεση. Τα μυθιστορήματά του προκάλεσαν έντονες διαμάχες και ορισμένα απαγορεύτηκαν για την πιστή και αποκρουστική μεταφορά λεπτομερειών. Βαθιά ανθρωπιστής, έγραψε πέραν των άλλων κοινωνικά μυθιστορήματα, όπως αυτά που αναφέρονται στο κείμενο.
70 Dmitry Sergeyevich Merezhkovsky (1865-1941). Ρώσος συγγραφέας και κριτικός λογοτεχνίας, ιδρυτής του κινήματος του μοντερνισμού στη ρωσική λογοτεχνία.
Από το 1Ί τεύχος του περιοδικού ΝΥΚΤΕΓΕΡΣΙΑ
Δεν υπάρχουν σχόλια:
Δημοσίευση σχολίου