δεσμεύομαι
Πίνακας περιεχομένων
Ελληνικά (el) []
Ετυμολογία []
-
δεσμεύομαι < → Η ετυμολογία λείπει.
- δεσμεύομαι < → Η ετυμολογία λείπει.
Ρήμα[]
δεσμεύομαι, παρατ.: δεσμευόμουν, στιγμ. μέλλ.: θα δεσμευτώ, αόρ.: δεσμεύτηκα , μτχ.π.π.: δεσμευμένος
- περιορίζομαι από νομική ή ηθική υποχρέωση
- υπόσχομαι ότι θα τηρήσω μια υποχρέωση
δεσμεύομαι, παρατ.: δεσμευόμουν, στιγμ. μέλλ.: θα δεσμευτώ, αόρ.: δεσμεύτηκα , μτχ.π.π.: δεσμευμένος
- περιορίζομαι από νομική ή ηθική υποχρέωση
- υπόσχομαι ότι θα τηρήσω μια υποχρέωση
Πόσο γελοίοι είστε τελικά όλοι εσείς οι εκπρόσωποι της Νέα Τάξης Πραγμάτων;
Λέτε όλοι τα ίδια ψέματα την ίδια, αναλογικά, χρονική στιγμή και αναιρείτε τα λεγόμενα σας με τον ίδιο τρόπο. Πιο γελοίοι όμως είναι οι ψηφοφόροι σας. Δηλαδή ο λαός. Απολαύστε άλλον ένα επαγγελματία ψεύτη…
ΕΣΧΑΤΗ ΠΡΟΔΟΣΙΑ
Δεν υπάρχουν σχόλια:
Δημοσίευση σχολίου