Ο μακεδονικός τάφος της Κρίσεως, (η ονομασία του προέρχεται από τη ζωγραφική παράσταση στην πρόσοψή του που παριστάνει την διαδικασία της Κρίσης του νεκρού, που οδηγείται από τον Ερμή Ψυχοπομπό στους δύο Κριτές του Κάτω Κόσμου, τον Αιακό και τον Ραδάμανθυ).
Ο νεκρός εικάζεται, με μεγάλη πιθανότητα, ότι είναι ο σωματοφύλακας του Μεγάλου Αλεξάνδρου Πευκέστα και μετέπειτα Σατράπης της Περσίας, που καταγόταν από την τοπική περιοχή της αρχαίας Μιέζας.
Ο τάφος βρίσκεται 1400 μέτρα από τα Λευκάδια της Ημαθίας (2,5 χιλιόμετρα από τον Κοπανό, 6,5 χιλιόμετρα από το κέντρο της πόλης της Νάουσας).
Ο τάφος της Κρίσεως εντοπίσθηκε τυχαία το 1954 κατά τις εργασίες διάνοιξης επαρχιακού δρόμου και ανασκάφηκε από τον καθηγητή Φώτιο Πέτσα.
Είναι ένα από τα ταφικά μνημεία της αρχαίας Μίεζας, που είχαν κατασκευασθεί στην πορεία του αρχαίου δρόμου που ένωνε την πόλη με την πρωτεύουσα του μακεδονικού βασιλείου, την Πέλλα και βρίσκεται 120 μέτρα έξω από την ευθεία του αρχαίου δρόμου.
Εργασίες συντήρησης των κονιαμάτων και δομικής αποκατάστασης της πρόσοψης έγιναν το 1998, παράλληλα με ανασκαφή από τη Λ. Στεφανή.
Είναι ο μεγαλύτερος από τους μακεδονικούς τάφους της περιοχής με διαστάσεις: ύψος 5,5μ, πλάτος 5 μ, μήκος 10 μ. Το μνημείο καλυπτόταν με χωμάτινο τύμβο που είχε ύψος 1,50 μ. και διάμετρο 10 μ. Χρονολογείται στις αρχές του 3ου αιώνα π.Χ.
Είναι διθάλαμος τάφος με καμαρωτή στέγη, με διόροφη πρόσοψη δωρικού ρυθμού κάτω και ιωνικού ρυθμού επάνω και δίνει την εντύπωση αρχαίου διώροφου κτηρίου με αετωματική επίστεψη.
Στο κάτω μέρος του τάφου υπάρχουν τέσσερις δωρικοί ημικίονες και δύο παραστάδες στις γωνίες κρατούν το επιστύλιο και τη δωρική ζωοφόρο.
Οι ημικίονες χωρίζονται σε δύο ζευγάρια αριστερά και δεξιά της εισόδου. Στις τέσσερις επιφάνειες που σχηματίζονται ανάμεσα στους ημικίονες εικονίζεται ο οδήγηση του νεκρού από τον ψυχοπομπό Ερμή στους δύο κριτές του κάτω κόσμου. Από τον τρόπο απόδοσης των μορφών και των χρωμάτων προκύπτει ότι δύο ζωγράφοι συμμετείχαν στη διακόσμηση του τάφου, ένας στις δύο εικόνες αριστερά με τον νεκρό και τον Ερμή και ο άλλος στις δύο εικόνες από δεξιά με τους δύο κριτές του Κάτω κόσμου.
Αποτελείται από τρίγλυφα και ένδεκα μετόπες, που διατηρούν τμηματικά την πολυχρωμία τους και διακοσμούνται με ένα πολύ γνωστό θέμα, την αναμέτρηση των Κενταύρων με τους Λαπίθες. Ταινία με σταγόνες και γραπτή ζώνη με άνθη και έλικες διαχωρίζουν τις μετόπες από την ιωνική ζωφόρο που ακολουθεί. Είναι χαρακτηριστικό ότι οι μορφές που τη συνθέτουν είναι ανάγλυφες. Πάνω από το γείσο αναπτύσσεται ο »δεύτερος όροφος» της πρόσοψης. Αποτελείται από έξι μικρούς ιωνικούς ημικίονες με ύψος 1,46 μ., ανάμεσα στους οποίους υπάρχουν διαστήματα διαμορφωμένα ως ψευδόθυρες που φέρουν ορθογωνική αναπαράσταση του δελφικού έψιλον. Διατηρούνται μόνο ελάχιστα τμήματα του αετώματος. Το αέτωμα διέθετε τοιχογραφίες που το διακοσμούσαν και διακρίνονται μόνο θραύσματά των χωρίς να μπορεί να διακριθεί το θέμα.
Ο προθάλαμος, αν και δεν έχει ανασκαφεί πλήρως, φαίνεται ότι δεν διέθετε γραπτές παραστάσεις. Αντίθετα, ο νεκρικός θάλαμος με την αρχιτεκτονική διάρθρωση των τοίχων θυμίζει έντονα τις εσωτερικές όψεις σπιτιών της Πέλλας και της Δήλου. Διαθέτει τοιχοβάτη, κυρίως τοίχο, παραστάδες στις γωνίες, θριγκό και καμαρωτή στέγη. Βαθύ γαλάζιο, κόκκινο και λευκό είναι τα χρώματα που έχουν χρησιμοποιηθεί στο θάλαμο, ενώ ιωνικά κυμάτια, ρόδακες και ταινίες διακοσμούν τα διάφορα αρχιτεκτονικά μέλη.
Ο τάφος έχει συληθεί και βρέθηκαν, (τουλάχιστον αυτά μόνο ανακοινώθηκαν από τους αρχαιολόγους), θραύσματα ενός αγαλματιδίου νεαρής γυναίκας, από ελαφαντόδοντο και μία μικρή βάση – πιάτο, από το ίδιο υλικό, που στόλιζαν την κλίνη του νεκρού. Το ελεφαντοστό ήταν τότε, αλλά παραμένει και σήμερα, πολυτελές υλικό, προερχόμενο από την Αφρική και την Ινδία, που επιλεγόταν για ολόγλυφες μορφές διακοσμητικών στοιχείων επίπλων και άλλων αντικειμένων, επειδή είναι ένα από τα πιο λευκά σκληρά οργανικά υλικά, που μπορούν να διαμορφωθούν από τους γλύπτες.
………………………………………………………………………..
ΣΧΕΤΙΚΟ ΘΕΜΑ:
Δεν υπάρχουν σχόλια:
Δημοσίευση σχολίου