Χαρά σου, η μοίρα εσένα η ωραία, να πέσεις Θεού σημάδι εκδικητή,
στερνέ, πρώτα Απολλώνιε ιερέα
του ξαναγεννημού προφητευτή!
Με τα λόγια αυτά ο Παλαμάς αποχαιρέτησε τον Απρίλιο του 1910 τον μεγάλο Περικλή Γιαννόπουλο. Έχουμε ξαναγράψει πως μια εθνική αναγέννηση προϋποθέτει μια αναγέννηση του πνεύματος, η κοινωνική και εθνική επανάσταση γενάται μέσα από την πνευματική. Στις αρχές του 20ου αιώνα η Ελλάς ήταν ένα κρατίδιο - δούλος των ξένων συμφερόντων, άθλιοι και διεφθαρμένοι πολιτικάντηδες κατασπάραζαν τη σάρκα του Ελληνισμού. Μιζέρια, κακομοιριά και ηττοπάθεια, αλλά και ξενομανία, δυτικόφερτος ξυπασμός και ξενόδουλος μεταπρατισμός, είχαν απλωθεί σε αυτό που λεγόταν «υψηλή κοινωνία». Σε τέτοια ατμόσφαιρα παρουσιάζεται ο Π. Γιαννόπουλος ως εγερτήριο ελληνικότητας, ως οξύτατος κατήγορος της νεοελληνικής παρακμής, να συνταράξει τις ψυχές αυτών που μπορούσαν να κατανοήσουν το μήνυμά του. Εισηγητής και θεμελιωτής μιας ολόκληρης βιοθεωρίας και κοσμοθεωρίας η οποία στόχευε στην αναγέννηση της έννοιας «Ελληνικότητα», ο Γιαννόπουλος στοχάζεται, κατακρίνει, προτείνει, καταδικάζει, μα και προειδοποιεί. Γράφει χαρακτηριστικά ο Γ. Ξενόπουλος «για τους ιδεολόγους του μέλλοντος κάθε φράση του Γιαννόπουλου είναι ικανή να γεννήσει ολόκληρο βιβλίο». Ο μάρτυρας αυτός της ελληνικότητας δεν ανήκε σε κοσμικές λέσχες και κλειστά «λόμπι», δεν ήταν αρτηρία της πολιτικής παρακμής, ούτε δούλος οικονομικών συμφερόντων. Ένας απλός καθημερινός άνθρωπος στην όψη και στο βίο, τον οποίον η Θεια Πρόνοια προίκισε με το βαθύ πνεύμα, με το κίνητρο του αγώνα, την συνείδηση της θυσίας του Εγώ για χάρη των πολλών. Πιστεύει ολοκληρωτικά σε μια εθνική αναγέννηση, ως μόνη οδό για την σωτηρία της ψυχής του Έλληνα, και αυτής της ίδιας της Πατρίδας. Μια πατρίδα όμως που για τον Γιαννόπουλο πρέπει να αποβάλει την φτήνια του μικροελλαδισμού, την ξενομανία, τον διεθνισμό, τον παλαιοκομματισμό, έτσι ώστε να ανυψωθεί πάλι ο Ελληνισμός στην οικουμενική του διάσταση. Γράφει και κηρύττει για την ανάγκη της ελληνοποίησης της ζωής σε όλες τις εκφάνσεις, και αυτό γιατί πιστεύει βαθύτατα στην αξία του Έλληνα, ο οποίος μπορεί λόγω των εκάστοτε συνθηκών και της ανάξιας ηγεσίας, να μην δύναται να εκδηλώσει τις αρετές της Φυλής, μέσα του όμως η φλόγα του Ελληνισμού παραμένει άσβεστη ασφυκτιώντας να βγει στην επιφάνεια και να αναζωογονήσει την οικουμένη. Ο Γιαννόπουλος είναι φανερό πως μέσα από το έργο του πιστεύει στην τραγική πορεία του Ελληνισμού. Μέσα από μια οδό αρχαίας τραγωδίας, ο Ελληνισμός πρέπει να περάσει από το στάδιο της συντριβής, έτσι ώστε να οδηγηθεί στην τελική κάθαρση. Γράφει: «Ξυπνήστε, Εγερθείτε. Και επαναστατήστε κατά του Εαυτού σας. Και αναβαπτισθείτε εις το θείον φως της Γής σας και εις τα Παραδείσια Ελληνικά νερά. Θα εξέλθετε ζωντανοί. Και θα εξέλθετε Έλληνες».
Ως αληθινός επαναστάτης, αυθεντικός εκφραστής του κινήματος της ελληνικής αναγεννήσεως, συγκρούεται με το πολιτικό-οικονομικό καταστημένο του αθηνοκεντρικού κράτους. Μετά τον πόλεμο του 1897 που συγκλόνισε τον Ελληνισμό, έρχεται η εποποιία του Μακεδονικού Αγώνα. Μέσα σε ένα τέτοιο κλίμα κυκλοφορεί το πρώτο του βιβλίο «Νέον Πνεύμα». Με λόγο προφητικό, επαναστατικό και οξύτατα κατηγορητικό, μιλάει για πνευματική και ηθική επανάσταση του Ελληνισμού ενάντια στον ελλαδισμό. Φωτίζει και συγκλονίζει τις ψυχές κάνοντας λόγο για επανάσταση πνευματική, αισθητική, κοινωνική, πολιτική, καλλιτεχνική και προσωπική. Κατακεραυνώνει τον σάπιο κοινοβουλευτισμό και τους διεφθαρμένους εκφραστές του. «Ντροπή σας να συζητάτε με τον Σκυλόφραγκο αν η Μακεδονική σας Γη είναι δική σας Γη». Και αλλού για τη Βουλή: «Τσουλικό λημέρι προς διαρπαγήν Γης, Ζωής, Τιμής και περιουσίας του Ελληνισμού».
Ακραίος; Απόλυτος; Κάπως έτσι θα τον χαρακτήριζαν σήμερα οι διάφοροι όψιμοι, οι εκφραστές της σημερινής παρακμής, οι σύγχρονοι αντίστοιχοι αυτών που κατακεραύνωνε ο Γιαννόπουλος. Αυτός ο «δια την Ελλάδα σαλός» που γνώριζε πως ο αιώνιος και Θείος προορισμός του Έλληνα είναι ο εξανθρωπισμός της οικουμένης, αυτός ο μέγας ελληνοποιός επαναστάτης, ο αριστοκράτης του πνεύματος, ο ξεχωριστός, ο φυτευτής του σπόρου της Ελληνικής Αναγέννησης, ο πρωτοπόρος και μάρτυρας, που όπως όλοι οι πνευματικοί επαναστάτες δεν γίνεται αποδεκτός από την εποχή του, αλλά οι ιδέες τους χαράζουν την νέα εποχή. Το πνεύμα του ήταν αυτό που μίλησε στις ψυχές Όσων Ζωντανών και η Ελλάς προχώρησε Εμπρός, στο Μακεδονικό Αγώνα, στους Βαλκανικούς πολέμους, στις μυθικές εσχατιές της Μικρασίας και στο κλέος του 1940. Πρόδρομος όλων των πνευματικών ανδρών, που συγκλονισμένοι από τον λόγο του, στάθηκαν άξιοι συνεχιστές του, αυτοί που «ελληνοποίησαν» ξανά την Ελλάδα, έστω και για λίγο.
Γι' αυτό σήμερα ο Περικλής Γιαννόπουλος είναι ξεχασμένος, γιατί ο λόγος του είναι επαναστατικός και επικίνδυνος για το κατεστημένο που λυμαίνεται την Ελλάδα. Ας αρχίσουμε να τον μελετούμε και να τον αποκωδικοποιούμε. Θα είναι μια μεγάλη νίκη των Ιδεών μας, ένας προσωπικός αναβαπτισμός στην έννοια της Ελληνικότητας.
Ευάγγελος Χ. Χανιώτης
Πηγή.