Αναστάσιος Μαντέλης, Πολιτικός
Ο Αναστάσιος Μαντέλης γεννήθηκε στην Αθήνα το 1945 και σπούδασε Νομικά στο Πανεπιστήμιο Αθηνών. Είναι δικηγόρος στον Άρειο Πάγο και στο Συμβούλιο Επικρατείας.
Εξελέγη για πρώτη φορά βουλευτής Κεφαλληνίας, με το ΠΑΣΟΚ το 1981.
Διετέλεσε πρόεδρος του ΟΤΕ (1985-1988), των ΕΛΤΑ (1985-89). Το 1993 ανέλαβε Γενικός Γραμματέας του Υπουργείου Βιομηχανίας, Ενέργειας και Τεχνολογίας.
Τον Ιανουάριο 1996 ο Κώστας Σημίτης αναλαμβάνοντας Πρωθυπουργός τον όρισε
Γενικό Γραμματέα του Υπουργικού Συμβουλίου. Στις εκλογές του 1996 εκλέγεται βουλευτής Επικρατείας. Αναλαμβάνει αρχικά
Υφυπουργός Εσωτερικών, Δημόσιας Διοίκησης και Αποκέντρωσης και στη συνέχεια, τον Σεπτέμβριο 1997,
Υπουργός Μεταφορών και Επικοινωνιών. Στις εθνικές εκλογές του 2000 εκλέγεται βουλευτής στη Β' Περιφέρεια της Αθήνας.
Μέλος της Επιτροπής Αναθεώρησης του Συντάγματος ως και των Διαρκών Κοινοβουλευτικών Επιτροπών Οικονομικών και Αποτίμησης Τεχνολογίας.
Είναι έγγαμος με την Ευθυμία Βλάχου και έχουν δύο παιδιά, την Αγγελίνα και τον Χαράλαμπο.
http://www.mantelis.gr/
mantelis@parliament.gr
Κι αυτό...
Οικονομία
Ο Κώστας Σημίτης μαζί με την ομάδα των λεγόμενων εκσυγχρονιστών ώθησε το ΠΑΣΟΚ και την κυβέρνηση μακριά από την παράδοση Παπανδρέου προς πιο αντιδημοφιλείς δημοσιονομικές πολιτικές και μεγαλύτερη οικονομική ελευθερία. Επί πρωθυπουργίας του Κώστα Σημίτη, στις
19 Ιουνίου 2000 υπεγράφη η ένταξη της Ελλάδας στην
Οικονομική και Νομισματική Ένωση (Ο.Ν.Ε.), που υπήρξε σημαντικότατο επίτευγμα με την ταυτόχρονη υιοθέτηση με την υπόλοιπη Ευρώπη του ευρωπαϊκού νομίσματος
Ευρώ. Αμφιβολίες εμφανίστηκαν μετέπειτα ως προς την εγκυρότητα των οικονομικών στοιχείων που παρουσιάστηκαν, για να γίνει η Ελλάδα μέλος της ΟΝΕ.
[4]
Αυτή η οικονομική πολιτική επισκιάστηκε εν μέρει από το λεγόμενο «
Σκάνδαλο του Χρηματιστηρίου», για το οποίο ο Κ. Σημίτης, μαζί με τον τότε υπουργό Εθνικής Οικονομίας Γιάννο Παπαντωνίου, κατηγορήθηκαν ότι φέρουν ευθύνες, με το σκεπτικό ότι δηλώσεις τους περί
ισχυρής οικονομίας και
λαϊκού καπιταλισμού προέτρεψαν τους μικροκαταθέτες να επενδύσουν τα λεφτά τους σε μετοχές του Ελληνικού Χρηματιστηρίου. Σε συνδυασμό με την έλλειψη ελεγκτικών μηχανισμών και εν μέσω διαδόσεων και φημών από πολλά ΜΜΕ, που υπηρετούσαν κομματικά ή στενά οικονομικά συμφέροντα, το Χ.Α.Α. οδηγήθηκε σε μια ανεξέλεγκτη άνοδο (φούσκα) στις 6.350 μονάδες με αποτέλεσμα στη συνέχεια να καταρρεύσει και πολλοί μικροεπενδυτές να χάσουν τα λεφτά τους. Ο κ. Σημίτης επέρριψε την ευθύνη στους επενδυτές λέγοντας "Ας πρόσεχαν"
[5][6]Υποστηρίχθηκε οτι ο δείκτης μετά την αρχή της πτώσης επιχειρήθηκε να ανέβει τεχνηέντως με μαζικές αγορές με χρήματα των Ελλήνων φορολογουμένων, μέσω της γνωστής ΔΕΚΑ, κρατικών τραπεζών, αλλά και των ασφαλιστικών ταμείων.
[7][8]
Πάντως, η πoρεία του Ελληνικού Χρηματιστηρίου συμβάδισε περίπου χρονικά τόσο στην άνοδο όσο και στην πτώση με των άλλων χρηματιστηρίων διεθνώς, όπως της
Νέας Υόρκης (SP500)
[1], της
Φρανφούρτης (DAX)
[2]και του
Παρισιού (CAC40)
[3].
Διάφορες πρακτικές ακολουθήθηκαν επί πρωθυπουργίας Σημίτη στον χώρο των Δημοσίων Οικονομικών
[9]. Χρησιμοποιήθηκαν χρηματοοικονομικές τεχνικές σε μεγάλη έκταση
[10][11],που στην ουσία μετέφεραν πόρους από το μέλλον στο παρόν.
[12],τεχνικές όχι άγνωστες και στα άλλα κράτη - μέλη έτσι ώστε να μειωθεί το χρέος. Το 2002 η Eurostat υποχρέωσε την ελληνική κυβέρνηση να εγγράψει στο
δημόσιο χρέος τα ποσά των προμετόχων, που σημαίνει πως αντί για το τέλος του 2001 το δημόσιο χρέος να είναι 99,7 αναθεωρήθηκε στο 104,7
[13][14]Ύστερα από περαιτέρω ελέγχους, για το 2001 έκλεισε το χρέος στο 105,1%.
[15]Ύστερα και από άλλους ελέγχους το έλλειμα ανέβηκε στο 107,3.Δηλαδή από 100% που η κυβέρνηση είχε δημοσιεύσει, ανέβηκε στο 107,3%, 3,5 τρις δρχ, περισσότερα από ότι είχε πει η κυβέρνηση του κ. Σημίτη.
[16]Επίσης λογιστικά κέρδη (για το 2001)ύψους 160 δισ δρχ από την μετατροπη δρχ σε ευρώ, η Eurostat υποχρέωσε να διαγράψουμε
[17]. Για την «εικονική» μείωση του δημοσίου χρέους δανείστηκε η κυβέρνηση 400 δις. για 5 ημέρες.
[18]. Στο γ' τρίμηνο του 2002 το χρέος είχε εκτοξευτεί στο 118% του ΑΕΠ.
[19][20] Υπάρχουν εκτιμήσεις πως το πραγματικό χρέος για εκείνη την περίοδο ήταν 130%.
[21] Και το ταμειακό έλλειμμα έκλεισε στο τέλος του 2003 στο ύψος των 10,5 δισ. ευρώ
[22]. Το 2005 η κυβέρνηση της Νέας Δημοκρατίας παρουσίασε αποτελέσματα δημοσιονομικής απογραφής με τα οποία αμφισβήτησε δημοσιονομικά στοιχεία των κυβερνήσεων Σημίτη. Την μεθοδολογία της απογραφής (όπως την κατάργηση της τιτλοποίησης, τον χρονικό ανακαταμερισμό υπολογισμού των στρατιωτικών δαπανών) επέκρινε αργότερα η Ευρωπαϊκή Στατιστική Υπηρεσία.
Βήμα 12.03.2006 [4].
Λόγω των παρατυπιών και της αδυναμίας των ελεγκτικών μηχανισμών να εποπτεύσουν τις αγροτικές επιδοτήσεις την περίοδο 1999-2004, επιβλήθηκε στην Ελλάδα πρόστιμο το 2006 ύψους 250 εκατ. ευρώ
[23]
Για την περίοδο 1996-2001 ξοδεύτηκαν 5,2 τρις δρχ σε εξοπλισμούς. Οι δαπάνες του Β` ΕΜΠΑΕ (2001-2006) υπολογίζεται πως έφτασαν τα 6 με 7 τρις δρχ.
[24]