Σήμερα στο τραπέζι,αφού φάγαμε πιάσαμε την κουβέντα με τη μάνα μου.
Πέστα από δω,πέστα από κει,ήρθε η κουβέντα στα χρόνια της κατοχής από τους ΓΕΡΜΑΝΟΥΣ.
Φορτίστηκε η ατμόσφαιρα,πήρε κορδόνι η μάνα μου τις ιστορίες(γεννημένη το 1930,παιδάκι ήταν τότε)...
-Άκου,μου λέει,είχαμε σιτάρια κι αφού τα θερίζαμε με έστελνε ο πατέρας μου με τα δεμάτια φορτωμένα στο γαϊδούρι να τα πάου στο σπίτι.Τι είμουνα εγώ;Έντεκα χρονώ παιδάκι...
Τούλεγα,θα μου πέσει το γαϊδούρι στον ανήφορο,στο ρέμα,κι έπεφτε ανάσκελα με τα πόδια πάνου...Έτρεχα,φώναζα να ρθουν να με βοηθήσουν...μ'έβριζε ο πατέρας...τέλος πάντων,τα πήγαινα στο σπίτι και μούλεγε..."σημείο"(έτσι μ'έλεγε) να τα βάλεις με τα στάχυα όρθια.
-Τι να πω,που μας έκοβε η πείνα...πέρναμε τα σιτάρια,τις καλαμιές,μερικά κομμάτια τα κρατάγαμε από τα καλάμια και τα βάζαμε στη φωτιά,καιγόσαντε τα άγανα(τα μουστάκια των σταχυών)...τα μελίχλωρα παίρναμε,κι αφού τα ψήναμε...ψάνη τα λέγαμε,τρίβαμε να φύγουν τα σκουφιά...το πίτουρο,τα φυσάγαμε να καθαρίσουν και τα ρίχναμε στα πιάτα να τα φάμε αντί για ψωμί...γαμώ τους κερατάδες τους Γερμανούς...!!!!
-Αμ,ο παπάς ο κερατάς!Πήγαινε η μάνα μου η μαύρη νυχτιάτικα να θειαφίσει τη σταφίδα του παπά,δίπλα είμαστε,για να κολλάει το θειάφι με τη δροσά...και μετά την άλλη μέρα μ'έστελνε η μάνα μου να πάου στου παπά να του ζητήσω το μεροδούλι...τι μεροδούλι,νυχτοδούλι ήτανε.Επήγαινα κι εγώ,τούλεγα,μούπε η μάνα να μου δώσεις τα λεφτά να πάρουμε λίγο ψωμί γιατί δεν έχουμε να φάμε...κι έκανε έτσι και μούδεινε ένα δίφραγκο.
Το πήγα στη μάνα μου και μου λέει...να το πας πίσω.Ντρέπουμε ρε μάνα...,τράβα πίσω και πες του να σου δώσει κανονικά...Πήγα πάλι,του λέου η μάνα μου είπε να μου δώσεις κανονικά τα λεφτά...και τι γυρίζει και μου λέει ο ΚΕΡΑΤΑΣ!Παιδί μου,πες στη μάνα σου,διαβάζω και τον πατέρα σου!!!!!Ο κερατάς ο παπάς,ο σκατόψυχος...ο άλειωτος,έτσι το΄νε λέου εγώ...!!!
Εγγραφή σε:
Σχόλια ανάρτησης (Atom)
Δεν υπάρχουν σχόλια:
Δημοσίευση σχολίου