Ο Ρωμύλος (λατ. Romulus) και ο Ρέμος (λατ. Romulus) ή Ρώμος ήταν δίδυμα αδέλφια και ήρωες και θεότητες της ρωμαϊκής μυθολογίας. Αναφέρονται ως οι ιδρυτές και πρώτοι βασιλιάδες της Ρώμης. Γυναίκα του Ρωμύλου ήταν η Ερσιλία.
Γεννήθηκαν το 771 π.Χ. πατέρας τους ήταν ο Άρης μητέρα του η εστιάς Ρέα ή Ρέα Συλβία ή Ιλία, κόρη του βασιλιά της Άλβας Λόνγκας, Νουμίτορα. Η Ρέα υποχρεώθηκε να γίνει εστιάδα από τον θείο της, τον Αμούλιο, που σφετερίστηκε το θρόνο της Άλβας και ήθελε να μην μείνει κανένας απόγονος του Νουμίτορα. Αλλά κάποια νύχτα ο Άρης την άφησε έγκυο.
Όταν μαθεύτηκε ότι η Ρέα Συλβία ήταν έγκυος, ο Αμούλιος την έριξε στον Τίβερη επειδή η πράξη της ήταν ανοσιούργημα. Τα δίδυμα μωρά τα παρέδωσε σε κάποιον υπηρέτη του με τη διαταγή να τα σκοτώσει. Αυτός τα λυπήθηκε, τα έβαλε σε μια σκάφη και τα άφησε στο ποτάμι που είχε πλημμυρίσει, αλλά τα προστάτευσε ο Τιβερίνος, η θεότητα του ποταμού. Όταν τα νερά αποσύρθηκαν από τη στεριά, η σκάφη επικάθισε στη ρίζα μιας συκιάς, που ονομάστηκε Ρωμινάλιος ερινεός. Εκεί τα πήραν υπό την προστασία τους τα ιερά ζώα του θεού Άρη, η λύκαινα Λούπα (Lupa) κι ένας δρυοκολάπτης. Η λύκαινα τα θήλαζε σε μια σπηλιά, που ονομάστηκε Λύκαιον, ενώ ο δρυοκολάπτης τους πήγαινε τροφή. Εκεί τα βρήκε ο βοσκός Φαυστύλος και τα πήρε στην καλύβα του όπου τα μεγάλωσαν μαζί με τη γυναίκα του, Άκκα Λαρεντία.
Τα δύο παιδιά μεγάλωσαν σαν βοσκοί στην καλύβα του Φαυστύλου, την οποία αργότερα ταύτισαν με τη σκηνή του Ρωμύλου, που θεωρείται κοιτίδα του βασιλείου της Ρώμης. Έγιναν γενναίοι και πολεμοχαρείς νέοι, έπαιρναν δε μέρος στους μεταξύ των βοσκών καυγάδες παίζοντας ρόλο συμβιβαστικό. Γνώρισαν έτσι τους βοσκούς του έκπτωτου παππού τους Νουμίτορα κι έμαθαν τι είχε συμβεί με τον Αμούλιο. Τον οποίο και εκθρόνισαν, επαναφέροντας στο θρόνο της Άλβας Λόνγκας τον Νουμίτορα.
Ο Νουμίτωρ τους παραχώρησε το μέρος όπου τους βρήκε ο Φαυστύλος και τους μεγάλωσε, για να χτίσουν εκεί μια πόλη. Τα δύο αδέλφια διαφώνησαν για το πού ακριβώς έπρεπε να χτιστεί η πόλη. Επικαλέστηκαν τότε τους οιωνούς, ο μεν Ρωμύλος πάνω στον Παλατίνο Λόφο, ο δε Ρώμος στον Ρεμώριο, που είναι η βορειοδυτική άκρη του Αβεντίνου Λόφου. Στον Ρωμύλο παρουσιάστηκαν 12 γύπες ενώ στον Ρώμο 6. Η Ρώμη λοιπόν θεμελιώθηκε πάνω στον Παλατίνο Λόφο. Όταν χτιζόταν η πόλη, το 754 π.Χ., μάλωσαν και πάλι τα δύο αδέλφια και ο Ρωμύλος σκότωσε τον Ρώμο κι έμεινε μοναδικός βασιλιάς. Αυτό συνέβη στις 21 Απριλίου του 753 π.Χ.
Για να εξασφαλίσει συζύγους στους κατοίκους της νέας πόλης, οργάνωσε μια θρησκευτική γιορτή όπου προσκάλεσε τους κατοίκους των γειτονικών πόλεων των Σαβίνων. Οι Ρωμαίοι άρπαξαν τις γυναίκες τους (βλ. εικόνα)και το αποτέλεσμα ήταν να γίνει πόλεμος με τους Σαβίνους, των οποίων οι γυναίκες μπήκαν στη μέση και χώρισαν τους αντιμαχόμενους. Κατόπιν πολέμησε εναντίον των Φιδήνων και των Ουηίων και τους υπέταξε.
Γεννήθηκαν το 771 π.Χ. πατέρας τους ήταν ο Άρης μητέρα του η εστιάς Ρέα ή Ρέα Συλβία ή Ιλία, κόρη του βασιλιά της Άλβας Λόνγκας, Νουμίτορα. Η Ρέα υποχρεώθηκε να γίνει εστιάδα από τον θείο της, τον Αμούλιο, που σφετερίστηκε το θρόνο της Άλβας και ήθελε να μην μείνει κανένας απόγονος του Νουμίτορα. Αλλά κάποια νύχτα ο Άρης την άφησε έγκυο.
Όταν μαθεύτηκε ότι η Ρέα Συλβία ήταν έγκυος, ο Αμούλιος την έριξε στον Τίβερη επειδή η πράξη της ήταν ανοσιούργημα. Τα δίδυμα μωρά τα παρέδωσε σε κάποιον υπηρέτη του με τη διαταγή να τα σκοτώσει. Αυτός τα λυπήθηκε, τα έβαλε σε μια σκάφη και τα άφησε στο ποτάμι που είχε πλημμυρίσει, αλλά τα προστάτευσε ο Τιβερίνος, η θεότητα του ποταμού. Όταν τα νερά αποσύρθηκαν από τη στεριά, η σκάφη επικάθισε στη ρίζα μιας συκιάς, που ονομάστηκε Ρωμινάλιος ερινεός. Εκεί τα πήραν υπό την προστασία τους τα ιερά ζώα του θεού Άρη, η λύκαινα Λούπα (Lupa) κι ένας δρυοκολάπτης. Η λύκαινα τα θήλαζε σε μια σπηλιά, που ονομάστηκε Λύκαιον, ενώ ο δρυοκολάπτης τους πήγαινε τροφή. Εκεί τα βρήκε ο βοσκός Φαυστύλος και τα πήρε στην καλύβα του όπου τα μεγάλωσαν μαζί με τη γυναίκα του, Άκκα Λαρεντία.
Τα δύο παιδιά μεγάλωσαν σαν βοσκοί στην καλύβα του Φαυστύλου, την οποία αργότερα ταύτισαν με τη σκηνή του Ρωμύλου, που θεωρείται κοιτίδα του βασιλείου της Ρώμης. Έγιναν γενναίοι και πολεμοχαρείς νέοι, έπαιρναν δε μέρος στους μεταξύ των βοσκών καυγάδες παίζοντας ρόλο συμβιβαστικό. Γνώρισαν έτσι τους βοσκούς του έκπτωτου παππού τους Νουμίτορα κι έμαθαν τι είχε συμβεί με τον Αμούλιο. Τον οποίο και εκθρόνισαν, επαναφέροντας στο θρόνο της Άλβας Λόνγκας τον Νουμίτορα.
Ο Νουμίτωρ τους παραχώρησε το μέρος όπου τους βρήκε ο Φαυστύλος και τους μεγάλωσε, για να χτίσουν εκεί μια πόλη. Τα δύο αδέλφια διαφώνησαν για το πού ακριβώς έπρεπε να χτιστεί η πόλη. Επικαλέστηκαν τότε τους οιωνούς, ο μεν Ρωμύλος πάνω στον Παλατίνο Λόφο, ο δε Ρώμος στον Ρεμώριο, που είναι η βορειοδυτική άκρη του Αβεντίνου Λόφου. Στον Ρωμύλο παρουσιάστηκαν 12 γύπες ενώ στον Ρώμο 6. Η Ρώμη λοιπόν θεμελιώθηκε πάνω στον Παλατίνο Λόφο. Όταν χτιζόταν η πόλη, το 754 π.Χ., μάλωσαν και πάλι τα δύο αδέλφια και ο Ρωμύλος σκότωσε τον Ρώμο κι έμεινε μοναδικός βασιλιάς. Αυτό συνέβη στις 21 Απριλίου του 753 π.Χ.
Για να εξασφαλίσει συζύγους στους κατοίκους της νέας πόλης, οργάνωσε μια θρησκευτική γιορτή όπου προσκάλεσε τους κατοίκους των γειτονικών πόλεων των Σαβίνων. Οι Ρωμαίοι άρπαξαν τις γυναίκες τους (βλ. εικόνα)και το αποτέλεσμα ήταν να γίνει πόλεμος με τους Σαβίνους, των οποίων οι γυναίκες μπήκαν στη μέση και χώρισαν τους αντιμαχόμενους. Κατόπιν πολέμησε εναντίον των Φιδήνων και των Ουηίων και τους υπέταξε.
Η ΑΝΑΛΗΨΗ
Αφού βασίλεψε 38 χρόνια (ο Ρωμύλος), σε ηλικία 54 χρονών ενώ βρισκόταν στο Πεδίο του Άρεως επιθεωρόντας τον στρατό του, μέσα σε θύελλα, τον άρπαξε στον ουρανό ο πατέρας του, ο Άρης.
Ήταν 5 Ιουλίου του 717 π.Χ.
Μετά την εξαφάνισή του, λατρεύτηκε ως πολεμική θεότητα με το όνομα Κυρίνος (Quirinus).
Ο Ρωμινάλιος ερινεός, κατά την παράδοση, μεταφέρθηκε από τον οιωνοσκόπο Άττο Νάβιο, όταν ήταν βασιλιάς ο Ταρκύνιος ο πρεσβύτερος, στην εκκλησία της Ρωμαϊκής Αγοράς και τον ταύτιζαν με την περίφημη συκιά Ficus Navia. Ο Ταρκύνιος, αφού νίκησε σε μάχη τους Σαβίνους, αποφάσισε να αλλάξει τη διάταξη του ιππικού που είχε ορίσει ο Ρωμύλος και να προσθέσει καινούργιες μονάδες με το δικό του όνομα. Αλλά ο Άττος Νάβιος του είπε ότι, για να γίνει κάτι τέτοιο, θα έπρεπε πρώτα να πάρουν την έγκριση των θεών. Ο Ταρκύνιος ειρωνικά τον προκάλεσε «Αν μπορείς, μάντεψε αν αυτό που τώρα σκέπτομαι, είναι δυνατό να πραγματοποιηθεί». Ο Άττος μελέτησε τους οιωνούς και απάντησε ότι μπορεί να γίνει. Τότε ο Ταρκύνιος του είπε: «Η σκέψη μου είναι να κόψεις την πέτρα όπου γίνεται η οιωνοσκοπία με το ξυράφι». Άμ’ έπος, άμ’ έργον, ο Άττος το έκανε. Εκεί ακριβώς στήσανε άγαλμα του Άττου κι έβαλαν και την πέτρα απ’ όπου φύτρωσε η συκιά.
Το Λύκαιο υπήρχε στην κλασική εποχή, ενώ η σκηνή του Ρωμύλου υπήρχε ως βωμός στο Καπιτώλιο μέχρι την εποχή του Αυγούστου. Η οιωνοσκοπική ράβδος του φυλασσόταν ως ιερότατο κειμήλιο από την κουρία των Σαλίων. Επίσης, η παράδοση λέει ότι ο Ρωμύλος διαίρεσε τους Ρωμαίους σε τρεις φυλές, τους Ραμνήνσιους, τους Τιτιήνσιους και τους Λούκερες, ίδρυσε τη Σύγκλητο και την Κουριάτιδα Εκκλησία, οργάνωσε την πελατεία και την οργάνωση του στρατού σε λεγεώνες και εισήγαγε τους πρώτους νόμους της Ρώμης, καθιέρωσε την οιωνοσκοπία και τη λατρεία του Διός Στάτορος και Φερετρίου.
Από τη Βικιπαίδεια, την ελεύθερη εγκυκλοπαίδεια
Μετά την εξαφάνισή του, λατρεύτηκε ως πολεμική θεότητα με το όνομα Κυρίνος (Quirinus).
Ο Ρωμινάλιος ερινεός, κατά την παράδοση, μεταφέρθηκε από τον οιωνοσκόπο Άττο Νάβιο, όταν ήταν βασιλιάς ο Ταρκύνιος ο πρεσβύτερος, στην εκκλησία της Ρωμαϊκής Αγοράς και τον ταύτιζαν με την περίφημη συκιά Ficus Navia. Ο Ταρκύνιος, αφού νίκησε σε μάχη τους Σαβίνους, αποφάσισε να αλλάξει τη διάταξη του ιππικού που είχε ορίσει ο Ρωμύλος και να προσθέσει καινούργιες μονάδες με το δικό του όνομα. Αλλά ο Άττος Νάβιος του είπε ότι, για να γίνει κάτι τέτοιο, θα έπρεπε πρώτα να πάρουν την έγκριση των θεών. Ο Ταρκύνιος ειρωνικά τον προκάλεσε «Αν μπορείς, μάντεψε αν αυτό που τώρα σκέπτομαι, είναι δυνατό να πραγματοποιηθεί». Ο Άττος μελέτησε τους οιωνούς και απάντησε ότι μπορεί να γίνει. Τότε ο Ταρκύνιος του είπε: «Η σκέψη μου είναι να κόψεις την πέτρα όπου γίνεται η οιωνοσκοπία με το ξυράφι». Άμ’ έπος, άμ’ έργον, ο Άττος το έκανε. Εκεί ακριβώς στήσανε άγαλμα του Άττου κι έβαλαν και την πέτρα απ’ όπου φύτρωσε η συκιά.
Το Λύκαιο υπήρχε στην κλασική εποχή, ενώ η σκηνή του Ρωμύλου υπήρχε ως βωμός στο Καπιτώλιο μέχρι την εποχή του Αυγούστου. Η οιωνοσκοπική ράβδος του φυλασσόταν ως ιερότατο κειμήλιο από την κουρία των Σαλίων. Επίσης, η παράδοση λέει ότι ο Ρωμύλος διαίρεσε τους Ρωμαίους σε τρεις φυλές, τους Ραμνήνσιους, τους Τιτιήνσιους και τους Λούκερες, ίδρυσε τη Σύγκλητο και την Κουριάτιδα Εκκλησία, οργάνωσε την πελατεία και την οργάνωση του στρατού σε λεγεώνες και εισήγαγε τους πρώτους νόμους της Ρώμης, καθιέρωσε την οιωνοσκοπία και τη λατρεία του Διός Στάτορος και Φερετρίου.
Από τη Βικιπαίδεια, την ελεύθερη εγκυκλοπαίδεια