07 Απριλίου 2014

Η Βουλγαρική κατοχή στις Σέρρες

«Un pays barbare, et une gent brutelle»
(Χώρα βάρβαρη και ράτσα βάναυση)

Η Βουλγαρική κατοχή στις Σέρρες

Στην πόλη μας, όπως βεβαίως και σε ολόκληρη την κατεχόμενη από τις βουλγαρικές δυνάμεις Ανατολική Μακεδονία και Θράκη1, το μούδιασμα που αισθάνεται ο πληθυσμός, ένεκα και των τραγικών αναμνήσεων εκ των βουλγαρικών κατοχών του 1912-1913 και 1916-1918, δεν έχει ξεπεραστεί.

Από τις 23 Απριλίου του 1941, ημερομηνία εισόδου των Βουλγάρων στις Σέρρες2 και μέχρι τον Σεπτέμβριο του ιδίου έτους, εναντίον των στρατευμάτων κατοχής δεν εκδηλώνεται καμία αντιστασιακή ενέργεια.
Απλώς φημολογείται ότι κάποιοι μόνο πολίτες, δέκα τον αριθμό, συνελήφθησαν με την κατηγορία πως είχαν κόψει, βορείως της πόλεως, τηλεφωνικά σύρματα. Επίσης, από τις πρώτες ημέρες της βουλγαρικής κατοχής είναι γνωστό ότι σε δυο σημεία του ποταμού Στρυμόνα (προς το Στρυμονικό) λειτουργεί σύστημα διαφυγής3 προς τον γερμανικό τομέα.
Όμως, μικροεπεισόδια σε βάρος των Ελλήνων, από πλευράς των Βουλγάρων, σημειώνονται από τις πρώτες ημέρες της κατοχής. Ο Βούλγαρος δήμαρχος Ποπώφ, άνθρωπος ειλικρινής και ευγενής, όχι μόνο τα αποδοκιμάζει αλλά επιβάλλει και κυρώσεις σε όσους εκ των Βουλγάρων τα προκαλούν. Δυο ακόμη Βούλγαροι αξιωματούχοι, οι οποίοι σκέπτονται λιγότερο βάρβαρα και με κάποια σύνεση και λογική, εκτός του δημάρχου Ποπώφ, είναι ο φρούραρχος Ήλιεφ και ο διοικητής της αστυνομίας Εμίλ Αγγέλωφ.
Βεβαίως και στις Σέρρες, όπως και στην υπόλοιπη βουλγαροκρατούμενη Ελλάδα, οι περιορισμοί, οι εκβιασμοί, η αρπαγή, κοντολογίς η βουλγαρική θηριωδία εκδηλώνονται παντοιοτρόπως.
Όπως σε όλη τη βουλγαροκρατούμενη Αν. Μακεδονία και Θράκη, έτσι και στις Σέρρες, οι Βούλγαροι έθεσαν ως προτεραιότητα τους την αλλοίωση της σύνθεσης του πληθυσμού. Σκοπός τους να καταδείξουν αργότερα, στον καιρό της ειρήνης που ούτως ή άλλως θα ερχόταν εν καιρώ, ότι τα ελληνικά εδάφη είναι βουλγαρικά και πως σε αυτά οι Βούλγαροι αποτελούν την πλειονότητα και οι Έλληνες τη μειονότητα.
Ο εκβουλγαρισμός της Ανατολικής Μακεδονίας και Θράκης αποτελεί τον κύριο σκοπό των δυνάμεων κατοχής. Προς τούτο μετά την αποχώρηση των Γερμανών, στις 23 Απριλίου 1941, οι Βούλγαροι επεκτείνουν στην κατεχόμενη πλέον από αυτούς ελληνική περιοχή όλους τους διοικητικούς κλάδους του κράτους. Πρόθεση τους η προσάρτηση και ουχί η κατοχή προς ικανοποίηση πρόσκαιρων πολεμικών αναγκών, όπως και έγινε στην υπόλοιπη Ελλάδα από τους Γερμανούς και Ιταλούς. Ίχνος ελληνικής κυριαρχίας δεν έχει αφεθεί.
Προς τούτο, σε βάρος του πληθυσμού της πόλεως, προβαίνουν στις ακόλουθες ενέργειες ή πράξεις:
-Επιβάλλουν την οικειοθελή αποχώρηση του ελληνικού πληθυσμού προς τη γερμανοκρατούμενη Ελλάδα, με μόνη περιουσία ένα μικρό δέμα ρούχων και τριακόσια λέβα. Τους υποχρεώνουν δε να υπογράφουν και σχετική δήλωση. Κάποιοι εκ των πλουσίων και μερικοί εκ των πτωχών έφυγαν. Οι πολλοί έμειναν και υποφέροντες ανέμεναν τη λευτεριά τους4.
-Υποχρεώνουν το κλείσιμο και του τελευταίου ελληνικού σχολείου και τον εκτοπισμό-εξορία των δασκάλων και καθηγητών. Όμως, δε σταματούν εκεί, ρίχνουν στην πυρά τα ελληνικά βιβλία και μεταφέρουν από τη Σόφια μαθητές γυμνασίου και καθηγητές, για να παρουσιάσουν την παιδεία εκ παραδόσεως βουλγαρική5. Προς υποβοήθηση δε του εκπαιδευτικού έργου, ιδρύουν το Νοέμβριο του 1941 τα αναγνωστήρια «Ντίμτσο Ντεμπελιάνοφ».
-Εγκαθιστούν βουλγαρικές οικογένειες στην πόλη και στην ύπαιθρο, καθώς και διάφορους επιχειρηματίες και επαγγελματοβιοτέχνες, στους οποίους μεταβιβάζουν επιχειρήσεις Ελλήνων ή υποχρεώνουν Έλληνες επιχειρηματίες και καταστηματάρχες να προσλάβουν συνεταίρους Βουλγάρους.
-Εκδίδουν, με διευθυντή το Βούλγαρο αρχικομιτατζή Μιχαήλ Ντουμπαλάκωφ, την εφημερίδα «ΜΠΑΛΓΚΑΡΣΚΙ ΓΙΟΥΓΚ» (Βουλγαρικός Νότος). Η εφημερίδα τυπώνεται στη βουλγαρική γλώσσα, στις εγκαταστάσεις της εφημερίδας «Η Πρόοδος» του Γεωργίου Σγουραμάνη. Η εφημερίδα αποτελεί πηγή μίσους, ιστορικών αναληθειών και διαστρεβλώσεων και σε κάθε έκδοση της προσκαλούσε τους κομιτατζήδες6 να θυμηθούν το Βασίλειο Βουλγαροκτόνο, τους Μακεδονομάχους και τους Ποντίους7, για να λάβουν εκδίκηση ξεκληρίζοντας το ελληνικό στοιχείο8.
-Υποχρεώνουν τις δημοτικές και κοινοτικές αρχές να κτίσουν κατοικίες για τον εποικισμό των Βουλγάρων.
-Περιορίζουν το δικαίωμα της εργασίας και όσοι θέλουν να το ασκήσουν πρέπει να εγγράφουν Βούλγαροι υπήκοοι. Η πείνα, η εύσχημη λεηλασία, η μαύρη αγορά και η οικονομική αδυναμία οδηγούν ορισμένους στο να μηδίσουν, δηλαδή να βουλγαρογραφούν. Η κατηγορία της προδοσίας γι' αυτούς, που κατά τα άλλα διατήρησαν ελληνικότατη την καρδιά, την ψυχή και το στοχασμό τους, νομίζουμε πως θα αποτελούσε ύβρη. Για τους έχοντες όμως και κατέχοντες της εποχής, που προχώρησαν στο ατόπημα της βουλγαρογραφής, η κατηγορία «δωσίλογος» και «προδότης»είναι δικαιότατη και αδιαμφισβήτητη.
Οι μόνοι εργάτες που δεν ενοχλούνται εκείνη την εποχή είναι οι εργαζόμενοι στα λιγνιτωρυχεία Παπαντωνίου9 (το μεγαλύτερο της εποχής), Περδικάρη10 και Χατζηδήμου και τούτο, διότι από την πρώτη στιγμή οι Γερμανοί έθεσαν τα λιγνιτωρυχεία, ως πηγή ενέργειας, υπό την απόλυτη δικαιοδοσία τους. Μάλιστα δε, απαγορεύτηκε στους Βουλγάρους να χρησιμοποιούν τους λιγνιτωρύχους σε αγγαρείες ή να τους στρατολογούν ως «Τουρντουβάκια» στα τάγματα εργασίας.
Μύλοι, αρτοποιεία, κεραμοποιεία, ασβεστοποιεία, σιδηρόδρομοι, ακόμη και τα εστιατόρια χρησιμοποιούν ως καύσιμη ύλη λιγνίτη11. Μάλιστα δε, το 95% των ατμομηχανών της γερμανοκρατούμενης χώρας, κατόπιν σχετικών μετατροπών, χρησιμοποιεί ως καύσιμη ύλη σερραϊκό λιγνίτη. Όπως και το μεγάλο συγκρότημα Αλλατίνη της Θεσσαλονίκης.
Αυτή την εποχή άλλωστε, το σύνολο σχεδόν των οικονομικών δραστηριοτήτων, ακόμη δε και των οικιακών τοιούτων, χρησιμοποιούσε ως πηγή ενέργειας το λιγνίτη. Μηδέ εξαιρουμένου και του θερμοηλεκτρικού εργοστασίου12 του Κωνσταντίνου Νάσιουτζικ, το οποίο τροφοδοτούσε με ηλεκτρική ενέργεια καταστήματα και σπίτια της πόλεως. Μόνο που, κατά τα χρόνια της βουλγαρικής κατοχής, ηλεκτρικό ρεύμα παρέχεται στα βουλγαρικά καταστήματα και σε όσους εκ των καταστηματαρχών έχουν βουλγαρογραφεί.
Οι προς τους λιγνιτωρύχους παροχές σε είδη διατροφής, σε σχέση με τους λοιπούς κατοίκους, είναι προνομιακή και άνευ περιορισμών. Και τούτο, για να καθίσταται δυνατή η εξόρυξη του λιγνίτη, καθ' όσον οι σχετικές επίπονες εργασίες απαιτούσαν καλή φυσική κατάσταση και οι ανάγκες των Γερμανών σε πρώτες ύλες, εν προκειμένου λιγνίτη, λόγω της ελλείψεως υγρών καυσίμων, ήταν τεράστιες.
-Από τις πρώτες μέρες της βουλγαρικής κατοχής με διαταγή των βουλγαρικών αρχών, απαγορεύεται στους Έλληνες γιατρούς να ασκούν το λειτούργημα τους. Και τούτο γιατί, συμφώνως προς απόφαση του ιατρικού Συλλόγου Σόφιας, δεν πληρούσαν τα προσόντα που προέβλεπε η περί ιατρών βουλγαρική νομοθεσία. Με επέμβαση του Βουλγάρου δημάρχου Ποπώφ, τελικώς επετράπη στους Έλληνες ιατρούς να ασκήσουν την επιστήμη τους. Κατόπιν όμως εντόνου διαμαρτυρίας των Βουλγάρων ιατρών, οι οποίοι στο μεταξύ κατέκλυσαν τις Σέρρες, από το τέλος του μηνός Οκτωβρίου του έτους 1941 και εφεξής, απαγορεύεται στους Έλληνες ιατρούς η άσκηση της επιστήμης τους. Οι περισσότεροι βεβαίως την ασκούν κρυφίως σ' εκείνους εκ των ασθενών που τολμούν να μην εμπιστεύονται την υγεία τους στους Βουλγάρους.
-Απαγορεύουν την άσκηση κάθε ελευθέρου επαγγέλματος στους Έλληνες, αν προηγουμένως δεν απαρνηθούν την ελληνική καταγωγή, και υπηκοότητα και δεν αποδεχτούν τη βουλγαρική τοιαύτη. Όσοι αποδέχονται, εξωμοιούνται με Βουλγάρους πολίτες και ευνοούνται από τις βουλγαρικές αρχές. Δάσκαλοι, καθηγητές και ιερείς περνούν στο περιθώριο. Θεία Λειτουργία και Θεία Μυστήρια ιερουργούνται στη βουλγαρική γλώσσα από Βουλγάρους ιερείς.
-Οι βουλγαρικές αρχές μεταβάλλουν την όψη της πόλεως από ελληνική σε βουλγαρική. Υπηρεσίες, οδοί, πινακίδες πληροφοριακές, πινακίδες (ταμπέλες) καταστημάτων, ακόμη και οι επιγραφές των τάφων στα νεκροταφεία μετατρέπονται από την ελληνική στη βουλγαρική. Οι κάτοικοι της πόλεως, τελείως απροστάτευτοι, κάτω από την πίεση που ασκεί το βουλγαρικό κράτος, αποστερημένοι από τους ηγήτορες των (ελληνικές αρχές και Σερραίους διανοουμένους οι οποίοι αναγκάζονται να αυτοεξορισθούν ή να εγκαταλείψουν βιαίως την πόλη) υπομένουν και περιμένουν. Η εθνική υπερηφάνεια και η αθάνατη ελληνική συνείδηση δεν κλονίζεται.
-Αναθέτουν την αγροτική ασφάλεια αποκλειστικά σε Βουλγάρους, προερχόμενους εκ Βουλγαρίας.
-Εισάγουν τη βουλγαρική γλώσσα στα δικαστήρια, στις εκκλησίες, στα σχολεία και στον εν γένει δημόσιο βίο, ακόμη δε και στην ιδιωτική ζωή των κατοίκων και στις ιδιωτικές συναλλαγές.
-Υποχρεώνουν τους δια της βίας εκδιωκομένους να παραδώσουν στις βουλγαρικές αρχές, κατά την αποχώρηση τους, έγγραφη δήλωση ότι αναχωρούν οικειοθελώς, ότι παραιτούνται του δικαιώματος παλιννοστήσεως και ότι χαρίζουν στο βουλγαρικό κράτος την ιδιοκτησία τους.
-Οι βουλγαρικές αρχές αξιώνουν από το μητροπολίτη Κωνσταντίνο να μνημονεύει κατά τις τελετές τη Σύνοδο της Σόφιας.
Στις 28 Μαΐου 1941 όργανα της βουλγαρικής διοικήσεως προσέρχονται στη Μητρόπολη. Διενεργούν, παρά τις διαμαρτυρίες του μητροπολίτη, έρευνα και του αφαιρούν τα αρχιερατικά άμφια, την ποιμαντορική ράβδο και τη μίτρα και του ζητούν τη χρηματική του περιουσία την οποία και τους την παραδίνει.
Εν συνεχεία, ο Νατσάλνικ Γκρούπεη και ο στρατιωτικός διοικητής Τίρνεφ παρουσιάζουν στο μητροπολίτη δήλωση περί εκούσιας αναχωρήσεως του και του ζητούν να την υπογράψει. Ο μητροπολίτης αρνείται και απειλείται: «Θα τεθείτε υπό κράτηση. Θα ανακριθείτε βασανιστικώς βάσει των αυστηρών διατάξεων του Βουλγάρικου Στρατοδικείου...».
Τελικώς, στις 5 Ιουνίου 1941, ο Μητροπολίτης Κωνσταντίνος Μεγγρέλης13 (1924-1961) αναγκάζεται να εγκαταλείψει τη Μητρόπολη14 και το ποίμνιο του. Επιβιβάζεται σε φορτηγό αυτοκίνητο και υπό τη συνοδεία Βουλγάρου αστυνομικού παραδίδεται στη γερμανοκρατούμενη περιοχή.
Την προηγούμενη της απελάσεως του πλήθος χριστιανών κατέκλυσε τη Μητρόπολη για να καταθέσει στον ιεράρχη την αγάπη, την πίστη και την αφοσίωση του.
Όμως το μένος των Βουλγάρων δεν αμβλύνεται. Στις 12 Ιουνίου 1941 εκδιώκονται από την πόλη οι ιερείς Γ. Αβραμιάδης, Ιωάννης Κάππος και Παναγιώτης Χατζηθωμάς για να βρουν καταφύγιο στη Νιγρίτα.
Στις 22 Ιουνίου 1941, οδηγούνται στα κρατητήρια της ασφαλείας οι Αρχιμανδρίτες Συνέσιος Δημητριάδης και Ιγνάτιος Παπαμιχαήλ και ο ιερεύς Παπαγεώργιος Παπαμιχαήλ. Κατά την προηγηθείσα έρευνα στην οικία του τελευταίου, ο Βούλγαρος μοναχός Στέφανος Γκάρμπας, ο οποίος ελυμαίνετο την Ιερά Μονή του Τιμίου Προδρόμου, χαστούκισε επανειλημμένως τον ιερέα και εξευτέλισε την κόρη του.
Στις 23 Ιουνίου 1941, ο αρχιμανδρίτης Δημήτριος Νικολαίδης οδηγείται στο βουλγαρικό Φρουραρχείο και ξυλοκοπείται ανηλεώς. Την ίδια τύχη έχει και ο ιερεύς Παπαδόπουλος Δημήτριος (Ευαγγελιστρίας) ο οποίος μετά την κακοποίηση του, εκδιώκεται από την πόλη. Βεβαίως, όσοι αναχωρούν με τον τρόπο αυτό, εξαναγκάζονται να υπογράφουν δήλωση δια της οποίας δηλώνουν ότι αναχωρούν οικειοθελώς. Οι «εκούσιοι εκπατρισμοί» αποτελούν καθημερινή πρακτική των Βουλγάρων.
Η χρήση ποικίλων μέσων προς εξαναγκασμό για αναχώρηση από τις Σέρρες είναι εξόχως ευρηματική. Επιβάλλουν είδος κεφαλικού φόρου σε όλους τους από ηλικίας 15 ετών και άνω και υποχρεώνουν τους άρρενες από ηλικίας 13 ετών να καθαρίζουν την πόλη.
Ο Δημοσθένης Μερτζεμένης και ο Μιχαήλ Κασάπης πέφτουν θύματα της βουλγαρικής θηριωδίας. Ο πρώτος, αρνηθείς να υπογράψει δήλωση, δοκιμάζει ανήκουστα δεινά. Ο δεύτερος καλείται από δύο Βουλγάρους κομιτατζήδες να τους προσλάβει δια συμβολαιογραφικής πράξεως ως συνεταίρους του, άνευ καταβολής κάποιου τιμήματος, στον κινηματογράφο του. Ο Κασάπης καταγγέλλει τον εκβιασμό στο Γερμανό Διοικητή, ο οποίος τον παραπέμπει στις βουλγαρικές αρχές. Εκεί τον εξυβρίζουν σκαιότατα και του υπενθυμίζουν ότι εδώ στις Σέρρες, είναι πλέον Βουλγαρία. Αναγκάζεται τελικώς, με πλαστό διαβατήριο, να εγκαταλείψει τις Σέρρες. Στις 5 Ιουνίου 1941, συλλαμβάνονται οι ιατροί Ιπποκράτης Μακρής15, Γεώργιος Κούζας, Γεώργιος Παπαδόπουλος, Ιωάννης Ζαχαρόπουλος, οι έμποροι Πέτρος Πετράκογλου, Ηλίας Σαραϊδάρης, Γεώργιος Μοιχός, Νικόλαος Καπανίκης, Αθανάσιος Παπατσάκης, Σάββας Κατσανός και ο αντιπρόσωπος του μονοπωλίου άλατος και πυρείων Γεώργιος Μαυραντζάς. Την επομένη, 6 Ιουνίου 1941, κυκλοφόρησε η φήμη ότι οι συλληφθέντες θα μεταφερθούν στη Σόφια για να κρατηθούν ως όμηροι.
Η φήμη δε θα επιβεβαιωθεί. Οι συλληφθέντες ελευθερώνονται, πλην όμως υποχρεώνονται να εκπατριστούν εκουσίως.
Διατάσσονται όλοι οι εγκατασταθέντες στην πόλη από το έτος 1913 και εδώ παλαιοελλαδίτες να εγκαταλείψουν την πόλη μέχρι και την 24 Ιουνίου 1941, όπως και το έπραξαν. Καταρτίζουν επίσης κατάλογο με όλους τους μετά το 1922 εγκατασταθέντες πρόσφυγες εκ Πόντου, Θράκης και Μ. Ασίας με σκοπό να εκδιωχτούν.
Το οικογενειακό άσυλο παραβιάζεται ανά πάσα στιγμή από βουλγαρικές περιπόλους. Στις 9 Ιουνίου 1941, λοχαγός και δεκανεύς παραβιάζουν το άσυλο της οικογενείας του Αβραάμ Μαραγκού (συνοικισμός Αραμπατζή μαχαλά) και κακοποιούν τα μέλη της.
Ο Δημήτριος Πατίστας, διαχειριστής του Στρατιωτικού Νοσοκομείου Σερρών16, παραπέμπεται στο Στρατοδικείο Δράμας με την κατηγορία της μη παραδόσεως ενός μικροσκοπίου στη βουλγαρική διοίκηση του νοσοκομείου. Οι διαβεβαιώσεις του διευθυντή του νοσοκομείου, ότι ουδέποτε το νοσοκομείο είχε μικροσκόπιο, δεν πείθουν.
Στα φυλάκια του ποταμού Στρυμόνα, οι διερχόμενοι Έλληνες υφίστανται εξονυχιστικό έλεγχο και τους αφαιρούνται τιμαλφή, χρήματα και εμπορεύματα. Νύχτα εισέρχονται σε πολλά σπίτια για να κλέψουν και να αισχρουργήσουν σε βάρος γυναικών. Τη νύχτα της 9 Ιουνίου 1941, στη συνοικία Πυροβολικά, περίπολος εισβάλλει στην οικία Έλληνος (το όνομα δεν αναφέρεται για λόγους ευνόητους) και διακορεύει την κόρη, την οποία θαύμαζαν για το κάλλος της όλοι οι Σερραίοι.
Επιρρεπείς στις αφροδισιακές εκτροπές ασελγούν σε βάρος Ελληνίδων χωρίς ίχνος αιδούς. Η οικογενειακή τιμή και το οικογενειακό άσυλο για τους απογόνους του Κρούμμου είναι έννοιες άγνωστες. Ασύλληπτες οι ωμότητες των σε βάρος γυναικών και νεανίδων.
Δε διστάζουν δε και την αποθήκη Μαρούλη17 που χρησιμοποιείται ως αποθήκη ειδών του γερμανικού ιππικού να λαφυραγωγήσουν.
Όμως τους αντιλαμβάνεται Γερμανός αξιωματικός και τους εκδιώκει. Την επομένη, χωρίς αισχύνη, παραδίδουν τα κλοπιμαία στο Γερμανό αξιωματικό. Και ενώ έτσι κυλούν οι μέρες και οι μήνες της κατοχής, στις 24 Σεπτεμβρίου 1941, παρατηρείται στην πόλη ασυνήθιστη και περίεργη κίνηση αλλά και κάποια νευρικότητα. Καλούνται στο Διοικητήριο, όπου σήμερα στεγάζεται η Νομαρχία Σερρών, Βούλγαροι αξιωματούχοι και κομιτατζήδες, προς ενημέρωση και δράση.
Στο καφενείο του Σταύρου Καπιώτη (σήμερα στο κατάστημα αυτό στεγάζεται η επιχείρηση αθλητικών ειδών Βασιλείου Αγοραστού) επί της λεωφόρου Μεραρχίας, η οποία μετονομασθεί σε λεωφόρο Βόριδος του Α', ο νομάρχης συναντάται με Βουλγάρους διανοουμένους και επιχειρηματίες στους οποίους, αφού λέγει διάφορα γενικόλογα, καταλήγει με την ελληνικήν ρήση «Φοβού τους Δαναούς και δώρα φέροντες».
Οι περιπολίες στην πόλη πυκνώνουν και οι κομιτατζήδες κυκλοφορούν οπλισμένοι. Κάποιοι εξ αυτών προκαλούν κι ασχημονούν. Στις 29 Σεπτεμβρίου 1941, με κάθε μυστικότητα, όλες οι βουλγαρικές οικογένειες εξοπλίζονται.
Κάποιος από τους Βουλγάρους, που στο μεταξύ έχουν αναπτύξει φιλικές σχέσεις με τους Έλληνες, με μισόλογα τους συνιστούν να φύγουν ή να κρυφτούν, γιατί κάτι κακό προετοιμάζεται (ένας από αυτούς είναι και ο έμπορος Μπόνεφ).
Από το μεσημέρι της 29ης Σεπτεμβρίου 1941, την τήρηση της τάξεως στην πόλη αναλαμβάνει η Χωροφυλακή μετά των κομιτατζήδων και των εξοπλισθέντων Βουλγάρων υπαλλήλων και πολιτών οι οποίοι σχηματίζουν πολιτοφυλακή, καθ' όσον το μεγαλύτερο τμήμα του βουλγάρικου Στράτου αναχώρησε το πρωί της ίδιας μέρας για τη Δράμα. Ρυθμιστής της κατάστασης είναι ο Βοεβόντας Ρούπελη Γεωργίου.
Το μεσημέρι της 29ης Σεπτεμβρίου 1941, ο βόμβος βουλγάρικου αεροπλάνου διαταράσσει τη φαινομενική ησυχία. Το αεροπλάνο ρίχνει φακέλους για τις βουλγαρικές αρχές και εξαφανίζεται προς βορρά.
Το απόγευμα της ίδιας μέρας καλούνται οι κάτοικοι να αναστείλουν τις εργασίες τους και να κλειστούν στα σπίτια τους. Η κίνηση και η οικονομικές δραστηριότητες αδρανούν τελείως. Οι Σερραίοι φοβισμένοι περιορίζονται στα σπίτια τους. Οι μόνοι που κινούνται στους δρόμους της πόλεως και πυροβολούν ασκόπως είναι οι οπλισμένοι Βούλγαροι. Χωρίς να προηγηθεί το παραμικρό έκτροπο, από πλευράς Ελλήνων, τη νύχτα της 29ης προς την 30η Σεπτεμβρίου 1941 βουλγαρικά ένοπλα τμήματα χτενίζουν την πόλη.
Καθ' όλη τη νύχτα ρίπτονται αθρόοι πυροβολισμοί καθιστώντας τη νύχτα για τους Σερραίους εφιάλτη. Κανείς δεν κοιμάται, όλοι λουφάζουν και περιμένουν, χωρίς να γνωρίζουν τι. Στο βουλγαρικό έλεος, δεν μπορούν να ελπίζουν. Τα βρέφη και τα μικρά παιδιά, διακρίνοντας το φόβο στα πρόσωπα των γονέων τους, λουφάζουν κι αυτά αδιαμαρτύρητα στις αγκαλιές των μανάδων τους.
Και επιτέλους ξημερώνει και οι Σερραίοι άγρυπνοι, φοβισμένοι και κουρασμένοι από την περίεργη αναμονή, ειδοποιούνται να εξέλθουν των οικιών τους.
Η πόλη παίρνει το καθημερινό της χρώμα και την κίνηση. Όλοι πιστεύουν ότι επρόκειτο για κίνηση ρουτίνας. Γρήγορα διαψεύδονται. Στρατός, αστυνομία, κομιτατζήδες προβαίνουν σε συλλήψεις Ελλήνων, όπου κι αν τους βρουν. Σε καταστήματα, σπίτια, δρόμους.
Κύριο μέλημα τους η σύλληψη των διανοουμένων, των εμπόρων και των νεαρών Ελλήνων των επιδειξάντων κάποια ζωηρότητα. Οκτακόσιοι (800) Έλληνες Σερραίοι συλλαμβάνονται. Μεταξύ αυτών ούτε ένας αλλογενής εκ των κατοικούντων στην πόλη Αρμενίων, Εβραίων κ.τ.λ. Οι συλληφθέντες, αφού περάσουν από την ασφάλεια18 και τα αστυνομικά τμήματα, όπου υφίστανται διάφορους εξευτελισμούς και ταπεινώσεις, χτυπηθούν ανηλεώς δια σίδηρου ελάσματος και τους αφαιρεθούν τα προσωπικά τους αντικείμενα και τιμαλφή, οδηγούνται στους στάβλους του στρατώνος ιππικού19.
Οι συνθήκες φυλάξεως άθλιες και τραγικές. Στο δάπεδο η κοπριά υπό μορφή σκόνης, στην παραμικρή κίνηση σηκώνεται σύννεφο και η βρόμα που αναδύεται κόβει την αναπνοή. Κάθε λίγο και λιγάκι ξυλοδαρμοί με ρόπαλα, ειδικά κοντόξυλα. Χτυπούν και δέρνουν οι Βούλγαροι όποιον βρουν μπροστά τους μέχρι λιποθυμίας.
Η κράτηση στους στάβλους20 για κάποιους επωνύμους (ιατρούς, δικηγόρους κ.τ.λ.) και εύπορους εμπόρους διαρκεί μια νύχτα. Την επόμενη, αφού τους ξυλοκοπήσουν αγρίως, τους μεταφέρουν στα κρατητήρια της αστυνομίας.
Οι επιλεγέντες είναι δεκαοχτώ21 . Μεταξύ αυτών οι ιατροί Μιχαλόπουλος Ιωάννης, Παπαναστασίου Αλέξανδρος, ο δικηγόρος Γεώργιος Μόσχος, ο γεωπόνος Τικόπουλος Κωνσταντίνος, ο φαρμακοποιός Καφταντζής Ιάκωβος, ο επιχειρηματίας Μαρούλης Κωνσταντίνος, ο διευθυντής της τράπεζας Αθηνών Πετρίδης Ιωάννης και ο Αγγελίδης ... (ιατρός).
Στην αστυνομία τους ρωτούν αν γνωρίζουν το λόγο για τον οποίο κρατούνται. Απαντούν ότι τον αγνοούν. Ο διοικητής του τμήματος τους ανακοινώνει: «Μερικοί ανόητοι θέλησαν να δημιουργήσουν σε βάρος των Βουλγάρων σοβαρά ζητήματα, ευτυχώς όμως σε άλλους νομούς. Τιμωρήθηκαν όλοι σκληρώς. Σεις που έχετε επιρροή πάνω στους κατοίκους, ως προύχοντες, αναλαμβάνετε την ευθύνη για κάθε εχθρική κατά των Βουλγάρων πράξη που τυχόν θα εκδηλωθεί. Προς τούτο σας καλώ να υπογράψετε σχετική δήλωση. Ακολούθως θα μείνετε ελεύθεροι να μεταβείτε στα σπίτια σας».
Στην παρατήρηση των προυχόντων «πώς είναι δυνατόν να αναλάβουμε τέτοια ευθύνη για πράξεις ατόμων ανόητων», ο διοικητής τους απαντά «εν τοιαύτη περιπτώσει δε θα βγείτε από το κρατητήριο».
Οι προύχοντες κατόπιν αυτών αναγκάζονται να υπογράψουν τις δηλώσεις και η κράτηση τους παύει.
Αν και ελεύθεροι πια, παραμένουν κεκλεισμένοι στα σπίτια τους επί εικοσαήμερο.
Από το απόγευμα της Τετάρτης 1 Οκτωβρίου 1941, και ενώ συνεχίζονται οι συλλήψεις, κυκλοφορεί η φήμη ότι οι κρατούμενοι στο στάβλο θα σταλούν στη Βουλγαρία σε στρατόπεδα εργασίας.
Η φήμη δε θα επιβεβαιωθεί. Οι επανειλημμένες διαμαρτυρίες των Σερραίων προς το φρούραρχο Ήλιεφ, το διοικητή αστυνομίας Αγγέλωφ και το Δήμαρχο Ποπώφ εισακούονται.
Στην επιτροπή Σερραίων που επισκέπτεται το διοικητή της αστυνομίας Αγγέλωφ, για να διαμαρτυρηθεί για τα βασανιστήρια που υφίσταντο οι κρατούμενοι, ο Βούλγαρος αξιωματούχος λέγει: «Στη Δράμα, Βούλγαροι και Έλληνες Κουμουνιστές έκαναν επανάσταση. Έπρεπε να λάβουμε προληπτικώς κάποια μέτρα. Οι συλληφθέντες θα αφεθούν ελεύθεροι. Δε θα γίνει τίποτα πια. Ησυχάστε και πηγαίνετε σπίτια σας».
Ένας άλλος λόγος για τον οποίο οι βουλγαρικές αρχές δεν οδηγούνται στο έγκλημα, κάτι το οποίο επιζητούσαν ο διοικητής ασφαλείας Κωστούρκωφ, ο αρχικομιτατζής Δασκάλωφ, όργανο της ασφαλείας, και οι συντάκτες της εφημερίδος «ΜΠΑΛΓΚΑΡΣΚΙ ΓΙΟΥΓΚ» (Βουλγαρικός Νότος) οφείλεται στην αντίδραση των Σερραίων, οι οποίοι κλείσθηκαν στα σπίτια τους με αποτέλεσμα να ατονήσει πλήρως η οικονομική δραστηριότητα, κάτι που στοίχιζε στο Βούλγαρο αξιωματούχο, έμπορο και τον κάθε επιχειρηματία.
Και αν για τους δεκαοχτώ προύχοντες κρατουμένους η λύτρωση ήλθε γρήγορα, για τους κρατούμενους στους στάβλους των στρατώνων Ιππικού, ο Γολγοθάς συνεχίζεται.
Άσιτοι και διψασμένοι επί τρεις μέρες και χωρίς επαφή με τον έξω κόσμο, αγωνιούν και αναμένουν. Την Τετάρτη από της συλλήψεως των ημέρα τους προσφέρεται λίγο νερό22. Την πέμπτη λίγο ψωμί και αυτό μόνο σ' εκείνους που είχαν τη δυνατότητα να το αγοράσουν από τους σκοπούς. Και επιτέλους από την έκτη μέρα επιτρέπεται στους κρατουμένους να δέχονται λίγη τροφή από τους συγγενείς τους.
Όμως οι συνθήκες κρατήσεως παραμένουν το ίδιο τραγικές. Αξύριστοι, ρυπαροί και ψειριασμένοι σύντομα εμφανίζουν διάφορες δερματοπάθειες, ψώρα κτλ. Ο ένας δίπλα στον άλλον αγωνιά και αναμένει την τύχη του. Η κράτηση για κάποιους διαρκεί δυο μήνες, για άλλους λιγότερο. Σταδιακά και κατ' ομάδες απολύονται εκ του δεσμωτηρίου των άπαντες.
Πάραυτα για κάποιους Σερραίους ο θάνατος καραδοκεί. Στη βουλγαρική ασφάλεια αφήνουν την τελευταία τους πνοή, υστέρα από ανελέητο ξυλοδαρμό, ο κρεοπώλης Κρυωνάς και οι Σύλας και Ιπποκράτης Γάλβας. Στην αυλή της οικίας του βρίσκει τραγικό θάνατο ο Μιχαήλ Μπακιρτζής και έξω από το χωριό Καμήλα βρίσκεται το πτώμα του Χρήστου Κεραμιδά.
Μετά τα γεγονότα αυτά οι Βούλγαροι επιβάλλουν στους Έλληνες βαρύτατες φορολογίες και δεν επιτρέπουν στους Έλληνες εμπόρους να προμηθεύονται εμπορεύματα από τα κρατικά (βουλγαρικά) πρατήρια με κουπόνια. Εκ του γεγονότος τούτου καταστηματάρχες, εστιάτορες, ζαχαροπλάστες, καφεπώλες κ.τ.λ. αναγκάζονται να προσλάβουν ως συνεταίρους Βουλγάρους, οι οποίοι και την ειδικότητα δε διέθεταν και το σχετικό κεφάλαιο δεν προσέφεραν.
Ο δήμαρχος Ποπώφ εξαιτίας των παρεμβάσεων του, οι οποίες συνίσταντο στην άρση των μέτρων διώξεως και κρατήσεως, κατηγορείται για φιλελληνισμό. Αργότερα θα αντικατασταθεί και θα προσαχθεί ενώπιον του στρατοδικείου προκειμένου να λογοδοτήσει για τα φιλελληνικά του συναισθήματα.
Ο Ποπώφ23 δεν ήταν φιλέλλην βεβαίως. Απλώς, ως πολιτικός, έβλεπε μακρύτερα. Πίστευε πως μπορούσε να αλώσει την ελληνική ψυχή δια μέτρων συμφιλιώσεως.
Άλλωστε δεν πρέπει να διαφεύγει της προσοχής μας ότι οι Βούλγαροι, όταν εισήλθαν στην ελληνική επικράτεια, διακήρυξαν ότι έρχονται στην Ανατολική Μακεδονία και Θράκη ως απελευθερωτές.
Στις 19 Νοεμβρίου 1941, ο Στυλιανός Κοκκινογένης του Γεωργίου24, με κάποιον φίλο του αγνώστων στοιχείων, συναντούν τους δήμιους τους και το θάνατο.
Τη ζεστή εκείνη φθινοπωρινή μέρα ομάδα Βουλγάρων κομιτατζήδων μεθοκοπά στο καφενείο «Η ΕΝΩΣΙΣ»25 του Ρουστάνη Αλκιβιάδη,
επί της λεωφόρου Μεραρχίας. Η συντροφιά βρίσκεται σε ευθυμία. Τραγουδά βουλγαρικά τραγούδια και αφιονίζεται. Τα κείμενα της εφημερίδος «Μπαλγκαρσκι Γιουγκ», τα οποία καλούν τους κομιτατζήδες να «καθαρίσουν το βουλγαρικό έδαφος από το ελληνικό μίασμα» κάνουν καλά τη δουλειά τους. Μεθυσμένοι και εν πατριωτική εξάψει, εξέρχονται του καφενείου. Λίγα μέτρα πιο κάτω διακρίνουν εντός του φωτογραφείου του Γεωργίου Κοκκινογένη (όπου σήμερα βρίσκεται ο 1ος Παιδικός Σταθμός του Δήμου Σερρών, επί της οδού Μεραρχίας) δυο άτομα νεαράς ηλικίας. Πρόκειται για το Στυλιανό Κοκκινογένη, ηλικίας 21 ετών, επαγγέλματος ζαχαροπλάστη, και το νεαρό φίλο του, αγνώστων στοιχείων.
Οι κομιτατζήδες υποχρεώνουν τους νεαρούς να τους ακολουθήσουν. Κατά σύμπτωση, τη λεωφόρο Μεραρχίας κατεβαίνει με το κάρο του κάποιος Βούλγαρος. Επί του κάρου πλέον όλοι τους, κατευθύνονται, προς το Σκουτάρι, προς συνάντηση φίλου τους βουλγαρίζοντος. Του αγροφύλακος του χωρίου, ενός αδίστακτου, πλιατσικολόγου και περιώνυμου δολοφόνου και βιαστή.
Τα ίχνη των νεαρών από τη μέρα εκείνη χάνονται για πάντα26. Στη ληξιαρχική πράξη, η οποία συντάχθηκε το 1945, ως αιτία θανάτου καταχωρείται: «εξηφανίσθη υπό των Βουλγάρων».
Το τραγικό για τους κατοίκους και για την πόλη των Σερρών εκείνο δεκαήμερο, 29/9 έως 10/10/1941, λαμβάνουν χώρα και άλλες βαρβαρότητες. Σε βάρος της ιστορίας, του πολιτισμού, της ιστορικής μνήμης και της θρησκείας των κατοίκων της πόλεως. Τις προτομές και τους ανδριάντες των Μακεδονομάχων, όπως και την προτομή του ήρωος της Επαναστάσεως του 1821, Εμμανουήλ Παπά27, αρχιστρατήγου των Μακεδονικών Δυνάμεων, τις καταστρέφουν.
Το έξοχο και περικαλλές Ηρώο28 της Μεραρχίας στο Πάρκο του σιδηροδρομικού σταθμού, το οποίο φιλοτέχνησε ο μεγάλος Έλληνας γλυπτής Γεώργιος Δημητριάδης, εις μνήμην όσων αγωνίστηκαν στις νικηφόρες εναντίον των Βουλγάρων μάχες του πρώτου παγκοσμίου πολέμου, το υπονομεύουν και το ανατινάσσουν.
Βάνδαλες είναι οι πράξεις των Βουλγάρων και σε βάρος των μοναχών και των κειμηλίων της Σταυροπηγιακής Ιεράς Μονής Τιμίου Προδρόμου. Να πώς περιγράφει ο Αρχιμανδρίτης Ιγνάτιος Παπαμιχαήλ στην προς το Υπουργείο Οικονομικών «δήλωση ζημιών εκ πολέμου» (Πηγή: Γενικά Αρχεία του Κράτους- Παράρτημα Σερρών).

Γενικά Αρχεία του Κράτους (Παράρτημα Σερρών).

Αμέσως μετά την είσοδο των Βουλγάρων στις Σέρρες και την εγκατάσταση των βουλγαρικών αρχών, στην Ιερά Μονή, κατ' επιταγήν του Βουλγάρου Μητροπολίτη, μεταβαίνει ο αντιπρόσωπος του, Βελήκ Καρατζώφ. Έργο του η διαρπαγή και η σύληση της Μονής29.
Ολίγον αργότερα εμφανίζεται στην Ιερά Μονή ο Βούλγαρος μοναχός Στέφανος Γκάρμπας, συνοδευόμενος υπό αποσπάσματος χωροφυλακής, προς αντικατάσταση του ηγουμένου Αρχιμανδρίτη Ιγνατίου Παπαμιχαήλ.
Αρνηθείς ο ηγούμενος την παράδοση της Μονής οδηγείται στα κρατητήρια και στη συνέχεια εκδιώκεται εκ της πόλεως. Μετά από λίγες ημέρες αναγκάζεται να ακολουθήσει τον Ηγούμενο και ο Μοναχός Βικέντιος. Τον Οκτώβριο του 1941, συστήθηκε στις Σέρρες επαρχιακό δικαστήριο. Μέχρι τότε οι Σέρρες υπήγοντο στη δικαιοδοσία του περιφερειακού δικαστηρίου Φιλιππουπόλεως και Κήρτζαλη. Την ίδια περίοδο εγκαταστάθηκε στις Σέρρες και η πρώτη στρατιωτική διοίκηση η οποία συμπεριλάμβανε τις περιοχές Ζίχνης -Σερρών -Σιδηροκάστρου.
Μετά τα δραματικά γεγονότα της Δράμας και τα όσα ακολούθησαν, οι Βούλγαροι για να ενισχύσουν και θωρακίσουν το βουλγαρικό στοιχείο που συναθροίζετο σταδιακά στις Σέρρες, ιδρύουν επισήμως την παραστρατιωτική ομάδα «Σύλλογος Εφέδρων Αξιωματικών» και «Εφέδρων Υπαξιωματικών», προς τρομοκράτηση του ελληνικού στοιχείου με κάθε μέσο.
Προς το σκοπό προσηλυτισμού, με τις ευλογίες του Υπουργείου Εσωτερικών και Εκπαίδευσης, συνιστούν την οργάνωση «Εθνική Βουλγαρική Λέσχη» και τη νεανική οργάνωση των «Μπράννικι» (Υπερασπιστών).
Το Νοέμβριο του 1941, ιδρύουν στις Σέρρες το πρώτο στην κατεχόμενη Ανατολική Μακεδονία και Θράκη αθλητικό σωματείο, με πρωτοβουλία υπαλλήλων της τοπικής αυτοδιοίκησης υπό την προστασία του Βουλγάρου Δημάρχου Σερρών Ζελιάζκο Στόινοφ30, ο οποίος ήταν και πρόεδρός του.
Για τη πνευματική καθοδήγηση των Σερραίων, επιστρατεύεται ο διευθυντής της εφημερίδας «Μπαλγκάρσκι Γιουγκ» (Βουλγαρικός Νότος). Δια των στηλών της προπαγανδίζει πέραν των άλλων και σκοπούς αυτονομιστικούς, όπως και η «Αδελφότητα της οργάνωσης Ίλιντεν», τόσο εναντίον του ελληνικού στοιχείου όσο και των Βουλγάρων εποίκων που δεν έχουν καταγωγή από την περιοχή31.
Το Σεπτέμβριο του 1942 οι καπνεργάτες που εργάζονταν στα καπνομάγαζα της πόλεως απολύθηκαν. Σ' αυτούς παραγγέλθηκε αν επιθυμούν να συνεχίσουν την εργασία τους να δηλώσουν, εντός τριών ημερών, ότι είναι Βούλγαροι, οπότε και θα επαναπροσληφθούν στην εργασία τους.
Το σύνολο σχεδόν των καπνεργατών απέρριψε το τελεσίγραφο, δηλώνοντας ότι παραμένουν Έλληνες και ότι προτιμούν να πεθάνουν από την πείνα. Τους γνωστοποιήθηκε ότι δεν έχουν καμία θέση ως Έλληνες στη Βουλγαρία. Πάραυτα οι καπνεργάτες δεν απαρνήθηκαν τον Ελληνισμό.
Με σκοπό την πολεοδομική αναμόρφωση της πόλεως και εκτέλεση εξωραϊστικών και ρυμοτομικών παρεμβάσεων, κατεδαφίζουν είκοσι κτίρια, χωρίς να αποζημιώσουν τους ιδιοκτήτες των.
Ο έπαρχος Σερρών γνωρίζοντας ότι οι Έλληνες που εγκατέλειπαν την πόλη και την επαρχία Σερρών εγκαθίσταντο στη Νιγρίτα ή πλησίον της συνοριακής γραμμής (βουλγαρικού-γερμανικού τομέως) πρότεινε στο Υπουργείο Εσωτερικών και αυτό στις γερμανικές αρχές να μην επιτρέπουν την εγκατάσταση Ελλήνων στη μεθόριο, αλλά να προωθούνται στο εσωτερικό της Ελλάδος. Στόχος τους να περιορίσουν στο ελάχιστο την επιθυμία επιστροφής των Ελλήνων που «μετανάστευσαν».
Ο έπαρχος Σερρών δεν περιορίζεται στα ανωτέρω. Προτείνει κατά μήκος των βουλγαρικών συνόρων σε πλάτος 20-30 χιλιομέτρων να εγκατασταθούν καλοί Βούλγαροι πατριώτες, ως αντίβαρο στον ελληνισμό.
4.553 οικογένειες εκ Βουλγαρίας, υπέβαλαν αιτήσεις προς μετανάστευση τους στις Σέρρες. Στο πλαίσιο αυτού του εποικισμού εγκαταστάθηκαν στη διοικητική περιφέρεια Σερρών 18.775 Βούλγαροι. Στις Σέρρες εγκαταστάθηκαν 6.344 Βούλγαροι έποικοι32.
Στα τέλη του μηνός Φεβρουαρίου 1943 εκατόν είκοσι (120) περίπου Σερραίοι, διαφόρων ηλικιών και επαγγελμάτων, υπό το πρόσχημα ότι λαμβάνουν κρυφίως γνώση κυκλοφορούντος δελτίου ραδιοφωνικών νέων συλλαμβάνονται. Αφού κρατηθούν για λίγο και απειληθούν, αφήνονται ελεύθεροι.
Τη νύχτα της 3ης προς την 4η Μαρτίου 1943, το φάσγανο του θανάτου, το οποίο δεν είχε κορεσθεί από ελληνικό αίμα, στράφηκε προς το εβραϊκό.
Οι νομοθετικές διατάξεις «για την προστασία του έθνους» του 1941 (Φ.Ε.Κ. 16/26-1-1941) και ο Νόμος «περί βουλγαρικής υπηκοότητας» της 10/6/1942, ετέθησαν σε ισχύ και στις περιοχές που περιήλθαν στη Βουλγαρία μετά τον Απρίλιο του 1941.
Το καλοκαίρι του 1941 τα οικονομικά μέτρα, που ίσχυαν στη Βουλγαρία για τους Βουλγάρους Εβραίους, τίθενται σε ισχύ και για τους Εβραίους των «νέων εδαφών».
Μετά δε τη συνδιάσκεψη του Wannsee (27-1-1942), στην οποία αποφασίστηκε η τελική λύση του εβραϊκού ζητήματος, ο κλοιός περισφίγγει την εβραϊκή κοινότητα των Σερρών ακόμη περισσότερο. Το κίτρινο αστέρι στο στήθος και η ξεχωριστή κίτρινη ταυτότητα, δηλωτικά της εβραϊκής καταγωγής, επιβάλλονται και στους Εβραίους της πόλεως, αφού προηγουμένως επιβλήθηκε γενική καταγραφή τους με προσωπική παρουσίαση και κατάθεση προσφάτου φωτογραφίας.
Τον Ιανουάριο του 1943, ο Θήοντορ Ντάννεκερ, επικεφαλής των ομάδων θυέλλης, ειδικός απεσταλμένος του Άντολφ Άιχμαν επισκέπτεται τη Σόφια. Η βουλγαρική κυβέρνηση του ζήτησε να της παράσχει την εμπειρία33 του ως ειδικού επί του εβραϊκού ζητήματος.
Στις 2 Φεβρουαρίου 1943, Ντάννεκερ και Γκαμπρόφσκι συμφωνούν ο εκτοπισμός των Εβραίων να αρχίσει από του Εβραίους της Διοικήσεως του Αιγαίου και των Διοικήσεων των Σκοπίων, Μοναστηρίου και Πιρότ.
Στις 12 Φεβρουαρίου 1943 το βουλγαρικό Υπουργικό Συμβούλιο αποδέχεται πλήρως τις εισηγήσεις του Βουλγάρου Επιτρόπου Εβραϊκών υποθέσεων Αλεξάντερ Μπέλεφ για τον εκτοπισμό των Εβραίων.
Στις 22 Φεβρουαρίου οι Ντάννεκερ και Μπέλεφ υπογράφουν επισήμως τη συμφωνία για τον εκτοπισμό των Εβραίων στις ανατολικές γερμανικές χώρες. Έτσι τα ξημερώματα της 4ης Μαρτίου 1943 ο συνοικισμός Προφήτη Ηλία, όπου κατοικούσαν οι Σερραίοι Εβραίοι, περικυκλώνεται από βουλγαρικές στρατιωτικές δυνάμεις. Βουλγαρικές ομάδες στελεχωμένες από αξιωματικούς της αστυνομίας, με τους καταλόγους ανά χείρας, συλλαμβάνουν τις εβραϊκές οικογένειες και σφραγίζουν τα σπίτια τους «Η κυβέρνηση για την ασφάλεια σας διέταξε τη μεταφορά σας, προσωρινά, στο εσωτερικό της χώρας».
Το πρωί της 4ης Μαρτίου 1943, βρίσκει του Εβραίους μαντρωμένους στην καπναποθήκη Μαρούλη, η οποία είχε ετοιμαστεί ως προσωρινό στρατόπεδο συγκέντρωσης. Τις επόμενες ημέρες οι Εβραίοι της πόλεως και της Ν. Ζίχνης μεταφέρονται σιδηροδρομικώς σε στρατόπεδο συγκέντρωσης στο Μπλαγκόεβγκραντ και από εκεί, στις 18 και 19 Μαρτίου, στο Λομ. Εκεί τους καθησυχάζουν λέγοντας τους ότι πρόκειται να τους μεταφέρουν στην Παλαιστίνη από λιμάνι της Μαύρης Θάλασσας. Η αξιοπρεπής συμπεριφορά των Βουλγάρων και το προηγμένο συσσίτιο πείθει τους Εβραίους προς τούτο34. Γι' αυτό και υποδεικνύουν μια τέλεια υποταγή και παραίτηση35.
Στις 20-21 Μαρτίου 1943 αντί της Παλαιστίνης, δια πλοιαρίων μέσω του ποταμού Δουνάβεως, μεταφέρονται στο Κάτοβιτς της Πολωνίας.
Κάτω από την επίβλεψη του Ντάννεκερ, η κορύφωση του δράματος σε λίγες μέρες είναι γεγονός. Από το Κάτοβιτς στην Τρεμπλίνκα, όπου και εξολοθρεύονται άπαντες36.
Και την ώρα που ολοκληρώνεται η σφαγή των Εβραίων37 και το ελληνικό αίμα ποτίζει το βουλγαρικό φάσγανο, η αρμενική μειονότητα που βρήκε στις Σέρρες, όπως και στην υπόλοιπη κατεχόμενη από τους Βουλγάρους Ελλάδα, μετά τη μικρασιατική καταστροφή, καταφύγιο, διεκδίκησε τη θέση των εκτοπισθέντων Εβραίων στον τομέα του εμπορίου και της βιοτεχνίας. Άλλωστε, από την πρώτη μέρα της κατοχής, είχαν αποδειχτεί οι Αρμένιοι φίλοι και άριστοι συνεργάτες των Βουλγάρων και δια τούτο απολάμβαναν προνομίων και πλήρους ελευθερίας.
Η κινητή και η ακίνητη περιουσία των Εβραίων, τις επόμενες του εκτοπισμού τους ημέρες, αποτέλεσαν αντικείμενα διαρπαγής Βουλγάρων, Αρμενίων και λίγων συνεργαζομένων Ελλήνων. Τα είδη νοικοκυριού και τα χωρίς ιδιαίτερη αξία αντικείμενα πωλούνται σε πλειστηριασμούς κάτω από εξευτελιστικές συνθήκες. Να πώς περιγράφει ο Εβραίος Αλμπέρτος Ιωσήφ Φουμιτέν (ένας εκ των διασωθέντων του Πογκρόμ) την προς το Υπουργείο Οικονομικών «δήλωση ζημιών εκ πολέμου».

Γενικά Αρχεία του Κράτους- Παράρτημα Σερρών.

Στις 27 Απριλίου 1942, ο βασιλιάς Βόρις Γ (1894-1943) επισκέφθηκε τις Σέρρες. Στην υποδοχή του παρευρέθησαν ελάχιστοι Σερραίοι. Η εικόνα του οικειοθελώς προστρέξαντος Σερραίου να κρατήσει τον αναβολέα (το σιδερένιο κρίκο που κρέμεται από τη σέλα και που πατά ο ιππέας για να ανεβεί) του αλόγου του Βασιλέως Βόριδος Γ' για να ιππεύσει αυτός, παραμένει ανεξίτηλη στη μνήμη των ελαχίστων εκείνων, ολίγων περιέργων Σερραίων, που εκ του μακρόθεν παρακολουθούσαν τα δρώμενα.
Το μετακατοχικό ελληνικό κράτος ψάχνοντας λαϊκά ερείσματα, πρακτικές σαν κι αυτές θα τις επιβραβεύσει και θα τις αμνηστεύσει. Η ηθική και εθνική κατάπτωση του ανωτέρω και των ομοίων τους θα αποτελέσει αντικείμενο αντιπαροχής τούτων με το επίσημο κράτος. Το κράτος θα τους αμνηστεύσει και αυτοί, αφού ενδυθούν τη λεοντή του Εθνικόφρονος, θα καταστούν μίσθαρνα όργανα του, αναλαμβάνοντας κρατικά αξιώματα. Βεβαίως θα εμφανισθούν και ως απηνείς διώκτες κάθε αριστερού ή προοδευτικού πολίτη.
Την 1 Μαΐου 1943 ξεκίνησε από τις βουλγαρικές αρχές απογραφή πληθυσμού της πόλεως και των περιχώρων. Για τον λόγο αυτό καταρτίσθηκαν επιτροπές κατά τομείς, οι οποίες περιήρχοντο στις οικίες. Το ερωτηματολόγιο ήταν το ακόλουθο: α) Πόσα μέλη έχει η οικογένεια, ονοματεπώνυμο εκάστου, ηλικία και επάγγελμα, β) Εάν υπάρχουν τέκνα ή συγγενείς διαμένοντες στην Ελλάδα, που και ποιες οι διευθύνσεις τους, γ) Ποια υπηκοότητα έχουν και ποια θα αποκτήσουν και δ) εάν θα παραμείνουν στον τόπο της σημερινής διαμονής ή θα εγκαταλείψουν τούτον.
Οι περισσότεροι των κατοίκων δήλωσαν ότι είναι Έλληνες και παραμένουν Έλληνες. Πάραυτα οι βουλγαρικές επιτροπές ανέγραψαν για τους περισσοτέρους ψευδώς στις δηλώσεις και ιδιαιτέρως για τους έχοντες αδύνατον χαρακτήρα ότι θα παραμείνουν Βούλγαροι.
Στις 9 Μαΐου 1943 και κατά τις μεταμεσονύκτιες ώρες συνελήφθη από τις βουλγαρικές αρχές ο έμπορος Βασίλειος Ζαρκές, υπό το πρόσχημα κουμουνιστικής δράσεως και ενεκλείσθη στο κρατητήριο του Τμήματος Ασφαλείας. Το πρωί της ίδιας ημέρας για τον αυτό λόγο συνελήφθησαν περί τα σαράντα άτομα τα οποία και κακοποιήθηκαν.
Το τρίτο δεκαήμερο του μηνός Ιουνίου 1943 ο Βούλγαρος Πρωθυπουργός Φίλωφ, συνοδευόμενος από τον Υπουργό Εμπορίου, το Γενικό Διοικητή Θράκης και ανωτέρους υπαλλήλους, επισκέφθηκαν τις πόλεις της Ανατολικής Μακεδονίας και Θράκης: Σέρρες, Δράμα, Καβάλα, Ξάνθη και Αλεξανδρούπολη. Το βουλγαρικό κλιμάκιο δέχθηκε επιτροπές Βουλγάρων πολιτών και Ελλήνων. Ιδού πως περιγράφεται η επίσκεψη του Βουλγάρικου κλιμακίου στις Σέρρες και τις λοιπές πόλεις της Ανατολικής Μακεδονίας και Θράκης δια του αρ. πρωτ. Α.Π. 8531/10-7-1943 εγγράφου του Τμήματος Β' του 11ου Γραφείου του Γ.Ε.Σ.


ΥΠΟΥΡΓΕΙΟΝ ΕΘΝΙΚΗΣ ΑΜΥΝΗΣ
ΓΡΑΦΕΙΟΝ ΙΙν (Γ.Ε.Σ.) ΤΜΗΜΑ Β’.
(Αριθ. πρωτ. ΑΠ. 8531/10-7-43).
ΒΟΥΛΓΑΡΟΚΡΑΤΟΥΜΕΝΑΙ ΕΛΛΗΝΙΚΑΙ ΕΠΑΡΧΙΑ

«Περί της περιοδείας τον Προέδρου της βουλγ. Κυβερνήσεως εις Ανατολικήν Μακεδονίαν και Θράκην».
Κατά το 3ον δεκαήμερον του μηνός Ιουνίου ε.ε., ο Βούλγαρος Πρωθυπουργός Φίλωφ, συνοδευόμενος υπό του Υπουργού του Εμπορίου, τον Γενικού Διοικητού Θράκης και ανωτέρων υπαλλήλων, περιήλθον τας πόλεις της Ανατολικής Μακεδονίας και Δυτικής Θράκης: Σέρρας, Δράμαν, Καβάλλαν, Ξάνθην και Αλεξανδρούπολιν. Επί της περιοδείας ταύτης εγνώσθησαν ημίν τα κάτωθι:
Εις απάσας τας ανωτέρω πόλεις εδέχθη επιτροπάς Βουλγάρων πολιτών και Ελλήνων τοιούτων. Εν εκάστη πόλει πρώτον εδέχετο τας Επίτροπος των Βουλγάρων, προς τας οποίας είναι άγνωστον τί συνέστησεν. Αι γενόμεναι παρ' αυτού δεκταί εις ακρόασιν επιτροπαί των Ελλήνων συνεκροτήθησαν εκ προσώπων της εκλογής των Διοικητών Ασφαλειών εκάστης πόλεως, οίτινες κατά την συγκρότησιν τούτων συνιστών εις τα μέλη τούτων ν’ αποφύγωσι την διατύπωσιν παραπόνων και καταγγελιών των διαφόρων παρεκτροπών των οργάνων Διοικήσεως και Ασφαλείας.
Αι επιτροπαί ωδηγούντο εις τον Πρόεδρον της Κυβερνήσεως Φίλωφ υπό συνοδείαν αυτού τούτου του Διοικητού Ασφαλείας φυσικά ίνα αποτραπή πάσα δυνατή συνεννόησις μεταξύ των μελών των Επιτροπών προ της εισόδου των εις το Γραφείον του πρωθυπουργού, δεδομένου ότι ωδηγούντο εις τον προθάλαμον αυτού υπό οργάνων της ασφαλείας εκ των οικιών των ή των εργασιών των και εκεί επληροφορούντο ότι πρόκειται ν’ αποτελέσωσι μέλη Επιτροπής.
α) Η Επιτροπή Σερρών απετελέσθη εκ των: 1) Ευαγγέλου Καμπούρη (υφασματεμπόρου, διατηρούντος και ήδη κατάστημα), 2) Τηλεμάχου (διατηρούντος χρυσοχοείον), 3) Ιατρού Τσάμη (μη εξασκούντος το ιατρικόν επάγγελμα), 4) Κων/τίνου Περδικάρη (διατηρούντος Ανθρακωρυχείον εν ενεργεία).
Ο κ. Φίλωφ, ηρώτησε την Επιτροπή αν είναι ευχαριστημένος ο ελληνικός πληθυσμός από την Βουλγαρικήν Διοίκησιν ή έχει παράπονα και συγκεκριμένως ποία. Εις την ερώτησιν ταύτην εδόθησαν αι εξής απαντήσεις:
Ο Ευάγγελος Καμπούρης, εδήλωσεν ότι είναι ευχαριστημένος και ότι ουδέν παράπονον κατ’ ουδενός έχει να διατύπωση.
Ο ιατρός Τσάμης επεμβάς είπεν ότι βέβαια είναι ευχαριστημένος αλλά δεν δύναται να ζήσωσιν αφ' ενός διότι δεν επιτρέπεται εις τους Έλληνας η εργασία και αφ' ετέρου διότι γίνεται διάκρισις εις το ζήτημα του επισιτισμού μεταξύ Ελλήνων και Βουλγάρων εις βάρος των πρώτων. Ο κ. Φίλωφ κατόπιν τούτων ετόνισεν: «αυτά μόνον είναι τα παράπονα σας» και υπεσχέθη ότι το ζήτημα της διακρίσεως των τροφίμων θα τακτόποιηθή. Διέταξε άμα να επιτραπή να εργασθώσιν οι ιατροί αμέσως, περιορίσας το ζήτημα της ανεργίας των Ελλήνων μόνον εις τους ιατρούς (2-5 κατά πόλιν). Πράγματι από της ιδίας ημέρας επετράπη η εξάσκησις τον ιατρικού επαγγέλματος εις τους Έλληνας ιατρούς.
β) Η Επιτροπή Καβάλλας απετελέσθη κατά τον ίδιον τρόπον από τον ιατρόν Ιωάννην Οικονομίδην (εξασκούντα το επάγγελμα …….), φαρμακοποιόν Βασιλειάδην (διατηρούντα φαρμακείον) ιδιοκτήτην Ταβέρνας (πρώην Κανάριν Βιολέτταν, πλουτήσαντα ήδη τα μέγιστα ως ποτοποιού, λόγω συνεργασίας μετά Βουλγάρου) και από έμπορον τίνα διατηρούντα κατάστημα του οποίου το ονοματεπώνυμον δεν εγνώσθη εισέτι.
Η ως άνω επιτροπή διετύπωσε τα αυτά ως και η Επιτροπή Σερρών παράπονα και έλαβε τας ιδίας υποχρεώσεις του κ. Προέδρου. Παρ' όλα όμως αυτά, την επομένην της αναχωρήσεως του η Αγορανομία Καβάλλας απηγόρευσε την πώλησιν γάλακτος και γιαουρτιού εις τους Έλληνας.
γ) Η επιτροπή Δράμας (5μελής) συνεκροτήθη κατά τον ίδιο τρόπον υπό του Διοικητού Ασφαλείας Δράμας και διατύπωσε τα αυτά περίπου παράπονα και έλαβεν επίσης τας αυτάς διαβεβαιώσεις του κ. Φίλωφ.
δ) Η Επιτροπή Ξάνθης απετελέσθη κατά τον αυτόν τρόπον ως άνω εκ των 1) Καπνεμπόρου Χριστίδου, 2) Ποτοποιού Σαρακέλου, 3) Ιατρού Καραμπέτσου και 4) Υφασματεμπόρου Οικονόμου.
Αύτη διετύπωσεν επίσης τα αυτά παράπονα προσθέσασα επί πλέον το παράπονον διά το κλείσιμον των καταστημάτων και των επιχειρήσεων των Ελλήνων. Ο κ. Πρωθυπουργός διαβεβαίωσεν την εν λόγω Επιτροπήν ότι όλα αυτά θα διορθωθώσι και ότι εις το μέλλον ουδεμία διάκρισις Ελλήνων και Βουλγάρων θα υπάρχη.
ε) Η Επιτροπή Κομοτινής, εκ των 1) Σοφοκλήν Κομνηνόν (πρώην Δήμαρχον) 2) Σπύρον Μόλλαν, 3) Κων/νον Ιωαννίδην και 4) Χ. Αναστασίου (συμβολαιογράφον).
Υπό της Επιτροπής ταύτης διατυπώθησαν παράπονα μόνον διά την διάκρισιν της τροφής, δοθείσης επίσης απαντήσεως ταχείας διευθετήσεως.
Εκ των ανωτέρω πληροφοριών συνάγεται ότι η αμέσως επιτευχθείσα βελτιώσεως της καταστάσεως του Ελληνικού πληθυσμού είναι η δοθείσα εις όλας τας πόλεις της Δυτικής Θράκης και Ανατολικής Μακεδονίας.
(Αριθ. ΕΠ. 1851/2-7-43.Γ.Δ. Μακεδονίας. Π/Β’. Α.Π 8531/10-7-43).
Στις 28 Αυγούστου 1943, η είδηση του θανάτου του βασιλέως Βόριδος του Γ’ διατρέχει την πόλη. Σερραίοι βουλγαρίζοντες, κατόπιν εντολής των βουλγαρικών αρχών μεταβαίνουν στη Σόφια μεταφέροντες φούχτα σερραϊκής γης προς εναπόθεση της στο νεκρικό προσκεφάλι του βασιλέως.
Η κατάπτυστη ενέργεια και φράση: «προσκυνώ τη σορό σου βασιλιά μου και εναποθέτω στο προσκεφάλι σου μια χούφτα χώμα από τη σερραϊκή γη», μεγαλοσχήμονος προύχοντα της πόλεως, ο οποίος στη μετακατοχική Ελλάδα θα αναρριχηθεί σε ύπατα αξιώματα, προσβάλλει μέχρι και σήμερα τη συντριπτική πλειονότητα των Σερραίων που κράτησαν -ψηλά τη σημαία και το φρόνημα του ελληνισμού, επιλέγοντας συνειδητά τις κακουχίες, τα στρατόπεδα εργασίας, τους εξευτελισμούς και το θάνατο.
Στα χρόνια που ακολουθούν, δεκάδες Σερραίοι από την πόλη και τα χωριά του νομού ή άλλοι ξενομερίτες θα συλληφθούν για να αποσταλούν στο Ιστίπ της βουλγαροκρατούμενης Σερβίας ή για να καταταγούν στα τάγματα εργασίας προς εκτέλεση διαφόρων έργων και εργασιών στη Βουλγαρία. Κάποιοι εξ αυτών δε θα γυρίσουν ποτέ.
Κατά παράβαση του άρθρου 52 της συμβάσεως της Χάγης (IΝ, 1907) για το δίκαιο του κατά ξηράν πολέμου, οι Έλληνες υφίστανται τον εξευτελισμό της προσωπικής εργασίας. Την άνοιξη κάθε έτους της βουλγαρικής κατοχής, νέοι Έλληνες των κλάσεων 1942-1943 επιστρατεύονται από το βουλγαρικό στρατό και στέλνονται στη βουλγαροκρατούμενη Γιουγκοσλαβία (Κουμάνοβο) και στη Βουλγαρία (Σβίλεγκραντ, Κιουστεντίλ, Δούναβη), για να εργασθούν σε έργα κατασκευής δρόμων, σιδηροδρόμων αλλά και αγροτικές εργασίες.
Η κατοχή της πόλεως συνεχίζεται και μαζί της το μάτωμα των Ελλήνων. Παρατίθενται στη συνέχεια τα ονοματεπώνυμα των φονευθέντων αλφαβητικώς και ουχί κατά χρονολογία για λόγους οικονομίας:
Στις 28 Σεπτεμβρίου 1941, εντός του αστυνομικού τμήματος, θανατώθηκε ο Λεωνίδας Αγγελάκης του Γεωργίου38, ηλικίας τότε 38 ετών, έμπορος ελαίου, κάτοικος Σερρών.
Στις 28 Μαΐου 1944, στις φυλακές Σερρών, συνεπεία ξυλοδαρμού και κακώσεων υπό των Βουλγάρων, αφήνει την τελευταία του πνοή ο Κωνσταντίνος Αγγελόπουλος, ηλικίας 35 ετών, παντοπώλης, κάτοικος Πενταπόλεως.
Στις 13 Φεβρουαρίου 1944, στην πόλη των Σερρών θανατώθηκε υπό των Βουλγάρων, ο Γεώργιος Αράπογλου του Χαραλάμπους, κάτοικος Νέας Μπάφρας.
Τον Οκτώβριο του 1942, στις Σέρρες, συνεπεία ανήλεους ξυλοδαρμού υπό των Βουλγάρων, χάνει τη ζωή του ο Αυγερινός Αυγερινός του Νικολάου, ηλικίας 55 ετών, εργάτης, κάτοικος Σερρών. Στις 15 Ιουνίου 1942, παρά το Στρυμόνα και πλησίον της κοινότητας Λακοβικκίων (σήμερα Μεσολακκιά) στην προσπάθεια του να περάσει στο γερμανικό τομέα, πέφτει νεκρός από τις σφαίρες βουλγαρικής περιπόλου, ο Νικόλαος Αλεξίου του Αλεξάνδρου, ηλικίας 32 ετών, κάτοικος Δοξάτου.
Στις 15 Μαίου 1944 βρίσκει το θάνατο (επήλθε εκ φόνου υπό των Βουλγάρων) ο Κωνσταντίνος Βαγιάτας του Γεωργίου, ηλικίας 38 ετών, καπνοπαραγωγός, κάτοικος Εμμανουήλ Παπά Τον Ιανουάριο του 1944, εκ ξυλοδαρμού υπό των Βουλγάρων, επήλθε ο θάνατος του Μάρκου Βαγιανάκη του Κωνσταντίνου. Ήταν ηλικίας 40 ετών, ιδιωτικός υπάλληλος. Γεννήθηκε στα Χανιά και κατοικούσε στις Σέρρες.
Στις 12 Αυγούστου 1942 στο αστυνομικό τμήμα, εκ ξυλοκοπήματος υπό των Βουλγάρων, επήλθε ο θάνατος του Αθανασίου Βασματζίδη του Δημητρίου. Ήταν ηλικίας 68 ετών μικροπωλητής. Γεννήθηκε στη Μικρά Ασία και κατοικούσε στις Σέρρες.
Στις 12 Φεβρουαρίου 1943, στην αγροτική θέση Αλή της κτηματικής περιφέρειας Σερρών, φονεύτηκε υπό των Βουλγάρων ο Δημήτριος Βέργος του Στοϊμένου, ετών 44, εργάτης, κάτοικος Σερρών.
Στις 13 Ιουνίου 1944 στην οικία του, συνεπεία ξυλοδαρμού υπό των Βουλγάρων, έχασε τη ζωή του ο Αθανάσιος Βλαγοϊδης του Ιωάννη, ηλικίας 17 ετών, μαθητής καταγόμενος από τα Κίργια Δράμας, κάτοικος Σερρών (ο πατέρας του ασκούσε το επάγγελμα του ράπτη στις Σέρρες και απεβίωσε στις 18/9/1944 από τον καημό του). Στις 11 Σεπτεμβρίου 1941, στην οικία του, αφήνει την τελευταία του πνοή ο Γεώργιος Βλαχόπουλος του Χρήστου, ηλικίας 52 ετών, γεννηθείς στο Αχλαδοχώρι, επαγγέλματος κρεοπώλου. Ο θάνατος του επήλθε συνεπεία τραυμάτων προκληθέντων εξ αγρίου ξυλοκοπήματος.
Στις 5 Οκτωβρίου 1941, ο κεραμοποιός Χριστόδουλος Γιλαντζής ή Φειδάς του Γεωργίου, ηλικίας 30 ετών, γεννηθείς στις 40 Εκκλησιές και κάτοικων στις Σέρρες, αφήνει την τελευταία του πνοή φονευθείς υπό των Βουλγάρων.
Στις 22 Νοεμβρίου 1943, εντός των φυλακών, ο γεωργός Σάββας Γεωργιάδης του Δημητρίου, κάτοικος Δυποτάμου, σε ηλικία 27 ετών, αφήνει την τελευταία του πνοή. Ο θάνατος του επήλθε εκ ξυλοδαρμού.
Στις 5 Ιανουαρίου 1942, στα κρατητήρια της βουλγαρικής διοικήσεως Σερρών, κατόπιν ανήλεους ξυλοδαρμού υπό Βουλγάρων στρατιωτών, ο Αντώνιος Γεωργούλας του Παναγιώτη, ηλικίας 38 ετών, γεωργός στο επάγγελμα, συναντά το θάνατο. Καταγόταν από την κοινότητα Κανάλια Καρδίτσας.
Στις 5 Αυγούστου 1943, στο χωριό Βαμβάκια Σερρών, συνεπεία κακώσεων προκληθέντων υπό των Βουλγάρων, πεθαίνει ο Θεόδωρος Γούσιος του Κωνσταντίνου. Ήτο ηλικίας μόλις 17 ετών, κουρέας στο επάγγελμα. Διέμενε στις Σέρρες.
Στις 4 Οκτωβρίου 1941, ώρα 11 το βράδυ, πλησίον της οικίας του, χάνει τη ζωή του ο Μιχαήλ Δαλοκλίδης του Ηλία, ηλικίας 51 ετών, ελαιοχρωματιστής στο επάγγελμα, πυροβοληθείς υπό βουλγάρικου αποσπάσματος.
Στις 29 Μαΐου 1944, ο Λάζαρος Δαμιανίδης του Ιωάννου, γεννηθείς στη Σαμσούντα, ηλικίας 44 ετών, γεωργός στο επάγγελμα, κάτοικος Αηδονοκάστρου, θανατώνεται στις Σέρρες. Ο θάνατος του επήλθε υπό των Βουλγάρων δι' αγχόνης.
Στις 30 Νοεμβρίου 1941, βρίσκει το θάνατο εκ φόνου υπό των Βουλγάρων, ο Δημήτριος Δάρατζης του Γεωργίου, ηλικίας 30 ετών.
Στις 7 Αυγούστου 1943, στις φυλακές Σερρών, συνεπεία ξυλοδαρμών, στερήσεων και βασανιστηρίων υπό των Βουλγάρων, αφήνει την τελευταία του πνοή ο εκ Ροδολίβους, ποιμήν στο επάγγελμα, ηλικίας 66 ετών, Κωνσταντίνος Δημτσίκος του Γεωργίου.
Στις 4 Μαΐου 1944 και στο Στρατόπεδο Ιππικού, Βούλγαροι στρατιώτες φονεύουν τον Ιωάννη Διαβάτη του Αθανασίου, κάτοικο Αγίου Πνεύματος, ηλικίας 32 ετών, γεωργό στο επάγγελμα.
Στις 6 Μαΐου 1944, έξωθεν της πόλεως, Βούλγαροι στρατιώτες φονεύουν το Στέφανο Δριγκάκη του Δημητρίου, κάτοικο Μαυροθαλάσσης, 33 ετών, γεωργό στο επάγγελμα.
Στις 10 Οκτωβρίου 1941, παρά το Σιδηροδρομικό Σταθμό Σερρών, στρατιώτες φονεύουν τον ανθρακωρύχο Δημήτριο Ευαγγέλου του Στέργιου, ηλικίας 24 ετών.
Στις 3 Φεβρουαρίου 1944 συνεπεία αγρίου ξυλοδαρμού υπό των Βουλγάρων, αφήνει την τελευταία του πνοή ο 19χρονος, μάγειρας στο επάγγελμα, Αθανάσιος Θεοδωρίδης ή Αθανασίου του Σπύρου39, ο οποίος εργαζόταν στο εστιατόριο του Βουλγάρου Κύρωφ.
Στις 11 Μαΐου 1944, συνεπεία αγρίου ξυλοκοπήματος υπό των Βουλγάρων, εντός του αγρού του, απεβίωσε ο Γρηγόριος Θωμάς του Κωνσταντίνου, γεννηθείς στη Μικρά Ασία, ηλικίας 50 ετών, εργάτης στο επάγγελμα.
Στις 15 Σεπτεμβρίου 1944, Βούλγαροι φονεύουν το Χρήστο Ιατρούδη του Κωνσταντίνου, ηλικίας 23 ετών, γεωργό στο επάγγελμα, κάτοικο Κάστανοχωρίου.
Στις 30 Μαΐου 1944, στις φυλακές των Σερρών, ο Σάββας Ιωσηφίδης του Προδρόμου, υφασματοπώλης στο επάγγελμα, ηλικίας 32 ετών, κάτοικος Παλαιοκώμης, βρίσκει το θάνατο δι' απαγχονισμού.
Στις 15 Μαΐου 1944, έξωθεν της πόλεως των Σερρών, φονεύτηκε υπό των Βουλγάρων ο Μάνθος Καλενδέρης του Δημητρίου, κάτοικος Καλών Δένδρων, ηλικίας 67 ετών, γεωργός στο επάγγελμα. Είχε γεννηθεί στο Κεστρίτσι Ραιδεστού.
Στις 15 Μαΐου 1943, στις Σέρρες, φονεύτηκε υπό των Βουλγάρων ο Γεώργιος Κανίδης του Παναγιώτη, ηλικίας 33 ετών, γεωργός στο επάγγελμα, ο οποίος είχε γεννηθεί στη Νικόπολη του Πόντου.
Στις 5 Ιουνίου 1944, στις Σέρρες, φονεύτηκε υπό των Βουλγάρων, ο Νικόλαος Καραδημητρόγλου του Λαμπριανού, κάτοικος Χωριστής, ηλικίας 45 ετών, γεωργός στο επάγγελμα
Στις 15 Μαΐου 1944, έξωθεν των Σερρών, φονεύτηκε υπό των Βουλγάρων ο Αθανάσιος Καρανάσιος του Γεωργίου, κάτοικος Εμμανουήλ Παπά, ηλικίας 30 ετών, καπνοπαραγωγός στο επάγγελμα.
Στις 10 Απριλίου 1942, εντός των κρατητηρίων του δεσμωτηρίου, σφαγιάσθηκε (ο θάνατος του επήλθεν εκ φόνου εκτελεσθέντος δια μαχαίρας) υπό των Βουλγάρων, ο Θωμάς Καριπίδης του Κοσμά, ηλικίας 39 ετών, οδηγός αυτοκίνητου στο επάγγελμα. Είχε γεννηθεί στο Καρς Καυκάσου.
Στις 17 Νοεμβρίου 1943, στην οικία του, κατόπιν αγρίου ξυλοδαρμού υπό των Βουλγάρων, άφησε την τελευταία του πνοή ο Νικόλαος Κηπουρός του Νικολάου, ηλικίας 60 ετών, κηπουρός στο επάγγελμα, κάτοικος Σερρών.
Στις 3 Οκτωβρίου 1941, καταδιωκόμενος, φονεύτηκε υπό των Βουλγάρων στο χωριό Λιβάδια Ροδοπόλεως Σερρών, ο Μηνάς Κιοσέογλου του Κωνσταντίνου, ηλικίας 25 ετών, γεωργός στο επάγγελμα, κάτοικος Κοκκινογείων Δράμας. Είχε γεννηθεί στον Πόντο.
Στις 19 Σεπτεμβρίου 1944, στο Δημοτικό Νοσοκομείο Σερρών, συνεπεία ξυλοδαρμού υπό των Βουλγάρων, άφησε την τελευταία του πνοή ο Ιωάννης Κόπανος του Αντωνίου, ηλικίας 55 ετών, γεωργός στο επάγγελμα, κάτοικος Δήμητρας. Είχε γεννηθεί στο Σιμιτλή Ανατολικής Θράκης.
Στις 19 Ιουνίου 1943, στο στρατιωτικό νοσοκομείο Σερρών, συνεπεία αγρίου ξυλοδαρμού υπό Βουλγάρων αστυνομικών, άφησε την τελευταία του πνοή ο Ηλίας Κοτρίδης του Λαζάρου, ηλικίας 50 ετών, γεωργός στο επάγγελμα, κάτοικος Μελενικιτσίου. Είχε γεννηθεί στο Καρς Καυκάσου.
Στις 17 Μαΐου 1944, στις φυλακές Σερρών, εκτελέσθηκε υπό των Βουλγάρων ο Αθανάσιος Κοτρώτσιος του Πολύχρονη, ηλικίας 50 ετών, καπνοπαραγωγός στο επάγγελμα, κάτοικος Εμμανουήλ Παπά.
Στις 25 Μαρτίου 1944, συνεπεία τραυμάτων προξενηθέντων υπό των Βουλγάρων, άφησε την τελευταία του πνοή ο Κωνσταντίνος Κουρουλής του Γεωργίου, ηλικίας 37 ετών, μικροπωλητής στο επάγγελμα, κάτοικος Σερρών. Είχε γεννηθεί στα Κιουπλιά Μ. Ασίας.
Στις 14 Μαΐου 1944, στο στρατόπεδο ιππικού, φονεύτηκε ο Αλκιβιάδης Κουτσός του Ευαγγέλου, κάτοικος Αγίου Πνεύματος, ηλικίας 67 ετών, αγρότης στο επάγγελμα.
Στις 3 Οκτωβρίου 1941, καταδιωκόμενος, φονεύτηκε υπό Βουλγάρων στο χωριό Λιβάδια Ροδοπόλεως Σερρών, ο Αριστείδης Καλαμπαρατζίδης του Δαμιανού, κάτοικος Κοκκινογείων Δράμας, ηλικίας 35 ετών, γεωργός στο επάγγελμα. Είχε γεννηθεί στην Ανατολική Θράκη.
Στις 2 Μαΐου 1943, στις φυλακές Σερρών, συνεπεία αγρίου ξυλοδαρμού υπό των Βουλγάρων, άφησε την τελευταία του πνοή ο Κυνηγόπουλος Πολύχρονης του Θεοδώρου, κάτοικος Καβάλας, ηλικίας 31 ετών, σοφέρ στο επάγγελμα.
Στις 3 Οκτωβρίου 1941, καταδιωκόμενος, φονεύτηκε υπό Βουλγάρων στρατιωτών, στο χωρίο Λιβάδια Ροδοπόλεως Σερρών, ο Ασκληπιάδης Κυπαρανίδης του Γεωργίου, κάτοικος Κοκκινογείων Δράμας, ηλικίας 30 ετών, επαγγέλματος γεωργού. Είχε γεννηθεί στο Σουσουρλού Μικράς Ασίας.
Στις 27 Αυγούστου 1942, φονεύτηκε υπό των Βουλγάρων, ο Μελέτιος Κυριακόπουλος του Ιορδάνη, κάτοικος Σερρών, γεννηθείς στην Προύσα της Μ. Ασίας, ηλικίας 29 ετών, ράπτης στο επάγγελμα.
Στις 25 Μαρτίου 1944, στη θέση Αλή Μπαμπά Σερρών, φονεύτηκε υπό των Βουλγάρων ο Νικόλαος Κυριμλής του Γεωργίου, κάτοικος Σερρών, ηλικίας 38 ετών, καπνεργάτης στο επάγγελμα.
Στις 3 Οκτωβρίου 1941 καταδιωκόμενος, φονεύτηκε υπό Βουλγάρων στρατιωτών στο χωριό Λιβάδια Ροδοπόλεως Σερρών, ο Ευθύμιος Κωνσταντινίδης του Χρήστου, κάτοικος Κοκκινογείων Δράμας, γεννηθείς στη Μικρά Ασία, ηλικίας 33 ετών, γεωργός στο επάγγελμα.
Στις 27 Ιανουαρίου 1944, συνεπεία κακοποίησης υπό των Βουλγάρων, άφησε την τελευταία του πνοή, ο Κωνσταντίνος Κωτσαλάς του Δημητρίου, κάτοικος Σερρών, ηλικίας 64 ετών, καπνεργάτης στο επάγγελμα.
Στις 12 Νοεμβρίου 1941, στις Σέρρες, φονεύθηκε υπό των Βουλγάρων στρατιωτών, ο Ιωάννης Λασκαρίδης του Γεωργίου, κάτοικος Δραβίσκου, ηλικίας 46 ετών, γεωργός στο επάγγελμα.
Στις 3 Οκτωβρίου 1941, στις Σέρρες, φονεύθηκε υπό Βουλγάρων στρατιωτών, στο χωριό Λιβάδια Ροδοπόλεως Σερρών, ο Κωνσταντίνος Μιχαηλίδης του Δημητρίου, κάτοικος Κοκκινογείων Δράμας, γεννηθείς στο Μιχαλίτση Μ. Ασίας, ηλικίας 30 ετών, γεωργός στο επάγγελμα.
Στις 29 Μαίου 1944, στις φυλακές Σερρών, εκτελέσθηκε δι' αγχόνης υπό των Βουλγάρων, ο Γεώργιος Λουκανίδης του Νικολάου, γεννηθείς στο Καρς Τουρκίας, ηλικίας 32 ετών, γεωργός στο επάγγελμα.
Στις 14 Μαρτίου 1943, συνεπεία αγρίου ξυλοκοπήματος υπό των Βουλγάρων, άφησε την τελευταία του πνοή ο Νικόλαος Μαδεμλής του Ιωάννη, κάτοικος Σερρών, ηλικίας 50 ετών, επαγγέλματος ελαιοχρωματιστού.
Την 29η προς τη 30η Μαΐου του 1944, στις φυλακές Σερρών εκτελέσθηκε υπό των Βουλγάρων δι' αγχόνης ο Γεώργιος Μάντζιαρης του Παπαϊωάννου, κάτοικος Παλαιοκώμης, ηλικίας 34 ετών, επαγγέλματος καπνοπαραγωγού.
Στις 14 Οκτωβρίου 1944, στις Σέρρες, φονεύθηκε υπό των Βουλγάρων ο Ιωάννης Μαυρίδης του Γεωργίου, γεννηθείς στα Γιαγλιά Μπάφρας του Πόντου. Ήταν ηλικίας 35 ετών και κατοικούσε στη Νέα Μπάφρα.
Στις 10 Οκτωβρίου 1941, στις Σέρρες, φονεύτηκε υπό των Βουλγάρων ο Αθανάσιος Μαυρουδής του Δημητρίου, κάτοικος Προσοτσάνης, ηλικίας 47 ετών, επαγγέλματος γεωργού.
Στις 2 Αυγούστου 1942, στο Τσάρεβο Σέλο Βουλγαρίας, φονεύτηκε υπό των Βουλγάρων, ο Παναγιώτης Μηλούσης του Μιχαήλ, κάτοικος Σερρών, γεννηθείς στο Κάτω Δαφνούδι, ηλικίας 26 ετών, επαγγέλματος εργάτου.
Στις 3 Οκτωβρίου 1941, καταδιωκόμενος, φονεύτηκε υπό Βουλγάρων στρατιωτών, στο χωριό Λιβάδια Ροδοπόλεως Σερρών, ο Λάζαρος Μιχαηλίδης, κάτοικος Κοκκινογειων Δράμας, γεννηθείς στον Πόντο, ηλικίας 24 ετών, επαγγέλματος μαραγκού. Στις 10 Οκτωβρίου 1944, έξωθεν της πόλεως των Σερρών, φονεύθηκε υπό των Βουλγάρων ο Ιωάννης Μοσχίδης του Βασιλείου, κάτοικος Μαυροθαλάσσης, γεννηθείς στο Καβάκ Κλη, ηλικίας 27 ετών, επαγγέλματος γεωργού.
Στις 20 Σεπτεμβρίου 1944, στις Σέρρες, φονεύτηκε υπό Βουλγάρων στρατιωτών ο Παναγιώτης Μοσχίδης του Βασιλείου, κάτοικος Μαυροθαλάσσης, γεννηθείς στη Μακρώτισσα Ανατολικής Θράκης, ηλικίας 40 ετών, επαγγέλματος γεωργού.
Στις 15 Μαΐου 1944, έξωθεν της πόλεως των Σερρών, φονεύτηκε υπό των Βουλγάρων ο Αλέξανδρος Μούκας του Μάλαμα, κάτοικος Εμμανουήλ Παπά. Ηλικίας 33 ετών, επαγγέλματος καπνοπαραγωγού.
Στις 13 Σεπτεμβρίου 1944, στο Α' Αστυνομικό Τμήμα Σερρών, φονεύτηκε υπό των Βουλγάρων ο Κοσμάς Μουρατίδης του Παναγιώτη, κάτοικος Λευκώνος, γεννηθείς στον Καύκασο, ηλικίας 50 ετών, επαγγέλματος γεωργού.
Στις 1 Ιουλίου 1942, συνεπεία ξυλοδαρμού υπό Βουλγάρων αστυνομικών, άφησε την τελευταία του πνοή ο Νικόλαος Μουστάρδας του Θεοδώρου, κάτοικος Σερρών, ηλικίας 58 ετών, επαγγέλματος εστιάτωρος.
Στις 9 Μαρτίου 1944, στους στρατώνες ιππικού των Σερρών, φονεύτηκε υπό των Βουλγάρων ο Αθανάσιος Μούτσιος του Κωνσταντίνου, κάτοικος Αγίου Πνεύματος, ηλικίας 45 ετών, επαγγέλματος γεωργού.
Στις 9 Μαρτίου 1944, στους στρατώνες ιππικού των Σερρών, φονεύτηκε υπό των Βουλγάρων ο Αθανάσιος Μπαράτος του Ιωάννου, κάτοικος Αγίου Πνεύματος, ηλικίας 30 ετών, επαγγέλματος γεωργού. Στις 23 Μαρτίου 1944, στις Σέρρες, εκτελέσθηκε δι' αγχόνης υπό των Βουλγάρων ο Παναγιώτης Μπατές του Βασιλείου, κάτοικος Μουσθένης, ηλικίας 24 ετών, επαγγέλματος γεωργού.
Στις 20 Μαΐου 1944, συνεπεία ξυλοκοπήματος υπό Βουλγάρων στρατιωτών, έχασε τη ζωή του ο Ιορδάνης Μπαλόγλου του Κωνσταντίνου, κάτοικος Σερρών, γεννηθείς στα Κιουπλιά Μ. Ασίας, ηλικίας 45 ετών, επαγγέλματος μικροπωλητού.
Στις 25 Νοεμβρίου 1942, συνεπεία αγρίου ξυλοδαρμού υπό των Βουλγάρων, άφησε την τελευταία του πνοή ο Χατζηδημήτριος Μυλωνάς του Κωνσταντίνου, κάτοικος Σερρών, γεννηθείς στα Κιουπλιά Μ. Ασίας, ηλικίας 45 ετών, επαγγέλματος γεωργού.
Στις 5 Οκτωβρίου 1941, στις Σέρρες, φονεύτηκε υπό των Βουλγάρων ο Δημήτριος Νακίδης του Δημητρίου, κάτοικος Προσοτσάνης, ηλικίας 24 ετών, επαγγέλματος γεωργού.
Στις 11 Σεπτεμβρίου 1944, στις Σέρρες, φονεύτηκε υπό των Βουλγάρων ο Ιωάννης Ναούμ του Γεωργίου, κάτοικος Μαυροθαλάσσης, γεννηθείς στη Στρατωνίκη, ηλικίας 26 ετών, επαγγέλματος γεωργού.
Στις 20 Μαΐου 1944, στο Νοσοκομείο Σερρών, συνεπεία αγρίου ξυλοδαρμού υπό των Βουλγάρων, απεβίωσε ο Βασίλειος Ντογκούλης του Χρήστου, κάτοικος Νεοχωρίου, ηλικίας 30 ετών, επαγγέλματος γεωργού.
Στις 17 Οκτωβρίου του 1944, στο στρατώνα Ιππικού, φονεύτηκε υπό Βουλγάρων στρατιωτών, ο Αλέξανδρος Ορτάς του Γεωργίου, κάτοικος Δάφνης, ηλικίας 22 ετών, επαγγέλματος μυλωθρού.
Το μήνα Απρίλιο του έτους 1943, στο Μπούτκοβο της περιφέρειας Σιδηροκάστρου, φονεύθηκε από Βουλγάρους στρατιώτες, ο Ηρακλής Παπαδόπουλος του Ηλία, κάτοικος Φιλυρών Σερρών, γεννηθείς στη Σαμψούντα, ηλικίας 30 ετών.
Στις 3 Δεκεμβρίου 1941 στις Σέρρες, συνεπεία επανειλημμένων ξυλοδαρμών υπό των Βουλγάρων, απεβίωνε στο Δημοτικό Νοσοκομείο ο Κίμων Παπαδόπουλος του Φιλίππου, κάτοικος Σερρών, ηλικίας 19 ετών, επαγγέλματος υποδηματοπώλου.
Στις 3 Οκτωβρίου 1941, καταδιωκόμενος, φονεύτηκε υπό Βουλγάρων στρατιωτών, στο χωριό Λιβάδια Ροδοπόλεως Σερρών, ο Ιωακείμ Παπανέστης του Ανέστη, κάτοικος Κοκκινογείων Δράμας, γεννηθείς στην Προύσα, ηλικίας 28 ετών, επαγγέλματος γεωργού.
Στις 9 Μαρτίου 1944, στο στρατώνα Ιππικού, φονεύτηκε υπό των Βουλγάρων ο Δημήτριος Παπαντωνίου του Αντωνίου, κάτοικος Αγίου Πνεύματος, ηλικίας 39 ετών, επαγγέλματος γεωργού.
Στις 22 Δεκεμβρίου 1942, στο 7ο χιλιόμετρο της δημοσίας οδού Σερρών-Δράμας, φονεύθηκε υπό των Βουλγάρων ο Στέλιος Παπότης του Ευαγγέλου, κάτοικος Χρυσού, ηλικίας 38 ετών, επαγγέλματος καπνοπαραγωγού.
Στις 8 Σεπτεμβρίου 1943, κοντά στο χωριό Πεπονιά Σερρών, φονεύθηκε υπό των Βουλγάρων, ο Βασίλειος Πετσόπουλος του Αγαπίου, κάτοικος Σερρών, γεννηθείς στην Αλεξανδρούπολη, ηλικίας 20 ετών, επαγγέλματος εργάτου.
Στις 6 Ιανουαρίου 1943, στις φυλακές Σερρών, συνεπεία κακώσεων εξ αγρίας κακοποιήσεως υπό των Βουλγάρων, απεβίωσε ο Κωνσταντίνος Πρόκλος του Βασιλείου, κάτοικος Ροδολίβους, ηλικίας 38 ετών, επαγγέλματος εμπόρου.
Στις 17 Οκτωβρίου 1944, στο στρατώνα Ιππικού, φονεύθηκε υπό των Βουλγάρων ο Σταύρος Παυλικιάνης του Σπύρου, κάτοικος Δάφνης, γεννηθείς στο Μιχαλήτσι Μ. Ασίας, ηλικίας 29 ετών, επαγγέλματος πεταλωτή.
Στις 10 Οκτωβρίου του 1944, έξωθεν της πόλεως Σερρών, φονεύθηκε υπό Βουλγάρων στρατιωτών ο Παναγιώτης Σαββατιανός του Δημητρίου, κάτοικος Μαυροθαλάσσης, ηλικίας 25 ετών, επαγγέλματος γεωργού.
Την 29η προς τη 30η Μαΐου 1944, στις φυλακές Σερρών, εκτελέσθηκε δι' αγχόνης υπό των Βουλγάρων ο Σάββας Σαββίδης του Ευσταθίου, κάτοικος Μεσοχωρίου, γεννηθείς στη Μπάφρα του Πόντου, ηλικίας 40 ετών, επαγγέλματος γεωργού.
Στις 2 Φεβρουαρίου του 1942, στο φρουραρχείο Σερρών, συνεπεία ξυλοδαρμού μέχρι αιμοπτύσεως υπό των Βουλγάρων, απεβίωσε ο Κωνσταντίνος Σακαβάρος του Χρήστου, κάτοικος Σερρών, γεννηθείς στην Αρκαδιούπολη Αν. Θράκης, ηλικίας 51 ετών, επαγγέλματος εμποροράπτου.
Στις 11 Νοεμβρίου 1942, συνεπεία αγρίου ξυλοκοπήματος υπό των Βουλγάρων, απεβίωνε στην οικία του ο Χρήστος Σαμαράς του Θεοδώρου, κάτοικος Σερρών, ηλικίας 55 ετών, επαγγέλματος σαγματοποιού.
Την 29η προς τη 30η Μαΐου 1944, στις φυλακές Σερρών, εκτελέσθηκε δι' αγχόνης υπό των Βουλγάρων ο Γεώργιος Σαμιώτης του Αγγέλου, κάτοικος Παλαιοκώμης, ηλικίας 44 ετών, επαγγέλματος καπνοπαραγωγού.
Στις 15 Ιανουαρίου του 1943, στις φυλακές Σερρών, εκτελέσθηκε υπό των Βουλγάρων ο Όμηρος Σαχινίδης του Παναγιώτου, κάτοικος Πτελέας, ετών 29, επαγγέλματος γεωργού.
Στις 20 Αυγούστου 1944, έξωθεν της πόλεως Σερρών, φονεύθηκε υπό βουλγαρικής στρατιωτικής ομάδας ο Χρίστος Σεργίνης του Δημητρίου, κάτοικος Νιγρίτης, ηλικίας 33 ετών, επαγγέλματος κουρέως.
Στις 1 Νοεμβρίου του 1942, στις φυλακές Σερρών, εκτελέσθηκε υπό των Βουλγάρων ο Στρατής Στανιμερίδης, ηλικίας 70 ετών, γεννηθείς στο Σκοπό Θράκης, επαγγέλματος κεραμοποιού.
Στις 3 Φεβρουαρίου 1943, συνεπεία ανηλεούς ξυλοκοπήματος υπό των Βουλγάρων, απεβίωσε στο δημοτικό νοσοκομείο ο Δημήτριος Συρόπουλος του Κωνσταντίνου, κάτοικος Κουμαριάς.
Στις 8 Αυγούστου 1941, συνεπεία ξυλοδαρμού υπό των Βουλγάρων, άφησε την τελευταία του πνοή ο Κωνσταντίνος Τζίτζικας του Δημητρίου, κάτοικος Σερρών, γεννηθείς στη Στέρνα Ανατολικής Θράκης, ηλικίας 47 ετών, επαγγέλματος γεωργού.
Στις 2 Νοεμβρίου 1943, στη θέση Μπαρνάρ Δήμου Σερρών, φονεύθηκε υπό των Βουλγάρων ο Κωνσταντίνος Τοπούζης του Αργυρίου, κάτοικος Σιδηροκάστρου, ηλικίας 26 ετών, επαγγέλματος κηπουρού.
Στις 17 Ιανουαρίου 1944, στις φυλακές Σερρών, φονεύθηκε υπό των Βουλγάρων ο Στέργιος Τριχόπουλος του Δημητρίου, κάτοικος Καβάλας, ηλικίας 50 ετών, επαγγέλματος εστιάτωρος.
Στις 3 Οκτωβρίου 1941, καταδιώκαμενος, φονεύθηκε υπό Βουλγάρων στρατιωτών στο χωριό Λιβάδια Ροδοπόλεως Σερρών, ο Ιωάννης Τσακιρίδης του Μπαλάση, κάτοικος Κοκκινογείων Δράμας, γεννηθείς στο Σουσουρλού, ηλικίας 45 ετών, επαγγέλματος γεωργού.
Στις 3 Οκτωβρίου 1941, καταδιωκόμενος, φονεύθηκε υπό Βουλγάρων στρατιωτών στο χωριό Λιβάδια Ροδοπόλεως Σερρών, ο Κωνσταντίνος Τσακιρίδης του Χρήστου, κάτοικος Κοκκινογείων, γεννηθείς στη Θράκη, ηλικίας 25 ετών, επαγγέλματος γεωργού.
Στις 3 Οκτωβρίου 1941, καταδιωκόμενος, φονεύθηκε υπό Βουλγάρων στρατιωτών στο χωριό Λιβάδια Ροδοπόλεως Σερρών, ο Νικόλαος Τσαουσίδης του Ιωσήφ, κάτοικος Κοκκινογείων Δράμας, γεννηθείς στη Σαμψούντα, ηλικίας 36 ετών, επαγγέλματος γεωργού.
Στις 22 Οκτωβρίου 1941, στο Λαχανά, φονεύθηκε υπό των Γερμανών ο Νικόλαος Τσαχουρίδης του Σταύρου, κάτοικος Σερρών, γεννηθείς στο Κρασταγιάτσκι Ρωσίας, ηλικίας 28 ετών, επαγγέλματος ζαχαροπλάστου.
Στις 3 Οκτωβρίου 1941, καταδιωκόμενος, φονεύθηκε υπό Βουλγάρων στρατιωτών στο χωριό Λιβάδια Ροδοπόλεως Σερρών, ο Αθανάσιος Τσελίκογλου του Παναγιώτη, κάτοικος Κοκκινογείων Δράμας, γεννηθείς στην Αξαρία Μ. Ασίας, ηλικίας 35 ετών, επαγγέλματος γεωργού.
Στις 14 Απριλίου 1944, στο Στρυμόνα πλησίον του Σιτοχωρίου ή Παραλιμνίου, φονεύθηκε υπό των Βουλγάρων ο Αντώνιος Τσαούσης του Αποστόλου, κάτοικος Σερρών, γεννηθείς στην Τυρολόη Θράκης, ηλικίας 45 ετών, επαγγέλματος μαγείρου. Στις 15 Μαΐου 1944, έξωθεν της πόλεως, φονεύθηκε υπό των Βουλγάρων ο Γεώργιος Τσιπλάκης του Ιωάννου, κάτοικος Εμμανουήλ Παπά, ηλικίας 44 ετών, επαγγέλματος καπνοπαραγωγού.
Στις 20 Οκτωβρίου 1944, φονεύτηκε στις Σέρρες υπό Βουλγάρων στρατιωτών, ο Αθανάσιος Τσόγκας του Παναγιώτη, κάτοικος Μαυροθαλάσσης, ηλικίας 43 ετών, επαγγέλματος γεωργού.
Στις 15 Φεβρουαρίου 1944, φονεύθηκε στις Σέρρες υπό Βουλγάρων στρατιωτών ο Ιωάννης Τσόγκας του Παναγιώτη, κάτοικος Μαυροθαλάσσης, ηλικίας 46 ετών, επαγγέλματος κτηνοτρόφου.
Στις 14 Μαΐου 1944, στους Στρατώνες Ιππικού, φονεύτηκε υπό Βουλγάρων στρατιωτών ο Αθανάσιος Τσολάκης του Δημητρίου, κάτοικος Αγίου Πνεύματος, ηλικίας 33 ετών, επαγγέλματος γεωργού.
Στις 28 Σεπτεμβρίου 1944, έξωθεν του χωρίου Ισδαδίκ του νομού Σερρών, φονεύθηκε υπό Βουλγάρων στρατιωτών ο Αθανάσιος Τσάτσος του Παύλου, κάτοικος Δράμας, γεννηθείς στον Επτάλοφο Κοζάνης, ηλικίας 43 ετών.
Στις 20 Οκτωβρίου 1944, στις Σέρρες, φονεύτηκε υπό Βουλγάρων στρατιωτών ο Κωνσταντίνος Φλώρος του Βασιλείου, κάτοικος Μαυροθαλάσσης, ηλικίας 50 ετών, επαγγέλματος γεωργού.
Στις 14 Μαΐου 1944, στις Σέρρες και στο Στρατώνα Ιππικού, φονεύθηκε υπό Βουλγάρων στρατιωτών, ο Χατζηδημήτριος Χατζηεμμανουήλ του Χατζηγεωργίου, κάτοικος Σερρών, ηλικίας 52 ετών, επαγγέλματος γεωργού.
Στις 10 Απριλίου 1942, φονεύθηκε στις Σέρρες υπό των Βουλγάρων, ο Δημήτριος Χατζηγιάννης, κάτοικος Σερρών, γεννηθείς στο Ανδραμύτιο Μ. Ασίας, ηλικίας 55 ετών, επαγγέλματος χτίστη.
Στις 25 Μαρτίου 1944, φονεύθηκε στις Σέρρες, πυροβοληθείς υπό Βουλγάρων στρατιωτών, ο Χρήστος Χατζηδημητρίου του Επαμεινώνδα, ηλικίας 19 ετών, μαθητής γυμνασίου.
Στις 15 Φεβρουαρίου 1943, στις φυλακές Σερρών, φονεύτηκε υπό Βουλγάρων στρατιωτών ο Γαβριήλ Χατζηπαύλου του Κωνσταντίνου, κάτοικος Σερρών, ηλικίας 40 ετών, επαγγέλματος αρτοποιού.
Στις 8 Σεπτεμβρίου 1943, επί του αναχώματος του ποταμού Στρυμόνα, πλησίον του χωριού Πεπονιά, φονεύθηκε υπό Βουλγάρων στρατιωτών ο Δημήτριος Χονδραλέξης του Θωμά, κάτοικος Σερρών, ηλικίας 20 ετών, επαγγέλματος εργάτου.
Στις 30 Νοεμβρίου 1941, συνεπεία αγρίου ξυλοδαρμού υπό των Βουλγάρων, απεβίωσε ο Βασίλειος Χρυσαφής του Αποστόλου, κάτοικος Σερρών, γεννηθείς στην Περσογιάννη, ηλικίας 48 ετών, επαγγέλματος εργολάβου.
Στις 11 Οκτωβρίου 1942, στο Τσάρεβο Σέλο της Σερβίας, συνεπεία κακουχιών υπηρετών στα καταναγκαστικά έργα των Βουλγάρων, απεβίωνε ο Ιωάννης Ψαρουδέλης του Χρήστου, κάτοικος Σερρών, ηλικίας 22 ετών, επαγγέλματος εργάτου.
Στις 8 Οκτωβρίου 1944, έξωθεν της πόλεως των Σερρών, φονεύθηκε υπό Βουλγάρων στρατιωτών ο Νικόλαος Ψαθάς του Γεωργίου, κάτοικος Μαυροθαλάσσης, ηλικίας 35 ετών, επαγγέλματος γεωργού.
Στις 15 Σεπτεμβρίου 1942, στο Κιουστεντίλ Βουλγαρίας, συνεπεία κακουχιών εκ του πολέμου, επιστρατευθείς υπό των Βουλγάρων ως Τρουντουβάκι, απεβίωσε ο Γεώργιος Ψηλός του Δημητρίου, κάτοικος Σερρών, ηλικίας 22 ετών, επαγγέλματος μηχανικού.
Πάραυτα η αντίσταση των Ελλήνων κατά της βουλγαρικής κατοχής δειλά-δειλά οργανώνεται.
Στις 22 Ιουνίου 1941, ο Χίτλερ απευθύνει προς το γερμανικό λαό και όλους τους εθνικοσοσιαλιστές προκήρυξη στην οποία ομιλεί για «Τη μοιραία εκστρατεία προς Ανατολάς» «Είναι καθήκον μας να υπερασπίσουμε την ευρωπαϊκή ήπειρο από το θανάσιμο κίνδυνο των μπολσεβίκων. Ας είναι ο Θεός βοηθός μας στον τόσο σοβαρό αυτόν αγώνα».
Η κήρυξη του πολέμου κατά της Σοβιετικής Ενώσεως μεταβάλλει ως δια μαγείας το μέχρι πρότινος σύμμαχο Χίτλερ, σε θρασύτατο επιδρομέα και τον ιμπεριαλιστικό πόλεμο των Δυτικών, για το μοίρασμα του κόσμου, σε πατριωτικό - απελευθερωτικό. Η υπόθεση της Οκτωβριανής Επανάστασης, οι γιγαντιαίες σοσιαλιστικές κατακτήσεις που είχαν πραγματοποιηθεί με απίστευτες ανθρώπινες προσπάθειες, πρέπει τώρα να προστατευθούν με αίμα. Οι απανταχού πατριώτες και αντιφασίες καλούνται πλέον, όπου κι αν ευρίσκονται, να αντισταθούν στη ναζιστική κτηνωδία. Ο χαρακτήρας του πολέμου
αυτού από τις 22 Ιουνίου 1941, πρέπει να εξηγηθεί. Και εξηγείται ούτω πως «Δεν υπάρχει πιο δίκαιος και πιο προοδευτικός πόλεμος, από τον πόλεμο που διεξάγει τώρα ο σοβιετικός λαός ενάντια στους φασίστες εισβολείς και ότι από την έκβαση του εξαρτώνται οι τύχες όλων των λαών».
Βεβαίως τα γεγονότα της Δράμας40 και η σφαγή του ελληνικού πληθυσμού που ακολούθησε περιόρισαν στο ελάχιστο τη διάθεση για αντιστασιακή δράση στην περιοχή της Αν. Μακεδονίας και Θράκης.
Ο χαρακτήρας της βουλγαρικής κατοχής σκληρός, απάνθρωπος και ασφυκτικός δεν αφήνει περιθώρια.
Πάραυτα οι Έλληνες βρίσκουν τη δύναμη και την καθοδήγηση να αντιδράσουν και τα βουνά γεμίζουν αντάρτες. Στα μέσα του 1943 και στις αρχές του 1944 οι διάσπαρτες ένοπλες αντιστασιακές ομάδες41 συγκροτούνται σε οργανώσεις. Το Σεπτέμβριο του 1943 δημιουργούνται στο Μενοίκιο όρος και το Λαϊλιά Σερρών τα πρώτα τμήματα του Ε.Λ.Α.Σ.
Η εισβολή στη Βουλγαρία του σοβιετικού στρατού και η επελθούσα στις 9-9-1944 πολιτειακή αλλαγή, σηματοδοτεί ουσιαστικά και το τέλος της αντίστασης στην κατεχόμενη Αν. Μακεδονία και Θράκη. Και ενώ όλοι ανέμεναν την ανασυγκρότηση της χώρας υπό καθεστώς ελευθέρου βίου, ο νέος υπουργός Στρατιωτικών (Κυβέρνηση πατριωτικού Μετώπου) της Βουλγαρίας, Ντάμιαν Βέλτσεφ, διατάζει επισήμως, στις 18 Σεπτεμβρίου 1944, την παραμονή των βουλγαρικών δυνάμεων στην Αν. Μακεδονία και Θράκη.
Με την ενέργεια της αυτή η Κυβέρνηση του Πατριωτικού Μετώπου42 επιδιώκει, διατηρώντας στην Αν. Μακεδονία και Θράκη στρατό, διοίκηση και βουλγαρικό πληθυσμό, τη διεκδίκηση των ελληνικών εδαφών κατά την μεταπολεμική περίοδο.
Στο μεταξύ το Ε.Α.Μ. από τις 13 Σεπτεμβρίου 1944 και μετά οργανώνει και εγκαθιδρύει σε πολιτικό επίπεδο τις δικές του δομές «λαϊκής αυτοδιοίκησης» και «λαϊκής πολιτοφυλακής». Το καθεστώς αυτό θα διατηρηθεί μέχρι τη συμφωνία της Βάρκιζας.
Η εξέλιξη αυτή σηματοδοτεί και την απαρχή μιας άλλης τραγωδίας για τον ελληνισμό Αν. Μακεδονίας και Θράκης, της τραγωδίας του εμφυλίου πολέμου μεταξύ ΕΛΛΑΣ και των Ε.Α.Ο. (Εθνικών Αντάρτικων Ομάδων).
Τελικώς η αποχώρηση των βουλγαρικών στρατευμάτων από τις Σέρρες και την Αν. Μακεδονία και Θράκη εν γένει ολοκληρώνεται στις 26 Οκτωβρίου 1943.43 Όμως οι εμφύλιες συγκρούσεις συνεχίζονται με αβυσσαλέο μίσος της μίας έναντι της άλλης παρατάξεως με ένθεν και ένθεν κατηγορίες για το ποια από τις δύο παρατάξεις αγωνίσθηκε ή συντάχθηκε με τις δυνάμεις κατοχής. Άποψη μας: και οι δύο παρατάξεις συνέβαλαν αποφασιστικά στον αγώνα κατά του εκβουλγαρισμού της Ανατολικής Μακεδονίας και Θράκης.
Οι αντιστασιακές οργανώσεις, από το δικό τους μετερίζι η κάθε μια, στα χρόνια που θα ακολουθήσουν, θα μετεξελιχθούν στους ένοπλους βραχίονες των αντιμαχομένων παρατάξεων που θα οδηγήσουν τον ελληνικό λαό στον εμφύλιο πόλεμο. Και ασφαλώς η μία παράταξη θα κατηγορεί την άλλη για εθνική μειοδοσία, οδηγώντας την ελληνική κοινωνία στη φτώχεια, τη μιζέρια, την υπανάπτυξη, το θάνατο και τους ηττημένους στην εξορία και στην πολιτική προσφυγιά.
Μία από τις πολλές προκηρύξεις που έριξαν οι Βούλγαροι Κουμουνιστές στους δρόμους της πόλεως των Σερρών, αμέσως μετά την κατάληψη της εξουσίας στις 9 Σεπτεμβρίου 1944, είναι η παρακάτω44

Γενικά Αρχεία του Κράτους (Παράρτημα Σερρών).



ΠΑΡΑΡΤΗΜΑ

ΕΚΘΕΣΙΣ περί των εν Σέρραις γεγονότων από της εισόδου των Βουλγάρων μέχρι σήμερον.
Οι Βούλγαροι από της εισόδου αυτών εις Σέρρας εφαρμόζουσι αμείλικτον εξοντωτικόν πρόγραμμα μεθ' ολοέν αυξούσης εντάσεως, αποβλέπουσι δε αφ' ενός μεν εις την αρπαγήν των υλικών αγαθών των κατοίκων, αφ' ετέρου δε εις την ψυχικήν καταπόνησιν αυτών, ώστε ν’ αναγκασθώσι ν’ αναχωρήσωσι, οπότε διπλούν το κέρδος, αφ' ενός μεν μειούται ο Ελληνικός πληθυσμός αφ' ετέρου δε κατά τον εν ισχύει ληστρικώτατον Βουλγαρικόν Νόμον δημεύεται η περιουσία των αναχωρούντων ή οπωσδήποτε αναχωρησάντων πολιτών.
Τα γεγονότα χρονολογικώς διεξήχθησαν ως εξής:
Κατά τας αρχάς Μαΐου εισήλθον το πρώτον τμήμα Βουλγαρικού Στρατού εις Σέρρας, το οποίον και εξετραχηλίσθη αμέσως εις παντοειδή έκτροπα: διήρπασε προϊόντα, τρόφιμα, ενδύματα, έπιπλα, ζώα, έδειρε τους κατοίκους και επετέθη επί ανηθίκω σκοπώ κατά γυναικών. Εξαπέλυσε δε τους στρατιωτικούς του ίππους εντός εσπαρμένων αγρών και κήπων και κατέστρεψεν αυτούς.
Την λαίλαπα ταύτην φεύγοντες πολλοί χωρικοί ηναγκάσθησαν να εγκαταλείψωσι τα χωρία των και να καταφύγωσι εις Σέρρας, άλλοι θαρραλεώτεροι, ως εις το χωρίον Μετόχι αντέστησαν, και έσωσαν μεν την κατάστασιν προσωρινώς αλλ' υπεβλήθησαν κατόπιν εις βαρύτατους κυρώσεις επί αντιστάσει κατά της αρχής. Ανάλογα γεγονότα συνέβησαν και εις τους συνοικισμούς Σερρών.
Μετά τινάς ημέρας λόγω της χειρίστης εντυπώσεως των γεγονότων τούτων επί των Γερμανικών αρχών αντεκατεστάθη το στρατιωτικόν τούτο τμήμα υπό άλλου πειθαρχικωτέρου κατά τούτο διαφέροντος του προηγουμένου ότι δεν επετίθετο κατά γυναικών και ότι δεν εξαπέλυε τους ίππους του εντός εσπαρμένων αγρών και ότι την αρπαγήν διενήργει εις μικροτέραν κλίμακα, αντιθέτως εσυστηματοποίησε τον δαρμόν των κατοίκων επί ασημάντω ή φανταστική αφορμή ή και άνευ ταύτης. Η κατάστασις αύτη εξακολουθή έκτοτε με τον αυτόν ή και εντονώτερον ρυθμόν ιδία εις την ύπαιθρον.
Την 9ην Μαΐου ειδοποιήθη ο Μητροπολίτης Σερρών ότι πρέπει από των εκκλησιών να απαλειφθώσιν αι Ελληνικοί επιγραφαί και αντικατασταθώσι υπό Βουλγαρικών, συγχρόνως δε ότι εφ' εξής η λειτουργία δέον να γίνηται βουλγαριστί και να μνημονεύηται ο Βασιλεύς Βόρις και ο Βούλγαρος έξαρχος. Κατά συγκατάβασιν εις τας αρχάς επετράπη εις τινάς των εκκλησιών να γίνηται Ελληνιστί η λειτουργία υπό τον απαράβατον όμως όρον να μνημονεύηται ο Βόρις. Βαθμηδόν έκτοτε κατελήφθησαν υπό των Βουλγάρων και άλλαι εκκλησίαι, απεμακρύνθησαν οι Έλληνες ιερείς και από τας εικόνας ακόμη ήρχισαν να αντικαθίστανται αι Ελληνικοί επιγραφαί διά βουλγαρικών. Επειδή δε κατόπιν τούτοι οι Χριστιανοί έπαυσαν να συχνάζωσι εις τας εκκλησίας ηπειλήθησαν διά προστίμου και δαρμού.
Εφημερίδες της Θεσσαλονίκης δεν επιτρέπεται να κομισθώσιν εις Σέρρας. Αι πρώται κομισθείσαι κατεσχέθησαν και εδάρησαν οι εφημεριδοπώλαι.
Τη 10η Μαΐου εξεδόθη διαταγή καθ' ην αυθημερόν έδει να απαλειφθώσι πάσαι αι Ελληνικαί επιγραφαί και εντός ολίγων ημερών ν’ αντικατασταθώσι υπό Βουλγαρικών, τα δε ονόματα των καταστηματαρχών απαραιτήτως να φέρωσι την βουλγαρικήν κατάληξιν «ωφ». Επίσης αυστηρά διαταγή ίνα πάντες κατασκευάσωσι σημαίας ωρισμένων διαστάσεων, μεγάλων διά τα καταστήματα και μικρότερων διά τας οικίας. Μετ' ολίγας δε ημέρας διαταγή ίνα έκαστος καταβιβάση εκ της οδού εν η κατοικεί την φέρουσαν το όνομα της οδού πινακίδα ίνα ούτω πάσα Ελληνική επιγραφή εξαφανισθή από προσώπου γης.
Τη 15η Μαΐου συνελήφθη και εφυλακίσθη εν Σέρραις υπό των βουλγάρων ο τέως Νομάρχης κ. Κ. Μπόνης αναιτίως, επί τω μόνω σκοπώ ίνα διασυρθή το Ελληνικόν γόητρον και τρομοκρατηθή ο πληθυσμός. Τη 21η Μαΐου εκλήθησαν εις συγκέντρωσιν υπό του στρατιωτικού διοικητού και Νομάρχου οι πρόκριτοι Σερρών και εδόθησαν υποσχέσεις περί ευνομίας, ασφαλείας, της τιμής, ζωής, και περιουσίας, αλλά τα γεγονότα εξηκολούθουν να είναι τελείως αντίθετα προς τας δοθείσας υποσχέσεις.
Την 3ην Ιουνίου εξεβιάσθη ο Μητροπολίτης Σερρών να υπογράιψη αίτησιν οικειοθελούς αναχωρήσεως, απηλάθη δε μετά διήμερον. Κατά τας κατόπιν ημέρας βαθμηδόν απελάθησαν οι Ελληνες ιερείς μέχρι της 25ης Ιουλίου ότι απελάθησαν και οι τελευταίοι μετ' αυτών δε και ο βοηθός ιεροκήρυκος κ. Κ. Αγγελάτος όστις και δις εδάρη το πρώτον μεν διότι ερωτηθείς υπό Σερραίου είπεν ότι πιέζεται ν’ αναχώρηση, το δεύτερον δε διότι δεν υπέγραψε προθύμως την αίτησιν οικειοθελούς αναχωρήσεως.
Την εσπέραν της 5ην Ιουνίου συνελήφθησαν και εφυλακίσθησαν οι ιατροί Ιωάννης Ζαχαρόπουλος και Ιπ. Μακρής, ο οδοντίατρος Γ. Κούζας και ο έμπορος Ηλίας Σαραϊδάρης. Ανεκοινώθη δε αυτοίς ότι επειδή μερικά τηλεφωνικά σύρματα ευρέθησαν κεκομένα υπό αγνώστων συλλαμβάνονται αυτοί ως όμηροι ίνα συνετισθώσι οι πράξαντες ταύτα (!) Την πρωϊαν της επομένης ήχθησαν εις το κρατητήριον και οι Γ. Μόσχου τέως Δήμαρχος Σερραίων, Γ. Παπαδόπουλος ιατρός, επανειλημμένως χρηματίσας Δήμαρχος, Πέτρος Πετράκογλου αλευροβιομήχανος, κ. Κατσανός Συμβολαιογράφος, Γ. Μαυραντζάς συνταγματάρχης εν αποστρατεία και διευθυντής του Ελληνικού μονοπωλίου, Α. Καπανίκης φορτωτής και Α. Μπαμπατζάνης. Αυθημερόν ανεκοινώθη αυτοίς ότι θα κρατηθώσι επ’ αόριστον ως όμηροι δια πάσαν τυχόν αταξίαν και εάν ακόμη Βούλγαρος τις ευρέθη φονευμένος θα φονεύσωσι αυτούς άνευ διαδικασίας, ταυτοχρόνως δε εδόθη αυτοίς συμβουλή να υπογράψωσι αίτησιν εκούσιας αναχωρήσεως. Εις ταύτα οι κρατούμενοι αντέταξαν ήρεμον αποφασιστικότηταν οι δε Βούλγαροι ενέτεινον τα πιεστικά μέτρα ήτοι: απειλάς, απαγόρευσιν επικοινωνίας μετά των οικείων των, αύξησιν της φρουράς, σκαιότητα αυτής, ερμητικόν κλείσιμον των παραθύρων κλπ. αλλά πάντα ταύτα έμειναν άκαρπα και τέλος την πρωϊαν της 10ης Ιουνίου αφέθησαν ελεύθεροι οι κρατούμενοι άνευ όρων.
Τη 11ην Ιουνίου εξεδόθη διαταγή καθ' ην μέχρι της 19ης του αυτού δέον ν’ αποσυρθώσι της κυκλοφορίας τα άνω των 100 δρχ. Ελληνικά χαρτονομίσματα και οι κάτοχοι αυτών να καταθέσωσι ταύτα εις την βουλγαρικήν Τράπεζαν αλλ' αύτη δεν έδιδεν το αντίτιμον εις λέβια δί ο πλην ελαχίστων ουδείς κατέθεσεν. Τα από 50 δρχ. δε και κάτω χαρτονομίσματα έμενον προσωρινώς εις κυκλοφορίαν αποσυρθέντα ταύτης διά νεωτέρας διαταγής τη 20η Ιουλίου.
Απ’ αρχής της βουλγαρικής κατοχής ήρχισεν επίσημος διαρπαγή και μεταφορά εις Σόφιαν των επίπλων του διοικητηρίου μηδέ της σιδηράς εξώθυρας αυτού εξαιρεθείσης, ήτις εξαρθρωθείσα εφορτώθη επ' αυτοκίνητου. Την αυτήν τύχην έσχον και τα έπιπλα των Τραπεζών ως και τα έπιπλα παντός απουσιάζοντος εκ Σερρών πολίτου ως και παντός αντικειμένου ανήκοντος εις αυτόν.
Τη 13η Ιουνίου εξεδόθη διαταγή καθ' ην έκαστος ώφειλεν να υπογράψη δήλωσιν ότι δεν κατέχη όπλα ή άλλα στρατιωτικά είδη εάν δε τυχόν ευρεθώσι ταύτα εις τον οίκον του, την αυλήν του ή τον αγρόν του δέχεται εκ των προτέρων αδιαμαρτυρήτως την ποινήν του θανάτου, και ταύτα ενώ αι αυλαί των οικιών εν Σέρραις, πολύ δε περισσότερον οι κήποι και οι αγροί είναι αφύλακτοι και είνε ευκολότατον να ενοχοποιηθή τις υπ’ αγνώστου.
Τη 21η Ιουνίου πριν ξημερώση απεκλείσθησαν πάσαι αι οδοί των Σερρών υπό στρατιωτικών αποσπασμάτων, απηγορεύθη πάσα κίνησις και εγένετο κατ' οίκον λεπτομερέστατη έρευνα προς ανεύρεσιν όπλων. Τοιαύτη έρευνα εγένετο και δύο εβδομάδας πρότερον εις τινάς συνοικισμούς των Σερρών ήδη δε εγίνετο γενικώς καθ' όλην την πόλιν. Κατ' αμφοτέρας τας έρευνας ταύτας όπλα μεν δεν ανευρέθησαν, κατασχέθησαν όμως ως επιλήψιμα κλινοσκεπάσματα, χαρακτηρισθέντα ως στρατιωτικά, παλαιαί στρατιωτικοί στολαί από ετών βαφείσαι, στολαί εφέδρων αξιωματικών και ξίφη. Θραύσιν όμως υπέστησαν άλλα είδη τελείως άσχετα προς τον στρατόν, ως πολιτικαί ενδυμασίαι, κοσμήματα, χρήματα, και προίκες νεανίδων. Εις παράπονα δε τούτων ούτω ληστευθέντων απήντησεν ο κ. φρούραρχος ότι ταύτα είνε ψευδή, διότι τοιαύτας πράξεις δεν διαπράττουν οι βούλγαροι στρατιώται (!).
Μετά τινάς ημέρας υπεχρεώθησαν πάντες να υποβάλωσι δήλωσιν περιέχουσαν όνομα, επώνυμον, τόπον γεννήσεως κλπ. ιδία δε υπηκοότητα ίνα όσοι φοβηθώσι αναγράψωσι βουλγαρικήν υπηκοότητα αλλ' απέτυχον του σκοπού των διότι και εκ των ολίγων βουλγαροφώνων της περιφερείας οι πλείστοι κατά καταπληκτικήν πλειοψηφίαν εδήλωσαν Ελληνικήν υπηκοότητα.
Η απαγόρευσις της κυκλοφορίας εις τας οδούς μετά την 9ην εσπερινήν και προ της 6ης πρωινής εφαρμόζεται σκαιότατα απαγορευμένη δια ραβδισμών του να ανοίξη τις την θύραν του και σταθή προ αυτής προς δροσισμόν.
Πας όστις, κατά τας ημέρας της εισόδου των βουλγάρων εις Σέρρας έτυχε να μη ευρέθη εκεί, εθεωρήθη έκπτωτος της περιουσίας του, κινητής και ακινήτου και αύτη εδημεύθη. Εάν δε τις ολίγας ημέρας κατόπιν επανήλθεν διά πιέσεων εξηναγκάσθη να υπογράψη δήλωσιν εκούσιας αποδημίας και να αναχώρηση. Ούτω το μέγα ξενοδοχείον «Μητρόπολις» του κ. Σ. Στέργιου εδημεύθη και παρεχωρήθη μεθ’ όλων των επίπλων του εις παλαιόν κομιτατζήν. Του κινηματοθεάτρου «Κρόνιον» και του ομωνύμου μεγάλου καφενείου έτυχεν να ευρίσκεται εν Σέρραις ο είς των δυο ιδιοκτητών του Ν. Κασάπης, Βούλγαρος τις πλησιάσας αυτόν του εζήτησε να τον προσλάβη συνεταίρον. Επειδή δε ούτος ηρνήθη τον ηπείλησε διά θανάτου, κατόπιν τούτου ο κ. Κ. Κασάπης ανεχώρησεν λάθρα εκ Σερρών η περιουσία του εδημεύθη και παρεχωρήθη ομοίως εις παλαιόν κομιτατζήν. Επίσης εδημεύθη και το έτερον των μεγάλων καφενείων «Αίγλη,» παραχωρηθέν εις Βούλγαρον, ανάλογον συνέβη διά την παγοποιητικήν εταιρίαν Γεωργιάδον-Συμαντώβ και άλλας μικροτέρας επιχειρήσεις. Επίσης εκ των 10 φαρμακείων των Σερρών εκλείσθησαν τα 5 και εδημεύθησαν τα εν αυτοίς φάρμακα, διότι απονσίαζον οι ιδιοκτήται αυτών. Είναι δε ταύτα των Χ. Χρηστίδη, Α. Σπυρίδη, Α. Γρηγοριάδου, ων οι ιδιοκτήται απουσίαζον ως στρατευθέντες και των Γρ. Χρηστίδου και Κ. Φωκά οίτινες ανεχώρησαν λόγω των βομβαρδισμών.
Την 3η Ιουλίου διετάχθησαν υπό της αστυνομίας αι διευθυνταί των εν Σέρραις κλινικών Ι. Ζαχαρόπουλος, Γ. Γεωργιάδης και Ι. Μακρής να πανσωσι να δέχωνται αρρώστους και εντός 5 ημερών να εκκενώσωσι τας κλινικός των, πάσας δε τας κλίνας και νοσηλευτικόν υλικόν να συγκεντρώσωσιν εις την αποθήκην, ως αιτιολογία του μέτρου που του προεβλήθη μέλλουσα να γίνη μεϊ αόριστον χρόνου επιθεώρησις, εις παρατήρησιν δε ενός εξ ημών προς τον κ. Νομίατρον πότε η επιθεώρησις των κλινικών είναι τελειότερα όταν λειτουργώσι ή όταν είναι νεκραί ο κ. Νομίατρος ηρνήθη ν’ απάντηση. Όταν δε τω υπεδείχθη ότι το λαμβανόμενον μέτρον είναι άνευ αποχρώντος επιστημονικού λόγου σαφώς εχθρικόν κατά των διευθυντών των κλινικών, ους αποστερεί των μέσων της εργασίας των και των κατοίκων ους αποστερεί των μέσων της νοσηλείας των εφ' όσον το υπό των βουλγάρων καταληφθεν κρατικόν νοσοκομείον υλικώς είναι αδύνατον να επαρκέση. Τον ούτω λαλήσαντα ηπείλησεν ο κ. Νομίατρος, η πραγματοποίηση δε της απειλής είναι το ότι αυτός πρώτος των εν Σέρραις ιατρών απηλάθη. Σημειωτέον ότι ενώ πρότερον εις το κρατικόν νοσοκομείον οι μεν άποροι ενοσηλεύοντο δωρεάν οι δε μη άποροι επί καταβολή λογικών νοσηλειών από του κλεισίματος των εν Σέρραις κλινικών υψώθησαν τα νοσηλεία του Νοσοκομείου σημαντικώτατα.
Εάν τις κατόπιν της ψυχικής καταπονήσεως εξ όλων των ανωτέρω ή του εν τη υπαίθρου εφαρμοζομένου ανήλεους ξυλοκοπήματος αποφασίση ν’ αναχώρηση εκ της ούτω δημιουργηθείσης κολάσεωςς, πρέπει να νπογράψη αίτησιν οικειοθελούς αναχωρήσεως. Τώρα ποίαν αξίαν δύναται να έχη αίτησις υπογραφομένη υπό τοιαύτην ψυχολογικήν βίαν μόνον η κουτοπόνηρος βουλγαρική νοοτροπία δύναται να γνωρίζη. Όχι δε μόνον εις τους δια τους άνω λόγους απαυδούντας και ζητούντας ν’ αναχωρήσωσι επιβάλλεται η υπογραφή τοιαύτης δηλώσεως, αλλά και εις τους διατασσόμενους ν’ αναχωρήσωσι. Ούτω εξηναγκάσθησαν να υπογράψωσι τοιαύτην δήλωσιν και ο Μητροπολίτης Σερρών και οι απελαθέντες ιερείς και ο βοηθός ιεροκήρυξ, ως ανωτέρω γίνεται λόγος.
Ταυτοχρόνως προς την αίτησιν ταύτην ήτις υποβάλλεται εις τον στρατιωτικόν διοικητήν υποβάλλεται βουλγαριστί προς τον δήμαρχον και κατάστασις των αποσκευών τας οποίας θέλει τις να παραλαβή.
Αλλά τι είναι δυνατόν να παραλαβή τις με την τρομακτικήν έλλειψιν μεταφορικών μέσων και την κατεστραμμένην σιδηροδρομικήν γέφυραν τον Στρυμώνος δι' ης μόνον ελαφραί αποσκευαί δύνανται να μεταφερθώσι; Φυσικόν λοιπόν είναι τα πλείστα των πραγμάτων των αναχωρούντων να εγκαταλείπωνται λάφυρα εις τους Βουλγάρους. Ολίγον προ της αναχωρήσεως του έκαστος είναι υποχρεωμένος να ειδοποίηση το αρμόδιο αστυνομικόν τμήμα όπερ αποστέλλει χωροφύλακα δια τον λεπτομερή έλεγχον των αποσκευών, απαγορευμένης της μεταφοράς έστω και μικρού ποσού τροφίμων ως και χρημάτων πλέον των 500 δρχ. ό,τι τις έχει επί πλέον οφείλει να το εγκαταλείπη. Μολονότι δε μετά τον έλεγχον λαμβάνει τις από του χωροφύλακος επί της εις χείρας του καταστάσεως αποσκευών βεβαίωσιν ότι εγένετο έλεγχος, ούτος επαναλαμβάνεται επί σκοπώ πιέσεων και δωροληψίας κατά την διάβασιν εκ της γέφυρας του Στρυμώνος ίνα ούτω οι ατυχείς πρόσφυγες αφίσωσιν εκεί τα ολίγα εναπομένοντα αυτοίς χρήματα και στερηθώσι των μέσων ν’ αγοράσωσι και τον άρτον των της επομένης.
Μετά τον έλεγχον των αποσκευών γίνεται επιμελής σωματική έρευνα προς ανακάλυψιν τυχόν κεκρυμένων χρημάτων εξικνουμένη και μέχρι των πελμάτων των υποδημάτων, επίσης ερευνώνται και αι γυναίκες ουχί όμως υπό γυναικός αλλά υπό ανδρός χωροφύλακος.
Είναι φανερόν ό,τι γίνεται και υπέρτερον πάσης περιγραφής, μόνον όστις δοκιμάση τούτο δύναται να το εννοήση. Ουχί δε μόνον τις αναιτίως στερείται των πάντων αλλά και εις δεινούς υποβάλλεται εξευτελισμούς.
Την 21 τρέχοντος ο υπογεγραμμένος εκλήθη αιφνιδίως εις την αστυνομίαν και διετάχθη εντός 2 ημερών να εγκατάλειψη τας Σέρρας όπερ και έπραξε κατορθώσας κατόπιν πολλών βασάνων και δαπανών να συναποκομίση μετ’ αυτού ολίγιστα των πραγμάτων, εδηλώθη σε εις αυτόν να μη παραμείνη εν Θεσσαλονίκη, αλλά να κατευθυνθεί εις πάλαιαν Ελλάδα διότι δήθεν μετά τινάς ημέρας θα παρεχωρήτο εις τους Βουλγάρους η Θεσσαλονίκη και θα επαναλαμβάνετο η απέλασίς του υπό αυστηροτέραν μορφήν.
Τούτο είναι αρχή εκτελέσεως σχεδίου προγραφών. Ως προ ημερών εγνώσθη εν Σέρραις τοιούτοι προγεγραμμένοι εκ Σερρών μεν είναι επί του παρόντος 120, άγνωστον δε πόσοι εκ της περιφερείας. Εσχάτως εγνώσθη ότι εκ Νέας Ζίχνης περί τους 20 απηλάθησαν καθ’ όμοιον τρόπον.
Εν συνεχεία του εξοντωτικού προγράμματος τούτου τη 25η τρέχοντος ετοιχοκολλήθη εν Σέρραις διαταγή επιστρατεύσεως προς κατάταξιν εις τον βουλγαρικόν στρατόν των αγόντων το 20 και 21ον έτος της ηλικίας των ημέρα δε παρουσιάσεως ορίσθη η 30 τρέχοντος. Καθ’ ην δέον να παρουσιασθώσι όλοι κομίζοντες σωρείαν πιστοποιητικών εις την βουλγαρικήν γλώσσαν κεκυρωμένων υπό των βουλγαρικών αρχών και τούτο προς υλικό όφελος των εν Σέρραις Βουλγάρων μεταφραστών οίτινες ως βδέλλαι επέπεσαν κατά του Ελληνικού λαού.
Πριν η τελειώσω νομίζω σκόπιμον να κάμω λόγον περί του ποιου του εν Σέρραις βουλγαρικού στρατού. Η καταπληκτική πλειοψηφία αυτού αποτελείται εκ κομμουνιστών. Εξ αρχής παρατηρήθησαν εν αυτώ κρούσματα λιποταξίας άτινα επληθύνθησαν καταπληκτικώς μετά την έναρξιν του κατά της Ρωσίας πολέμου. Οι Βούλγαροι στρατιώται μισούσι τους Γερμανούς οίτινες πάλιν εκφράζονται περί αυτών περιφρονητικώς. Οι εκ των Βουλγάρων κομουνισταί στρατιώται απροκαλύπτως δηλούσι ότι δεν θέλουσι κατακτήσεις αλλά μόνον την ησυχίαν των, εξ αντιθέτου οι παλαιοί κομιτατζήδες θέλουσι να κατακτήσωσι ολόκληρον την Υφήλιον.
Εν Θεσσαλονίκη τη 27η Ιουλίου 1941 Ιπποκράτης Κ. Μακρής ιατρός


Συμπληρωματικοί πληροφορίαι περί των εν Σέρραις γεγονότων.

Η εν Σέρραις κατάστασις ραγδαίως επιδεινούται. Οι μετριοπαθείς δήμαρχος Ποπώφ και Νομάρχης επαύθησαν και αντικατεσταθησαν υπό κομιτατζήδικων οίτινες πλέον ανεξελέγκτως διέπουσι τα πάντα. Αυστηρότατα εφαρμόζεται η απαγόρευσις της κυκλοφορίας προ της 6ης πρωινής και μετά την 9ην εσπερινήν. Πολίται συλληφθέντες έξω με διαφοράν ολίγων λεπτών από της κεκανονισμένης εδάρησαν ανηλεώς.
Την πρωίαν της 2ας Αυγούστου έλειπε από της θέσεως του ο ανδριάς του τοπικού ήρωος Εμμ. Παππά ως και το βάθρον του. Επειδή είναι αδύνατον άνευ ικριωμάτων και μηχανικών μέσων να καταβιβασθώσι είνε πιθανόν ότι κατεσυνετρίβησαν κατά το διάστημα της νυκτός. Το μνημείον του Ηρώου δεν εγνώσθη εάν κατεστράφη. Εγνώσθη όμως ότι εδήλωσαν οι Βούλγαροι ότι θα το καταστρέψουν.
Την 2αν Αυγούστου διά τυμπανοκρουσίας και κήρυκος ειδοποιήθησαν αι οικογένειαι των στρατευθέντων των ηλικιών 1940 και 1941 και μη παρουσιασθέντων προς κατάταξιν ότι δέον ανυπερθέτως να παρουσιασθώσι μέχρι της 8ης τρεχ. άλλως εφαρμοσθησονται κατά των οικογενειών αυτών βαρύτατα μέτρα. Συγχρόνως ετοιχοκολλήθησαν περί τας 2000 ονόματα των λιποστράτων τούτων.
Αυθημερόν διετάχθησαν εντός πενθημέρου να εγκαταλείψωσι τας Σέρρας άνευ επίπλων και μόνον με ολίγα φορέματα οι ιατροί Χ. Χρηστίδης, Σταύρος Μιχαηλίδης και Κ. Καμπούρογλου και οι Συμβολαιογράφοι Γ. Φωτιάδης, Κ. Τριανταφυλλόπουλος, Χ. Κατσανές και Παπαγεωργίου.
Εις τον βιβλιοπώλην Δρούκαν εδόθη προς αναχώρησιν 8ήμερος προθεσμία επειδή όμως υπέρ αυτού εμεσίτευσε Βούλγαρος λοχαγός η διορία υπεβιβάσθη εις πενθήμερον.
Πεντήκοντα περίπου σημαίνοντες πολίται Σερρών, έμποροι, κτηματίαι, επιστήμονες κτλ. εκλήθησαν εις την αστυνομίαν και αφού ελήφθησαν τα στοιχεία των ειδοποιήθησαν προσεχώς να είνε έτοιμοι προς αναχώρησιν.

Αύγουστος 1941

ΒΙΒΛΙΟΓΡΑΦΙΑ
Αρχεία Εθνικής Αντίστασης (1941-1944), Αθήνα, Γ.Ε.Σ. Δ/νση Ιστορίας Στρατού, 1998.

Η Βουλγαρική κατοχή στην Ανατολική Μακεδονία και τη Θράκη 1941-1944, Θεσσαλονίκη, Ίδρυμα Μελετών Χερσονήσου Αίμου, 2002.

Ο Ελληνικός Εμφύλιος Πόλεμος 1943-1950, επιμ. Ντεϊβιντ Κλόουζ, Αθήνα, Φιλίστωρ, 1997.

Στ’ άρματα! Στ’ άρματα. Το χρονικό τον αγώνα - Ιστορία της Εθνικής Αντίστασης, Αθήνα 1964.

Βακαλόπουλου Κ., Η Μακεδονία στα πλαίσια της Βαλκανικής Πολιτικής (1830-1986), Θεσσαλονίκη 1951.

Δημητρόφ Γ., Σελίδες από το απόρρητο ημερολόγιο, Επιλογή -επιμέλεια Σπ. Κουζινόπουλου, Αθήνα 1999.

Δραγούμη Φ., Τα Ελληνικά δίκαια στη διάσκεψη της Ειρήνης, Θεσσαλονίκη 1949.

Ενεπεκίδη Π., Οι Διωγμοί των Εβραίων εν Ελλάδι - 1941-1944, Αθήνα, Παπαζήσης, 1969.

Ενεπεκίδη Π., Η Ελληνική Αντίσταση 1941-1944, Αθήνα, Εστία, 1964.

Θεοχαρίδη Δ., Η Μακεδονία στις φλόγες (Οκτώβριος 1944 - Φεβρουάριος 1945), Αθήνα 1968.

Κανελλόπουλου Π., Τα χρόνια του Μεγάλου Πολέμου 1939-1944, Αθήνα 1964.

Καργάκου Σ., Από το Μακεδονικό ζήτημα στην εμπλοκή των Σκοπίων, Αθήνα, Gutemberg, 1992.

Καρκάνη Ν., Οι δωσίλογοι της Κατοχής, Αθήνα, Σύγχρονη Εποχή, 1983.

Καρτιέ Ρ., Ιστορία του Δευτέρου Παγκοσμίου Πολέμου, Αθήνα, Πάπυρος, 1995.

Καφταντζή Γ., Ιστορία της πόλεως Σερρών και της περιφέρειας της, Θεσσαλονίκη 1996.

Καφταντζή Γ., Το Πανεπιστήμιο Θεσσαλονίκης στον καιρό της Κατοχής, Θεσσαλονίκη, Παρατηρητής, 1998.

Κολιόπουλου Ι., Αεηλασία Φρονημάτων, Θεσσαλονίκη, Βάνιας, 1994.

Κύρου Α. & Κ., Εθνική Αντίστασις και Εθνική μειοδοσία. Χρονικόν 1941-1944, Αθήνα, Σιδερής, 1983.

Δάσκαρη Σ., Διπλωματική Ιστορία της Συγχρόνου Ευρώπης 1914-1939, Θεσσαλονίκη 1954.

Λυκιαρδοπούλου Αμ., Η Ελλάδα στη δεκαετία 1940-1950. Ένα έθνος σε κρίση, Αθήνα, Ιστορική Βιβλιοθήκη Θεμέλιο, 1984.

Μαγκριώτη Δ., Θυσίαι της Ελλάδος και εγκλήματα κατοχής 1941-1944, Αθήνα, Φόρμιγξ, 1996.

Μαθιόπουλου Β., Η Ελληνική Αντίσταση, Αθήνα, Παπαζήσης, 1980.

Μαυροειδή Α, Από τον Σταλινισμό στην Περεστρόικα.-(Η προσωπική μου μαρτυρία από τον Κόσμο του υπαρκτού σοσιαλισμού (1947-1987), Αθήνα, Θεμέλιο, 1988.

Ντρακοίτσεβα Τσ., Από την ήττα στη νίκη, Θεσσαλονίκη 1983.

Παπαθανασίου Π., Για τον Ελληνικό Βορρά. Μακεδονία 1941-1944. Αντίσταση και Τραγωδία, Αθήνα, Παπαζήσης, 1997.

Παταβού Ν., Κερδύλια, Εθνική μνήμη, τόπος θυσίας, χώρος ιερός 17-10-1941, Θεσσαλονίκη 1986.

Πυρομάγλου Κ., Η Εθνική Αντίστασις, Αθήνα, Δωδώνη, 1988.

Richter Η., 1936-1946 Δύο επαναστάσεις και αντεπαναστάσεις στην Ελλάδα, Αθήνα, Εξάντας, 1975.

Σαράντη Θ., Η Συνωμοσία κατά της Μακεδονίας, Αθήνα, Εθνική Ένωσις Βορείων Ελλήνων, 1984.

Στολίγκα Κ., Με αίμα και δάκρυ, Αθήνα χ. χ.

Τερζάκη Α., Ελληνική Εποποιία, Αθήνα, Γ.Ε.Σ., 1990.

Τζανακάρη Β., Εικονογραφημένη Ιστορία των Σερρών, Σέρρες 1991.

Φλάϊσερ Χ., Στέμμα και Σβάστικα, Αθήνα, Παπαζήσης, 1995.

Φόστερ Ου., Η Ιστορία των τριών Διεθνών, Αθήνα 1975.

Χατζή Θ., Η νικηφόρα επανάσταση που χάθηκε, Αθήνα, Δωρικός, 1983.

Χατζηπατέρα Κ.-Φαφαλιού Μ., Μαρτυρίες 40-44, Αθήνα, Κέδρος, 1988.

Χρυσοχόου Αθ., Η Κατοχή εν Μακεδονία (Η δράσις της Βουλγαρικής Προπαγάνδας), τόμ. Α' & Β', Θεσσαλονίκη, Ε.Μ.Σ., 1950.

Χρυσοχόου Αθ., Η κατοχή εν Μακεδονία, Θεσσαλονίκη, Ε.Μ.Σ., 1950.

Ψυρούκη Ν., Ιστορία της σύγχρονης Ελλάδος (1040-1967), Αθήνα, Επικαιρότητα, 1976.

ΕΠΕΞΗΓΗΣΕΙΣ

1. Η Ελλάς κατακτήθηκε από τους Γερμανούς. Η ολοκλήρωση της κατακτήσεως της, πλην της Κρήτης, συνετελέσθη στις 24 Απριλίου 1941 (η γερμανική επίθεση κατά της χώρας μας εκδηλώθηκε στις 6 Απριλίου 1941). Ακολούθησε ο τριπλός διαμελισμός κι έτσι υπό στρατιωτική βουλγαρική κυριαρχία και κατοχή, κατά παραχώρηση των Γερμανών, βρέθηκαν η Αν. Μακεδονία και Θράκη. Το τμήμα δηλαδή της χώρας που εκτείνεται από του ποταμού Στρυμόνος μέχρι των Ελληνοτουρκικών συνόρων, εκτός των νήσων Θάσου και Σαμοθράκης και μιας στενής λωρίδας επί των Ελληνοτουρκικών συνόρων για λόγους γενικής ασφαλείας και αποφυγής βουλγαροτουρκικής συρράξεως. Στις 18 Απριλίου 1941, βουλγαρικά στρατεύματα εισέρχονται στο ελληνικό έδαφος. Την ίδια μέρα, οι Γερμανοί παραχωρούν στους Βουλγάρους τη διοίκηση των προαναφερθεισών ελληνικών περιοχών, ως ανταμοιβή «αποτελεσματικής βοήθειας», την οποίαν προσέφεραν οι δεύτεροι στους πρώτους για την επίθεση της Γερμανίας εναντίον της Ελλάδος. Στις 3 Μαΐου 1941 με απόφαση του βουλγάρικου Υπουργικού Συμβουλίου η κατεχόμενη Αν. Μακεδονία και Θράκη διαιρείται σε ένδεκα (11) επαρχίες: Αλεξανδρουπόλεως, Κομοτηνής, Ξάνθης, Καβάλας, Θάσου, Ελευθερουπόλεως, Χρυσουπόλεως, Δράμας, Ζίχνης, Σερρών και Σιδηροκάστρου. Οι επαρχίες αυτές, με έδρα την Ξάνθη, έλαβαν την ονομασία Μπελομόριε (Αιγαίο) και ενσωματώθηκαν στην 4η περιφέρεια του βουλγάρικου κράτους Ζαγκόρα-Πλοβντιφ-Μπελομόριε. Στις 14 Μαΐου στη βουλγαρική βουλή ανακοινώθηκε η ένωση των νεοαπελευθερωθέντων εδαφών με τη «μητέρα Βουλγαρία». Οι χρηματίσαντες διοικητές της Μπελομόριε ήσαν οι:
-Καζουχάροφ 3/5/1941-19/10/1941. Αντικαταστάθηκε ένεκα των γεγονότων της Δράμας.
-Χρίστο Γκερτσικοφ 20/10/1941-7/71942.
-Στέφεν Κλετόκοφ 8/7/1942-7/9/1944. Παραδόθηκε από τους Βουλγάρους στους Έλληνες μετά την απελευθέρωση. Δικάστηκε, καταδικάσθηκε σε θάνατο και εκτελέσθηκε.
2. Από την πρώτη μέρα εμφανίσεως των βουλγαρικών δυνάμεων κατοχής στις Σέρρες, ο Καραμπέτ Τουρκιάν, μέλος της αρμενικής κοινότητας, ο οποίος διατηρούσε καφεκοπτείο δίπλα στο φαρμακείο Χρηστίδη, σήκωσε τη βουλγαρική σημαία στο κατάστημα του. Η κοινότητα των Αρμενίων, η οποία αριθμούσε αρκετές οικογένειες, λειτουργούσε άλλωστε και εκκλησία όπισθεν του Ιερού Ναού Τιμίου Σταύρου, την εν λόγω συμπεριφορά την έφερε βαρέως. Φιλότιμο, συνείδηση κι εγωισμός είχαν ως αποτέλεσμα τη σταδιακή εγκατάλειψη της πόλεως από τους Αρμένιους και τη μετεγκατάσταση τους στη σοσιαλιστική δημοκρατία της Αρμενίας. Οι Αρμένιοι της κατεχόμενης υπό των Βουλγάρων Αν. Μακεδονίας και Θράκης, λόγω της συνεργασίας των με τις βουλγαρικές δυνάμεις κατοχής, απολάμβαναν τα ίδια με τους Βουλγάρους προνόμια. Η Αρμενική ήταν η μόνη εθνότητα που διατηρούσε δικά της σχολεία και εκκλησίες.
3. Αργότερα στο σύστημα διαφυγής παρενεβλήθη και το Ε.Α.Μ., όπως και ο πλουτισμός, οπότε η φυγάδευση επιτρεπόταν επιλεκτικώς. Στη συνέχεια ανάλογο σύστημα θα λειτουργούσε και από τον οικισμό Τζαμί Μαχαλέ (Κουβούκλια).
4.Ο έπαρχος Σερρών Στάντσο Κόρνεντσκι, σε αναφορά του το καλοκαίρι του 1941, σημειώνει: «τελευταίως ένα μεγάλο τμήμα των επιστημόνων και των έξυπνων Ελλήνων, τόσο από την πόλη όσο και από τα χωριά, απελάθηκαν και απελαύνονται, καθώς με αυτόν τον τρόπο ο πληθυσμός μένει χωρίς ηγέτες και πρόσωπα που να ενισχύουν το φρόνημα του», βλ. Η βουλγαρική κατοχή στην Ανατολική Μακεδονία και τη Θράκη 1941-1944 - έκδ. Ι.Μ.Χ.Α., Θεσσαλονίκη 2002, σ. 141-142. Με το νόμο «περί υπηκοότητας στις απελευθερωθείσες κατά το 1941 χώρες» (5 Ιουνίου 1942) το μεταναστευτικό κύμα διογκώνεται. Βάσει του άρθρου 4 του νόμου «όλοι οι Γιουγκοσλάβοι και Έλληνες υπήκοοι μη βουλγαρικής καταγωγής, οι οποίοι την ημέρα που τίθεται σε ισχύ ο νόμος έχουν ως μόνιμο τόπο κατοικίας τις απελευθερωθείσες κατά το '41 χώρες, γίνονται Βούλγαροι υπήκοοι, εκτός αν μέχρι την 1η Απριλίου 1943 εκδηλώσουν την επιθυμία να διατηρήσουν την προηγουμένη τους υπηκοότητα ή να αποκτήσουν άλλη ξένη υπηκοότητα και μέσα στο ίδιο χρονικό διάστημα μεταναστεύσουν από τα όρια του Βασιλείου». Ο ρυθμός εξόδου από την Αν. Μακεδονία και Θράκη προς τη γερμανοκρατούμενη Ελλάδα και Τουρκία ενισχύεται ακόμη περισσότερο, Η βουλγαρική κατοχή στην Ανατολική Μακεδονία και τη Θράκη, ό.π., σ. 147-148.
5. Το Μάιο του 1941, με απόφαση του βουλγάρικου Υπουργείου Παιδείας, συνεστήθη η «Ενιαία Εκπαιδευτική Περιφέρεια Αιγαίου», η οποία εντάχθηκε στην 4η Εκπαιδευτική περιοχή της Βουλγαρίας (Στάρα Ζαγκόρα, Πλοβντιφ, Μπελαμόριε). Σε αυτήν την Ενιαία Εκπαιδευτική περιφέρεια, με έδρα την Ξάνθη, υπήγετο και η επαρχία Σερρών. Οι βαθμίδες εκπαίδευσης ήταν: Βασική Εκπαίδευση (δημοτικό σχολείο) τάξεις 1η -4η , Προγυμνασιακή 5η -8η τάξη και Γυμνασιακή 9η -11η τάξη. Στις Σέρρες, τη σχολική χρονιά 1942-1943, λειτούργησε νηπιαγωγείο και Γυμνάσιο, Η βουλγαρική κατοχή στην Ανατολική Μακεδονία και τη Θράκη, ό.π., σ. 84, 87).

6. Το φθινόπωρο του 1925 σημειώθηκαν συνοριακά επεισόδια από Βουλγάρους κομιτατζήδες. Την 18η Οκτωβρίου 1925, βουλγαρικά τμήματα επετέθησαν κατά του 69ου Ελληνικού Φυλακίου και δολοφόνησαν το λοχαγό Χαράλαμπο Βασιλειάδη, ο οποίος φέροντας λευκή σημαία κατευθύνθηκε στο απέναντι του βουλγαρικό φυλάκιο, για να συνεννοηθεί προς κατάπαυση του πυρός. Το γεγονός αυτό προκάλεσε καθολική εξέγερση στην Ελλάδα και ο Πάγκαλος διέταξε το Γ' Σώμα Στράτου να εισβάλει στη Βουλγαρία. Κατόπιν τούτου, κατελήφθη από τους Έλληνες το βουλγαρικό Πετρίτσι. Η Βουλγαρία προσέφυγε στην Κοινωνία των Εθνών, με την επέμβαση της οποίας επεβλήθησαν στην Ελλάδα κυρώσεις. Η Ελλάδα καταδικάσθηκε να πληρώσει 10.000.000 λέβα ως πολεμική αποζημίωση και 20.000.000 για λεηλασίες στο Πετρίτσι. Εκ παραλλήλου η Κ.Τ.Ε. υποχρέωσε τη Βουλγαρία να καταβάλει αποζημίωση στην οικογένεια του δολοφονηθέντος λοχαγού και επέβαλε επίσης τη μόνιμη παρουσία ουδετέρων παρατηρητών στα ελληνοβουλγαρικά σύνορα.

7. Κατά τη δεκαετία του 1920, στη Μακεδονία κυρίως, εγκαταστάθηκαν πληθυσμοί από τον Πόντο. Οι πληθυσμοί αυτοί συνέβαλαν σημαντικά στην οριστική εκδίωξη των ενόπλων βουλγαρικών αποσπασμάτων της Ε.Μ.Ε.Ο., τα οποία δρούσαν στην περιοχή. Οι Πόντιοι του τουρκόφωνου δυτικού Πόντου με την πρόσφατη αντάρτικη εμπειρία (1916-1922), όταν εγκαταστάθηκαν στην Ελλάδα, παρέμειναν συσπειρωμένοι έχοντας επικεφαλής τους παλιούς οπλαρχηγούς των. Λογικό, οι κοινότητες αυτές να αποτελούν μια εν δυνάμει συγκροτημένη ένοπλη δύναμη για την ανάπτυξη ανταρτικού κινήματος κατά της βουλγαρικής κατοχής. Μόνο που οι Πόντιοι του δυτικού Πόντου, σε αντίθεση με αυτούς του ανατολικού Πόντου, που ήταν επηρεασμένοι θετικώς από την επανάσταση των Μπολσεβίκων και διέκειντο φιλικά προς την αριστερά, διαπνέοντο από φανατικό αντικομουνισμό. Και τούτο γιατί θεωρούσαν, όχι αδίκως, ότι η υποστήριξη που παρείχε η Σοβιετική Ένωση προς τον Κεμάλ ήταν η βασική αιτία συντριβής του ποντιακού αντάρτικου και της Μικρασιατικής Καταστροφής. Έτσι εξηγείται γιατί οι τουρκόφωνοι Πόντιοι πολέμησαν με πείσμα εναντίον των Βουλγάρων, όπως και εναντίον του Ε.Α.Μ.-Ε.Λ.Α.Σ., Η βουλγαρική κατοχή, στην Ανατολική Μακεδονία και τη Θράκη, ό.π., σ. 210-211.

8. Την Κυριακή 6 Απριλίου 1941, χαράματα, γύρω στις έξι, γερμανικά αεροπλάνα βομβάρδισαν το στρατόπεδο. Οβίδες έπεσαν και στον οικισμό Καμινίκια.
Θύματα όμως δεν υπήρξαν. Το οχυρό Ιστίμπεη του Μπέλες, ευρισκόμενο σε μειονεκτική θέση, υπέκυψε. Στις 9 Απριλίου 1941, οι εχθροπραξίες σε όλη τη γραμμή Μεταξά σταμάτησαν. Από τη νύχτα της 8ης Απριλίου η ελληνική στρατιωτική δύναμη εγκατέλειψε την πόλη. Στις 11 Απριλίου 1941, οι Γερμανοί εισήλθαν στην πόλη. Στρατιωτική μονάδα εγκαταστάθηκε στο στρατόπεδο. Μαζί της και ένας αριθμός Ελλήνων αξιωματικών αιχμαλώτων. Κάποια στιγμή παρέταξαν τους Έλληνες αξιωματικούς, τον ένα δίπλα στον άλλο. Ένας Έλληνας ταγματάρχης αντιληφθείς τι επρόκειτο να ακολουθήσει και αφού προηγουμένως είχε διαπιστώσει ότι εγώ μπορώ να συνεννοηθώ με το Βούλγαρο αξιωματικό, μου είπε: Μικρέ πες του, αν είχε «κώλο» αυτός και οι Βούλγαροι, ας περνούσαν τα οχυρά μόνοι τους. Ο Βούλγαρος αξιωματικός αντιλήφθηκε ότι κάτι μου είπε ο Έλληνας αξιωματικός, ήλθε προς το μέρος μου και μου είπε: «Κάκβο βι καζάλ; (Τί σου είπε;)». Εγώ, παιδί ηλικίας 12 ετών, του απάντησα: «Νιμόγκαμ νταμπρουβάλαμ τακά σουμικάζοβα τόι (δεν μπορώ να τις πω αυτές τις λέξεις, δε γνωρίζω τις αντίστοιχες βουλγαρικές)». Στη συνέχεια ο Βούλγαρος αξιωματικός ξήλωσε τις επωμίδες και τα διακριτικά των Ελλήνων αξιωματικών και τους έδιωξε.
Ένα άλλο γεγονός, που το θυμάμαι πολύ καλά, ήταν και εκείνο της παραδόσεως της Ιεράς Μονής της Βύσσιανης στη βουλγαρική περίπολο, αμέσως μετά την είσοδο των βουλγαρικών δυνάμεων κατοχής στις Σέρρες. Ο Παπαβασίλης Χριστοφορίδης αντέδρασε. Δεν ήθελε να παραδώσει τη μονή. Οι Βούλγαροι τον απείλησαν. Τελικώς, με την παρέμβαση κάποιου αγροφύλακα, ονόματι Άγγελος, ο Χριστοφορίδης τη γλίτωσε. Ο Άγγελος, δεν ενθυμούμαι το επίθετο του, είχε φύγει προπολεμικώς στη Βουλγαρία και επανέκαμψε στην Ελλάδα με την είσοδο των βουλγαρικών δυνάμεων κατοχής το 1941. Από την πρώτη μέρα που εμφανίστηκαν οι Βούλγαροι στις Σέρρες, ρίχτηκαν στο κυνήγι των Μακεδονομάχων και των Ποντίων. Κάποιος Τουλάκης -γύρω στα εξήντα, κοντός στο ανάστημα- περιώνυμος κομιτατζής, στα χέρια του κρατούσε λίστα. Κατέβηκε στην Ελλάδα με ένα και μοναδικό σκοπό, να εξοντώσει τους Μακεδονομάχους. Όσοι δεν κατάφεραν να φύγουν πέραν του Στρυμόνα, δεινοπάθησαν. Την ίδια τύχη είχαν και οι ποντιακής καταγωγής Έλληνες. Τους καταζητούσαν μετά μανίας. Στις 22 Σεπτεμβρίου, ο εκ Δοξάτου καταγόμενος Ηλίας Ελευθεριάδης, ο οποίος ασκούσε στην πόλη μας το επάγγελμα του εφημεριδοπώλη, συνελήφθηκε και ξυλοκοπήθηκε άγρια (Διήγηση: Γεώργιος Βουζίκης του Γεωργίου).

9. Το λιγνιτωρυχείο των αδερφών Δημητρίου και Λεωνίδα Παπαντωνίου κατελάμβανε αρκετά μεγάλη έκταση. Άρχιζε από τον Ξεροπόταμο και έφτανε μέχρι τους λόφους του Λευκώνα. Το κοίτασμα ήταν συμπαγές, με πάχος από τρία ως οχτώ μέτρα. Η ημερήσια παραγωγή, σε τρεις βάρδιες, ανήρχετο στους 400 με 500 τόνους λιγνίτη. Το λιγνιτωρυχείο διέθετε πέντε στοές και δυο ατμολέβητες προς παραγωγή δια γεννητριών ηλεκτρικού ρεύματος. Ο Δημήτριος Παπαντωνίου, δικηγόρος και οπλαρχηγός του Μακεδονικού Αγώνα, καταγόμενος από την Αρκαδία, έχοντας γνώσεις γεωλογίας εξ εμπειρίας και φυσιολάτρης, σε κάποιον εκ των περιπάτων του αναγνωρίζει και εντοπίζει το κοίτασμα λιγνίτη. Το έτος 1913, μετά την απελευθέρωση, οι αδελφοί Δημήτριος και Λεωνίδας λαμβάνουν άδεια εξόρυξης κι εκμετάλλευσης λιγνίτη. Η Φωτεινή Παπαντωνίου, προς τιμήν της Αγίας Βαρβάρας, προστάτιδας των μεταλλείων και του πυροβολικού για τις ένοπλες δυνάμεις μας, ανήγειρε εκκλησάκι παραπλεύρως του χειμάρρου, του γνωστού μας και ως χειμάρρου Αγίας Βαρβάρας (Πηγή: Σωτήριος Παπαντωνίου του Βασιλείου).

10. Τα λιγνιτωρυχεία Περδικάρη στον ξεροπόταμο Αγίου Γεωργίου, ανακαλύφθηκαν από Γερμανούς γεωλόγους - μηχανικούς κατά τον πρώτο παγκόσμιο πόλεμο, όταν προς αναζήτηση πρώτων υλών και ενώ η Αν. Μακεδονία και η Θράκη βρίσκεται υπό βουλγαρική κατοχή (2ηβουλγαρική κατοχή), χτενίζουν την περιοχή. Μετά την απελευθέρωση, τα λιγνιτωρυχεία περνούν από τα χέρια των Γερμανών στον αντισυνταγματάρχη Αντωνιάδη (μονόχερος).
Άξιο λόγου για το λιγνιτωρυχείο αυτό, ο τρόπος μεταφοράς του λιγνίτη. Πραγματοποιείτο με μικρά βαγόνια. Ο μικρός σιδηρόδρομος ξεκινούσε από τη γέφυρα, περίπου, του ξεροπόταμου του Αγίου Γεωργίου και διατρέχοντας τη διαδρομή γέφυρα Τσέλιου, περιμετρικώς των συνοικισμών Αγίας Σοφίας, Πυροβολικών και Πέντε Βρύσεων (Τσερκέζικα), κατέληγε στη Γεωργική Σχολή και από εκεί στον κεντρικό σταθμό, προς διάθεση του λιγνίτη στις ατμομηχανές ή σε άλλες χρήσεις. Οι γραμμές του μικρού αυτού τρένου διατηρήθηκαν μέχρι και το 1941. Οι βουλγαρικές δυνάμεις κατοχής θα τις ξηλώσουν και θα τις μεταφέρουν στη συνέχεια στη Βουλγαρία ως λάφυρα (Πηγή: Σωτήριος Παπαντωνίου του Βασιλείου).

11. Εκ του λατινικού ligum (ξύλο): μορφή ορυκτού άνθρακα.

12. Το έτος 1928, κατόπιν σχετικής συμβάσεως με το Δήμο Σερρών, ο Νάσιουτζικ αναλαμβάνει την εκμετάλλευση του ηλεκτροφωτισμού της πόλεως. Προς τούτο ο Δήμος του παραχωρεί στη θέση «Χίλια Δένδρα», δημοτική έκταση 5.700 τ.μ. Επί της εκτάσεως αυτής ο Νάσιουτζικ ανεγείρει οικοδομή (σώζεται μέχρι σήμερα παραπλεύρως του 2ου Βρεφονηπιακού Σταθμού Σερρών- Μ. Αλεξάνδρου και Αγ. Σοφίας γωνία)- προς εγκατάσταση του θερμοηλεκτρικού εργοστασίου, με την υποχρέωση καταβολής στο Δήμο Σερρών του ποσού των 500 (πεντακοσίων) δραχμών μηνιαίως, ως αποζημίωση του παραχωρηθέντος χώρου. Το ποσό τούτο καταβάλλεται στο Δήμο μέχρι και το έτος 1956, έτος κατά το οποίο η Δ.Ε.Η., αναλαμβάνει την εκμετάλλευση του ηλεκτροφωτισμού και εξηλεκτρισμού της πόλεως. Ο χώρος στον οποίο εγκαταστάθηκε το θερμοηλεκτρικό εργοστάσιο μέχρι την απελευθέρωση (1913) ανήκε στον τουρκικό Δήμο. Η συνολική του έκταση ανήρχετο στα 15 στρέμματα και χρησιμοποιείτο ως πλατεία. Μετά την απελευθέρωση (1913) ο χώρος περιήλθε στη νομή και κατοχή του συσταθέντος Δήμου Σερρών, για να χρησιμοποιηθεί και πάλι ως πλατεία. Κατά τα έτη 1921 και 1922 ο Δήμος Σερρών προέβη στη δενδροφύτευση της εκτάσεως, για να παραμείνει έκτοτε γνωστή με την ονομασία «Χίλια Δένδρα». Αργότερα, στο βόρειο τμήμα του οικοπέδου ο Δήμος ανήγειρε περίπτερο, το οποίο μίσθωνε στους αδελφούς Κόντη που το λειτουργούσαν ως καφενείο. Εν συνεχεία ο χώρος, ένθα το περίπτερο, παραχωρείται από το Δήμο στον ελληνικό Οργανισμό Τουρισμού (Ε.Ο.Τ.), ο οποίος ανεγείρει το ξενοδοχείο «Ξενία».

13. Ο Κων/νος Μεγγρέλης γεννήθηκε το έτος 1886 στη Σινώπη του Πόντου. Αποφοίτησε από τη Θεολογική Σχολή της Χάλκης το 1908. Διατέλεσε διάκονος το 1907, βοηθός επισκόπου Λευκής το 1914, μητροπολίτης Ελευθερουπόλεως το 1922 και μητροπολίτης Σερρών και Νιγρίτης το έτος 1924.

14. Με απόφαση της συνόδου της βουλγαρικής εκκλησίας, η οποία ελήφθη στις 29/4/1941, οι ελληνικές Μητροπόλεις καταργήθηκαν και οι κατεχόμενες περιοχές αποτέλεσαν δυο εκκλησιαστικές επαρχίες: της Μαρώνειας, στην οποία υπήχθησαν η Κομοτηνή, το Διδυμότειχο, η Αλεξανδρούπολη, η Ξάνθη, το Σουφλί και οι Φέρρες και της Δράμας, στην οποία υπήχθησαν η Δράμα, η Καβάλα, οι Σέρρες και το Σιδηρόκαστρο σε συνένωση με τη Στρώμνιτσα. Η εκκλησιαστική επαρχία της Αν. Μακεδονίας υπήχθη στη βουλγαρική Μητρόπολη Νευροκοπίου και η της Θράκης στη βουλγαρική Μητρόπολη Φιλιππουπόλεως. Στις δυο εκκλησιαστικές επαρχίες, οι οποίες διαιρέθηκαν σε επτά εκκλησιαστικές περιοχές (Δράμας, Σερρών, Σιδηροκάστρου, Κομοτηνής, Καβάλας, Αλεξανδρούπολης, Ξάνθης) η διοίκηση ανετέθη σε αρχιερατικούς επιτρόπους. Η εκκλησιαστική περιοχή των Σερρών ευρίσκετο υπό την ποιμαντορία του μητροπολίτη Νευροκοπίου Μπορίς, Η βουλγαρική κατοχή στην Ανατολική Μακεδονία και τη Θράκη, ό.π., σ. 75-76.

15. Ιδού πως περιγράφει στην, περί των εν Σέρραις γεγονότων από τις εισόδου των Βουλγάρων μέχρι σήμερα, έκθεσίν του ο ιατρός Ιπποκράτης Κ. Μακρής (βλ. Παράρτημα).

16. Το Στρατιωτικό Νοσοκομείο Σερρών ευρίσκετο στις υπώρειες του λόφου Κουλά. Σήμερα το κτίριο χρησιμοποιείται ως εκπαιδευτικό ίδρυμα (3ο Γυμνάσιο), Αρχεία Εθνικής Αντίστασης (1941-1944), Γ.Ε.Σ. Δ/νση Ιστορίας Στράτου, τόμ. 5, Αθήνα 1998, σ. 156-162.

17. Στην καπναποθήκη του Μαρούλη οι Βούλγαροι λειτουργούν σιγαροποιείο, στο οποίο κατασκευάζονται τσιγάρα με την ονομασία «Πομπένα» (Νίκη).

18. Η ασφάλεια ευρίσκετο στον 1ο όροφο του κτιρίου, όπου σήμερα λειτουργεί η ταβέρνα «Νέο Κρόνιο».

19. Οι στάβλοι των στρατώνων ιππικού ευρίσκοντο στο μέχρι πρότινος λειτουργούν στρατόπεδο Εμμανουήλ Παπά.

20. Μεταξύ των κρατηθέντων βρίσκονται οι: Αναστάσιος Γαλδέμης, καθηγητής, Ζαχαρόπουλος Ιωάννης, Γαλδέμης Αρίων, Παπαναστασίου Αλέξανδρος, Γεωργιάδης Γεώργιος, Τσάμης Π., ιατρός, Γεώργιος Μόσχος, Πετράκογλου Ιωάννης, δικηγόροι, Τικόπουλος Κωνσταντίνος, γεωπόνος, Πετρίδης Ιωάννης, διευθυντής Τραπέζης Αθηνών, Καφταντζής Ιάκωβος, φαρμακοποιός Μαρούλης Κωνσταντίνος, μεγαλοεπιχειρηματίας (φονεύτηκε στις 27/12/1944 από τον Ε.Λ.Α.Σ.) και οι έμποροι και επιχειρηματίες Κατσαρίδης Βασίλειος, Ζήσης και Χρήστος Τόλιος (ξενοδόχοι), Απόστολος Μπάλλας, Νικόλαος Σαράτσης, Νικόλαος Γούτας, Γιαννούλης Δάκος (από Δράμα), Διονύσιος Κομινόπουλος, Τζάκας, Καζαντζής Κωνσταντίνος, Μερτζιμέκης Δημοσθένης, Κικόπουλος Ευθύμιος, Σπόντης Ρενέ, Χατζηαγγελίδης Ιπποκράτης, Τζιτζιγιάννης Αναστάσιος, Φανούδης Νικόλαος, Λυάκουρης Βλάσιος, Παρίσης Αριστείδης, Ελευθεριάδης Ηλίας, Αναστασίου Στέφανος, Παλλικάρης Κώστας, Σακαβάρας Κώστας, Παπαντωνίου Σωτήριος του Βασιλείου, Ρουστάνης Στυλιανός του Αλκιβιάδη, Καϊμακάμης Ηλίας, Χατζηαγοράκης Βασίλειος από την Πεντάπολη, Βλαγουίδης Νικόλαος.
Ο Καϊμακάμης, γνωστός ζαχαροπλάστης, δέχεται άγριο ξυλοκόπημα και βγαίνει από το στάβλο πάνω σε φορείο. Έγκλημα του η μη πώληση σε Βούλγαρο επί πιστώσει (μάλλον δωρεάν) προϊόντων εκ του ζαχαροπλαστείου του. Ο Ρουστάνης Στυλιανός του Αλκιβιάδη (γεννήθηκε το 1921 στην Καστανέα Τρικάλων) συλλαμβάνεται από Βούλγαρο τυμβωρύχο και υπό την απειλή όπλου οδηγείται τη νύχτα στο νεκροταφείο της πόλεως. Ο Βούλγαρος προστάζει το Ρουστάνη να ξεθάψει νεκρό ενταφιασθέντα την προηγουμένη. Όταν αποκαλύφθηκε ο νεκρός, ο Βούλγαρος διατάζει το Ρουστάνη να του αφαιρέσει τη βέρα (το χρυσό δακτυλίδι του αρραβώνα). Ο δύσμοιρος το επιχειρεί μα τούτο καθίσταται αδύνατο. Η βέρα παραμένει στο δάκτυλο. Ο Βούλγαρος ρίχνει μαχαίρι στο Ρουστάνη και του παραγγέλλει επιτακτικώς να αποκόψει το δάκτυλο του νεκρού. Έτσι, δια σκυλεύσεως του νεκρού, η χρυσή βέρα περνά στα χέρια του Βουλγάρου τυμβωρύχου και ο νεκρός ξαναθάβεται.

21. Κ. Στολίγκα, Με αίμα και δάκρυ, Αθήνα χ.χ., σ. 106.

22. Σωτήριος Παπαντωνίου του Βασιλείου: «Την τέταρτη ή πέμπτη ημέρα μας έφεραν σε ένα λεβέτι νερό. Οι Βούλγαροι στρατιώτες μας κάλεσαν να πιούμε. Τρέξαμε προς το λεβέτι όλοι μαζί. Ακολούθησε συμπλοκή. Καυγάς για το ποιος θα πρωτοπιεί. Πιαστήκαμε στα χέρια μεταξύ μας. Φωνάζαμε, σπρώχναμε για να φτάσουμε στο λεβέτι. Η πίεση από κάθε κατεύθυνση είχε σαν αποτέλεσμα την ανατροπή του λεβετιού. Οι Βούλγαροι στρατιώτες εκλαβόντες το πανδαιμόνιο ως επανάσταση, έβαλαν με τα όπλα στο αέρα. Τη συμπλοκή αυτοστιγμεί διαδέχτηκε απόλυτη ησυχία και εμάς μας κατέλαβε πανικός. Θα μας σκοτώσουν, είπαμε. Μας οδήγησαν αμέσως στο στάβλο».

23. Το δήμαρχο Ποπώφ αντικατέστησε ο Ζελιάζκο Στόινοφ και αυτόν ο Χατζηστόικωφ, με αντιδήμαρχο τον Τσέκωφ. Οι αξιωματούχοι αυτοί στις 27 Απριλίου 1942 υποδέχτηκαν στο δημοτικό μέγαρο το βασιλέα Βόριδα Γ’.

24. Ο Στυλιανός Κοκκινογένης του Γεωργίου γεννήθηκε το έτος 1920 στην Τυρολόη Αν. Θράκης. Ήταν υιός του Γεωργίου Κοκκινογένη, φωτογράφου στο επάγγελμα. Η ληξιαρχική πράξη θανάτου του παλικαριού, συντάχθηκε το έτος 1945, όταν πια επανήλθε στις Σέρρες η νομιμότητα (ελληνικές αρχές).

25. Το καφενείο «Η ΕΝΩΣΙΣ» ευρίσκετο επί της λεωφόρου Μεραρχίας, η οποία μετονομάστηκε σε λεωφόρο Βόριδος Α' και ήτο ιδιοκτησίας Βασιλείου Παπαντωνίου.

26. Οι πληροφορίες για τη δολοφονία του Κοκκινογένη ανήκουν στο Σωτήρη Παπαντωνίου του Βασιλείου.

27. Η προτομή του ήρωος Εμμανουήλ Παπά ευρίσκετο επί της σημερινής οδού Διονυσίου Σολωμού επί νησίδος.

28. Το μνημείο αναστηλώθηκε το 1971. Στα Αρχεία Εθνικής Αντίστασης (1941-1944), τόμ. 8, Αθήνα 1998, ο. 370 αναφέρεται ότι η ανατίναξη του ηρώου έλαβε χώρα στις 3 Ιανουαρίου 1943 περί ώραν 10:00. Από προσωπική έρευνα και μαρτυρίες ανθρώπων που έζησαν τα γεγονότα και την εποχή, το μνημείο κατεστράφη στις αρχές Οκτωβρίου του 1941. Οι τελευταίοι έχουν δίκαιο. Άλλωστε για ποιο λόγο οι βουλγαρικές δυνάμεις κατοχής να διατηρούν, μέχρι το 1943, ένα μνημείο μνήμης των νικηφόρων εναντίον των Βουλγάρων μαχών.

29. Με αφορμή του εορτασμούς της 90ης επετείου των γενεθλίων του Πατριάρχη Βουλγαρίας Μαξίμου (Κυριακή 31 Οκτωβρίου 2004) ο Πρόεδρος της Βουλγαρίας Γκεόργκι Παρβάνωφ, εξέφρασε στον Οικουμενικό Πατριάρχη Βαρθολομαίο την πρόθεση της χώρας του να επιστρέψει σε ιστορικά μοναστήρια της Ελλάδος χειρόγραφα και άλλα κειμήλια που ανήκουν σε αυτά.

30. Στην ομιλία του επί τη ιδρύσει του σωματείου ο δήμαρχος Σερρών Ζεζλιάσκο Στόινοφ είπε μεταξύ άλλων: «Η υλοποίηση της ιδέας που μας συγκέντρωσε εδώ, ξεπερνά με το μεγαλείο της τα όρια της συνηθισμένης πρωτοβουλίας, γιατί στη βάση της δικής μας και της δική σας νεανικής εργασίας βρίσκονται οι υψηλοί στόχοι του κράτους και του έθνους μας: η αφομοίωση και ο εκβουλγαρισμός της αποβουλγαρισθείσης Αιγαιίδος, η οποία για είκοσι δύο χρόνια έζησε βουτηγμένη στο σκοτάδι και μέσα στα όρια της οποίας οι τύραννοι της προσπάθησαν να εκριζώσουν κάθε τι το βουλγαρικό. Ήλθε όμως η στιγμή κατά την οποία εσείς, οι απόγονοι των δοξασμένων Βουλγάρων ηρώων θα μπορέσετε να συνεχίσετε το έργο των πατέρων σας» (Πηγή:Balgarski Jug. 16/10/1941. Η βουλγαρική κατοχή στην Ανατολική Μακεδονία και τη Θράκη, ό.π., σ. 59).

31. Το φύλλο αρ.7, της 16/11/1941 της εφημερίδος «Μπαλγκάρσι Γιουγκ» είναι αφιερωμένο στο Βούλγαρο στρατηγό Ιβάν Τσόντσεφ, έναν από τους ήρωες του Μακεδονικού απελευθερωτικού Αγώνα των Βουλγάρων, Η βουλγαρική κατοχή στην Ανατολική Μακεδονία και τη Θράκη, ό.π., σ. 61.

32. Η βουλγαρική κατοχή στην Ανατολική Μακεδονία και τη Θράκη, ό.π., σ. 187.

33. Η εμπειρία είχε αποκτηθεί στη Γαλλία, ένθα έφερε σε πέρας την εξόντωση των Εβραίων της Γαλλίας.

34. «Στο σιδηροδρομικό σταθμό της Δράμας και της Ξάνθης, οι Εβραίοι φώναζαν κατά την αναχώρηση τους «ζήτω ο Τσάρος Μπορίς Γ’», καθώς τους είχαν εξηγήσει ότι τους μεταφέρουν προσωρινά στα όρια της παλιάς Βουλγαρίας και ότι θα τους ξαναγυρίσουν και πάλι στα σπίτια τους. Γι' αυτό το λόγο άλλωστε σφράγισαν τα σπίτια με την παρουσία τους. Στην παραπλανητική αυτή εικόνα που δινόταν στους εκτοπιζόμενους Εβραίους συνετέλεσε, σύμφωνα με τον Καλλίτση, και το γεγονός ότι κατά τη διάρκεια του ταξιδιού και την παραμονή τους στα στρατόπεδα συγκέντρωσης η συμπεριφορά και οι συνθήκες διατροφής ήταν αρκετά καλές, Η βουλγαρική κατοχή στην Ανατολική, Μακεδονία και τη Θράκη, ό.π., σ. 164.

35. Οι Εβραίοι που εγκατέλειψαν την κατεχόμενη υπό των Βουλγάρων Αν. Μακεδονία και Θράκη ήταν ελάχιστοι. Στις αρχές του 1942 οι Εβραίοι ανήρχοντο στους 4.640 (η πλειονότητα τούτων, 3.022 τον αριθμό, ζούνε στην Καβάλα) και στις αρχές του 1941, λίγο πριν τον εκτοπισμό και την εξόντωση τους, στους 4.250. Ήταν δηλαδή λιγότεροι κατά 390.
Ο Γ. Καφταντζής, Το Πανεπιστήμιο Θεσσαλονίκης στον καιρό της κατοχής, Θεσσαλονίκη 1998, σ. 216 γράφει: «Οι Μακεδόνες χωριάτες έλεγαν "όσο φυλάει η πουρνάρια, δε φυλάει η Παναγιά". Και ανέβαιναν στο βουνό για να σωθούν. Οι Εβραίοι έσκυβαν το κεφάλι μοιρολατρικά στην τύχη τους. Ελάχιστοι βγήκαν στο βουνό. Μερικοί προτιμούσαν να καταφύγουν με δικά τους μέσα στην Αθήνα. Μα έπεφταν σε Έλληνες συμμορίτες, που καθώς τους πήγαιναν με καΐκι από τη Θεσσαλονίκη για τον Όλυμπο- ήταν ο πιο σίγουρος τρόπος διαφυγής- τους λήστευαν και υστέρα τους έπνιγαν». (Σχόλιο συγγραφέως: Ο διαχωρισμός σε Μακεδόνες χωριάτες και σε Έλληνες συμμορίτες είναι ατυχής και ατυχέστερη η περαιτέρω ευλόγως προκύπτουσα κρίση των καλών δηλαδή Μακεδόνων και των κακών Ελλήνων, όταν γνωστό και καταγεγραμμένο είναι πόσο ο Ελληνισμός -απλοί πολίτες, ιερωμένοι, όργανα της τότε καθεστηκυίας τάξεως κτλ.- βοήθησε στη διάσωση Εβραίων). Όμως η τότε αντίληψη μερίδος κυρίως του αριστερού κόσμου, περί της δημιουργίας Μακεδονικού Αυτόνομου Κράτους. στο πλαίσιο της Βαλκανικής Σοσιαλιστικής Ομοσπονδίας οδήγησε προφανώς τον κ. Καφταντζή στην ατυχή κρίση του εθνολογικού διαχωρισμού των Μακεδόνων από τους Έλληνες.

36. Η βουλγαρική Επιτροπή Εβραϊκών Υποθέσεων κάνει λόγο για 471 Εβραίους, ενώ η εβραϊκή πλευρά για 596.

37. Όσο αφορά στην τύχη των Βουλγάρων Εβραίων αυτή μας την περιγράφει η Τσόλα Ντραγκόιτσεβα, στο βιβλίο της Από την ήττα στη νίκη, Θεσσαλονίκη 1983, σ. 236 «Πετύχαμε όμως το κύριο σκοπό μας, να ματαιώσουμε την αποστολή των Βουλγάρων Εβραίων στα χιτλερικά στρατόπεδα θανάτου. Η σωτηρία των Βουλγάρων Εβραίων που οφειλόταν στην αδιάλλακτη αντίσταση της προοδευτικής κοινής γνώμης και του βουλγάρικου λαού με επικεφαλής το κομμουνιστικό κόμμα, έδωσε αφορμή αργότερα στο Γκιόργκι Δημητρόφ να δηλώσει στο 5ο Συνέδριο του κόμματος: «Η Βουλγαρία είναι η μοναδική χώρα στην Ευρώπη , κάτω από το ζυγό του φασισμού, όπου σώθηκε η ζωή των Εβραίων από τα άγρια χέρια των χιτλερικών δημίων. Δεν υπάρχει αμφιβολία, ότι αυτό οφείλεται πριν από όλα στο κουμουνιστικό κίνημα και στους προοδευτικούς ανθρώπους, που ύψωσαν αποφασιστική φωνή διαμαρτυρίας...». Βεβαίως τούτο δεν παρέχει άφεση αμαρτιών αφού ο εβραϊκός πληθυσμός της Βουλγαρίας έμεινε χωρίς κανένα δικαίωμα, χωρίς περιουσία (καταληστεύτηκε) και στα σπίτια και στα στήθια τους είχε χαρακτεί το κίτρινο αστέρι του Δαυίδ (κρίση του συγγραφέως).

38. Ο Λεωνίδας Αγγελάκης του Γεωργίου, Κρητικός στην καταγωγή, υπηρέτησε ως αστυνόμος στη Σκοτούσσα και στις Σέρρες. Κατά την ευδόκιμη ενάσκηση των καθηκόντων του, κατάφερε να εντοπίσει και να συλλάβει στις Σέρρες, τον Βούλγαρο πράκτορα και κομιτατζή Γκεοργκίεφ, ο οποίος είχε εισέλθει στην Ελλάδα και εδραστηριοποιείτο ως κατάσκοπος.
Ο Γκεοργκίεφ, γνώριζε καλώς τα ελληνικά και σκοπός του ήτο η συλλογή πληροφοριών και η συγκρότηση συνδέσμων με βουλγαρίζοντα άτομα, προς προώθηση των βουλγαρικών συμφερόντων. Μετά από ολιγόμηνη κράτηση του ο Γκεοργκίεφ απελάθηκε. Λίγο πριν εγκαταλείψει τη χώρα απευθύνθηκε προς τον Αγγελάκη και μεταξύ τους διημείφθησαν τα εξής:
-     Κρητικέ, εγώ θα επιστρέψω κι αυτό θα το πληρώσεις ακριβά.
-     Σκυλί έχεις λοιπόν σκοπό να έρθεις πίσω;
-     Θα τα πούμε Αγγελάκη και σύντομα μάλιστα.
Μετά την κατάληψη της χώρας από τους Γερμανούς, και λίγο πριν εισέλθουν στην πόλη οι Βούλγαροι, ο Λεωνίδας Αγγελάκης εγκατέλειψε τις Σέρρες και εγκαταστάθηκε στη γερμανοκρατούμενη Νιγρίτα. Την οικογένεια του, η οποία εξακολουθεί και διαμένει στις Σέρρες, την επισκέπτεται λάθρα. Καταζητείται από τις βουλγαρικές αρχές από την πρώτη κιόλας ημέρα και γι' αυτό οι κινήσεις του είναι προσεκτικές. Όμως η ημέρα της συλλήψεως του δεν αργεί. Η οικογένεια του όπως και η οικογένεια του πεθερού του Γκίνη Κρεωνά (όμηρου κατά τη δεύτερη βουλγαρική κατοχή 1916-1918, στο Λον Παλάγκα, πέθανε το έτος 1937) παρακολουθούνται διακριτικός. Την 21η προς 22α Σεπτεμβρίου 1941 βουλγαρικό απόσπασμα υπό τον Γκεοργκίεφ, περικυκλώνει την οικία του Αγγελάκη και συλλαμβάνει το Λεωνίδα. Οι βουλγαρικές διωκτικές αρχές έχουν αποσπάσει από το Θεόδωρο Γκίνη, κουνιάδο του Αγγελάκη, τις πληροφορίες ότι ο Λεωνίδας βρίσκεται στο σπίτι του και ότι κρύβει στο τζάκι της οικίας του πολυβόλο όπλο. Ο Θεόδωρος, ξυλοκοπηθείς αγρίως υπό των Βουλγάρων, εξαναγκάζεται και προδίδει το γαμπρό του. Ο Γκεοργκίεφ περήφανος για το κατόρθωμα του, αναμετριέται με το θύμα του. Κρατώντας στα χέρια του το πολυβόλο, το οποίο έχει ήδη ξετρυπώσει από το τζάκι, υπενθυμίζει στο Λεωνίδα τη φράση «Κρητικέ θα μου το πληρώσεις». Την 28η Σεπτεμβρίου 1941, ο προδομένος Λεωνίδας Αγγελάκης, αφού προηγουμένως βασανισθεί αγρίως, εκτελείται. Μαζί του, το ίδιο βράδυ εκτελούνται ένας παπάς και ένας νεαρός ηλικίας 18-20 ετών.
Τα χρόνια πέρασαν. Ο εγγονός Αγγελακης μεταβαίνει στη Σόφια για σπουδές. Το κομμουνιστικό καθεστώς του Τοντόρ Ζίβκωφ βρίσκεται στο απόγειο του. Ο Αγγελάκης όμως δε θα ξεχαστεί. Ο εγγονός του, αφού υποστεί μύριες γραφειοκρατικές ταλαιπωρίες, εξαναγκάζεται να εγκαταλείψει τις σπουδές του. Θρασύτατα δε του ανακοινώνουν «Εμείς έναν Αγγελάκη σκοτώσαμε στις Σέρρες. Εσύ τι ζητάς εδώ!» (Πηγή: Μαρτυρία Μιχαήλ Αγγελάκη, υιού του Λεωνίδα Αγγελάκη, ιατρού παθολόγου).

39. Η χήρα μητέρα του Ελένη Σπ. Θεοδωρίδου ή Αθανασίου, δι' αιτήσεως της θα ζητήσει τον κανονισμό πολεμικής συντάξεως. Η αίτηση της, δια της αριθμ. 12445/268/30-12-1948 πράξεως της Α' Επιτροπής κανονισμού πολεμικών συντάξεων, θα απορριφθεί. Αιτία η παρουσία μάρτυρα ο οποίος υποστήριξε ότι ο νεαρός Αθανάσιος είχε αγαθές σχέσεις με τους Βουλγάρους. Έγκλημα του; Εργαζόταν ως λαντζιέρης, για να τα ταΐσει τη μάνα και τα ορφανά αδέρφια του, σε Βούλγαρο εστιάτορα.

40. Κατά τους μετριοπαθέστερους υπολογισμούς, στην πόλη της Δράμας βρήκαν το θάνατο 1.500 περίπου Έλληνες. Κύριος εμπνευστής των «γεγονότων της Δράμας «θεωρείται ο Παντελής Χαμαλίδης (ψευδώνυμο Αλέκος ή Αρμένης). Γεννήθηκε το έτος 1910 στο Αγ-Νταγ-Μαντέν του Πόντου. Η οικογένεια του εγκαταστάθηκε στο νομό Σερρών μετά το έτος 1922. Ηλεκτροτεχνίτης στο επάγγελμα εντάχθηκε στο Κ.Κ.Ε. τη δεκαετία του 1930. Διετέλεσε γραμματέας της Περιφερειακής Επιτροπής Δράμας του Κ.Κ.Ε. Τον Απρίλιο του 1942, καθώς επιχειρούσε να περάσει τον Στρυμόνα, σκοτώθηκε από βουλγαρικό απόσπασμα.

41. Βλ. Η βουλγαρική κατοχή στην Ανατολική Μακεδονία και τη Θράκη, ό.π., σ. 208-210. Οι κυριότερες ομάδες το διάστημα αυτό (Οκτώβριος 1941 μέσα 1943) είναι οι εξής:
1. Στο Παγγαίο. Ισχυρότερες ομάδες στο Παγγαίο είναι η ομάδα του Πόντιου οπλαρχηγού Μπαρμπα-Θόδωρου Τσακιρίδη, παλιού αντάρτη του Πόντου, κάτοικου Νέας Μπάφρας Σερρών και η ομάδα του Κώστα Τσέτσικα (Μπαλαμούρη)
από το Ροδόλφος. Η μεν πρώτη αποτέλεσε αργότερα το Αρχηγείο Παγγαίου των Ε.Α.Ο., η δε δεύτερη αποτέλεσε ανεξάρτητη διμοιρία του ΕΑΑΣ
2. Στα όρη της Λεκάνης (Τσαλ-Νταγ). Στο βουνό αυτό ανέβηκε, πιθανότατα το φθινόπωρο του 1942, ο μετέπειτα αρχηγός των Ε.Α.Ο. Αντώνης Φωστερίδης (ΑντώνΤσαούς), κάτοικος Κρηνίδων Καβάλας. Ο Φωστερίδης σχημάτισε ανταρτική ομάδα αποτελούμενη κυρίως από τουρκόφωνους Πόντιους από τους μικρούς οικισμούς της περιοχής. Με την ομάδα αυτή συνεργάζονταν και άλλοι Πόντιοι οπλαρχηγοί από τα όρη της Λεκάνης και το Παϊράμ-Τεπέ, όπως ο Καλλίνικος Σαρηγιαννίδης (Καπετάν Κάλης) από το Καστανωτό, ο Θεόδωρος Μικρόπουλος από τον Πρινόλοφο Δράμας, ο Κωνσταντίνος Βασιλειάδης (Μπελίκιρικ), κάτοικος Ψηλής Ράχης Δράμας, κ.ά. Στην ίδια περιοχή κινούνταν και τα υπολείμματα των ανταρτών των γεγονότων της Δράμας προσπαθώντας να επιβιώσουν και να αποφύγουν τα βουλγαρικά καταδιωκτικά αποσπάσματα.
3. Στο Φαλακρό. Σημαντικότερη ομάδα στο Φαλακρό ήταν η ομάδα του Παντελή Παπαδάκη με υπαρχηγό τον παλιό αντάρτη του Πόντου, Οδυσσέα Μακρίδη.
4. Στο δάσος του Κοτζά-Ορμάν. Το Κοτζά-Ορμάν, το μεγαλύτερο παραποτάμιο δάσος στην Ελλάδα, αποτέλεσε το καταφύγιο για τους καταδιωκόμενους από τους Βουλγάρους Έλληνες της περιοχής Χρυσούπολης. Εδώ κατέφυγε καταδιωκόμενος από τις βουλγαρικές αρχές για το φόνο Βούλγαρου υπαλλήλου το Σεπτέμβριο του 1941, ο Βαγγέλης Καρανάσιος από την Αν. Θράκη, κάτοικος Περιστερώνα Καβάλας. Ο Καρανάσιος το 1943 δημιούργησε ανταρτική ομάδα, η οποία αποτέλεσε μαζί με τις ομάδες άλλων οπλαρχηγών από το 1944 το Αρχηγείο Κοτζά-Ορμάν των Ε.Α.Ο.
5. Στο δάσος της Ελατιάς (Καρά-Ντερέ). Στο Καρά-Ντερέ είχαν εγκατασταθεί στη δεκαετία του 1920 πληθυσμοί από τον Πόντο, οι οποίοι είχαν συμβάλει σημαντικά στην οριστική εκδίωξη των ενόπλων βουλγαρικών ομάδων της Ε.Μ.Ε.Ο. που δρούσαν στην περιοχή. Οι δύσβατες και απομονωμένες αυτές περιοχές αποτέλεσαν στη διάρκεια της βουλγαρικής κατοχής μία μικρή ελεύθερη Ελλάδα από μικρούς ποντιακούς οικισμούς. Η πρώτη ένοπλη ομάδα στο Καρά-Ντερέ δημιουργήθηκε από εννέα νέους που το 1943 επέστρεψαν από τη γερμανοκρατούμενη Μακεδονία, όπου είχαν καταφύγει για ν' αποφύγουν την υποχρεωτική στράτευση.
Ο πυρήνας αυτός έγινε γρήγορα πόλος συσπείρωσης για πολλούς νέους αντάρτες και οπλαρχηγούς της περιοχής, ενώ όλοι οι κάτοικοι της περιοχής ενίσχυσαν με κάθε τρόπο το ανταρτικό κίνημα που στις αρχές του 1944 εντάχθηκε στις Ε.Α.Ο. ως Αρχηγείο Καρά-Ντερέ.

42. Βεβαίως και το Πατριωτικό Μέτωπο (Π.Μ.) για τη Μακεδονία δεν αναγνωρίζει την ελληνικότητα της Μακεδονίας και της Θράκης.
Η Τσόλα Ντρακοίτσεβα στο βιβλίο της Από την ήττα στη νίκη, Θεσσαλονίκη 1983, σ. 241-243, ιδού πώς αναπτύσσει, αυτολεξεί, τις θέσεις του Π.Μ. Βουλγαρίας για τη Μακεδονία και το Μακεδόνικο Ζήτημα: «Η Μακεδονία αποτελεί το μήλο της έριδος. Γι' αυτήν χύθηκαν ποτάμια αίματος: το κίνημα των Τσέτνικων ενάντια στο τούρκικο κράτος, η εξέγερση του Ίλιντεν και η αλληλοεξόντωση των Βουλγάρων, Σέρβων, Ελλήνων και Αλβανών, ο Βαλκανικός πόλεμος, ο Διασυμμαχικός πόλεμος, η συμμετοχή των βαλκανικών κρατών στον Πρώτο και στο Δεύτερο παγκόσμιο πόλεμο- όλα αυτά ερήμωσαν πολύ τη Μακεδονία και προκάλεσαν τεράστιες ανθρώπινες απώλειες, και αντί να φέρουν τη λευτεριά και την ανεξαρτησία της τη μετέβαλαν σε γη των μαρτύρων. Ο κάθε Βούλγαρος γονατίζει μπροστά στη Μακεδονία ταπεινά και ευλαβικά. Η Μακεδονία είναι το λίκνο της βουλγάρικης αναγέννησης και η παλιά και νεότερη ιστορία της είναι γεμάτη με το έργο των ισαποστόλων Κύριλλου και Μεθόδιου, με την εμπνευσμένη δημιουργία των πνευματικών και πολιτικών παραγόντων. Κατά την τούρκικη σκλαβιά Βούλγαροι και Μακεδόνες διεξήγαγαν κοινούς αγώνες για την απελευθέρωση. Ύστερα από την ίδρυση τον ελεύθερου βουλγάρικου κράτους η τύχη της σκλαβωμένης από τους Τούρκους Μακεδονίας είχε πάντα τη συμπάθεια του βουλγάρικου λαού, που πλήρωσε πολλά για την απελευθέρωση της. Αξέχαστοι θα παραμείνουν οι απελευθερωτικοί αγώνες του πληθυσμού της Μακεδονίας και της περιοχής της Αδριανούπολης. Όμως τόσο οι πόλεμοι αυτού του πληθυσμού, όσο και οι πόλεμοι που επακολούθησαν για την απελευθέρωση του όχι μόνο δεν καλυτέρεψαν, αλλά χειροτέρεψαν την τύχη της Μακεδονίας και της Θράκης. Αυτό έγινε γιατί τα μικρά βαλκανικά κράτη με το συναγωνισμό τους και την τυφλαμάρα των κυβερνητών τους παράτησαν τον ορθό δρόμο, που οδηγούσε σε μια ελεύθερη και ανεξάρτητη Μακεδονία [Η χρησιμοποίηση της έννοιας «Μακεδόνες» έχει εδώ γεωγραφικά τοπική σημασία και υποδείχνει το Βουλγάρικο πληθυσμό που ζει στην περιοχή της Μακεδονίας]. Τόσο η Βουλγαρία, όσο και τ’ άλλα βαλκανικά κράτη πλήρωναν και πληρώνουν ακριβά και πανάκριβα τα ιστορικά τους λάθη, που δικαιολογούν τις κατάρες των γενεών και την καταδίκη της ιστορίας. Υπάρχει τάχα κάποια ελπίδα να τεθεί επιτέλους τέρμα σ’ αυτόν τον Γολγοθά των βαλκανικών λαών. Η ελπίδα αυτή στηρίζονταν πάνω στις αρχές που βρήκαν θέση στον Ατλαντικό χάρτη, που εγγυάται την οικονομική, την πολιτική και πολιτιστική λευτεριά των λαών. Ο Ατλαντικός χάρτης υιοθετήθηκε και από τη Σοβιετική Ένωση η οποία δεν μπορούσε να μην παίξει σημαντικό ρόλο στη μεταπολιτική ρύθμιση των προβλημάτων του κόσμου και ιδιαίτερα των Βαλκανίων. Για τους βαλκανικούς λαούς υπάρχει μόνο ένας δρόμος για συνεννόηση και ειρηνική διευθέτηση των διαβαλκανικών ζητημάτων. Αυτόν τον δρόμο μας υπέδειξαν οι Ρακόβσκι. Καραβέλοφ, Λέβσκι, Μπότεφ καθώς και οι Σέρβοι Σβετοζάρ, Μάρκοβιτς, Γκαρασιάνιν και άλλοι. Ο δρόμος αυτός, όμως, ξεχάστηκε.
Η τσαρική βουλγάρικη κυβέρνηση ένταξε τη Βουλγαρία στον άξονα, επέτρεψε να περάσουν τα γερμανικά στρατεύματα στα Βαλκάνια και έστειλε στρατεύματα κατοχής [Η έννοια «στρατεύματα κατοχής», που χρησιμοποιήθηκε εδώ και εναντίον της Μακεδονίας, εξέφραζε τη θέληση του Ε.Κ. και του Π.Μ. ενάντια στη βίαιη προσάρτηση της Μακεδονίας του Βαρδάρη από τη Βουλγαρία (σημ. συγγραφέα)] όχι μόνο στη Μακεδονία, αλλά και σε άλλα μέρη της Γιουγκοσλαβίας και της Ελλάδας. Η κυβέρνηση εκείνη θεώρησε, ότι είναι ευνοϊκή η στιγμή να συμπεριλάβει τη Μακεδονία στα όρια του βουλγαρικού κράτους. Είχε ξεχάσει, ότι ο Χίτλερ στο βιβλίο του «Ο αγών μου» υπογράμμιζε, ότι η εθνικοσοσιαλιστική Γερμανία θα είναι κύριος του κόσμου, και ότι κινούμενος απ’ αυτή την ιμπεριαλιστική αντίληψη όπως αυτό το έδειξε, το Μάρτη του 1941, αναγνώρισε όλη τη Μακεδονία, μαζί με τη Θεσσαλονίκη ως τμήμα της Γιουγκοσλαβίας. Μόνο το κίνημα του στρατηγού Σίμοβιτς ματαίωσε εκείνη τη συναλλαγή του Φύρερ. Για ν’ αποφευχθούν οποιαδήποτε νέα ιστορικά λάθη και για να δοθεί μία νόμιμη λύση στο ζήτημα για τη Μακεδονία, το Πατριωτικό Μέτωπο έριξε το σύνθημα «Η Μακεδονία για τους Μακεδόνες». Με το σύνθημα αυτό νομίζαμε πως θα τεθεί τέρμα στους ανταγωνισμούς ανάμεσα στα βαλκανικά κράτη. Δεν ανεχόμασταν να γίνει οποιαδήποτε ανάμειξη στην κατατεμαχισμένη Μακεδονία από τους εχθρούς της, ούτε πάλι οποιαδήποτε προσάρτηση σε οποιοδήποτε βαλκανικό κράτος. Η μοναδική και σωτήρια λύση είναι: ακεραιότητα, ελεύθερη και ανεξάρτητη Μακεδονία. Μόνο έτσι θα πάψει ν’ αποτελεί το μήλο της έριδας και θα μεταβληθεί σε ένα γερό ενωτικό κρίκο ανάμεσα στους βαλκανικούς λαούς. Η Σοβιετική Ένωση και οι δυνάμεις της δημοκρατίας θα ήταν οι εγγυητές για μια ελεύθερη, και ανεξάρτητη Μακεδονία. Για την επίτευξη αυτού του μεγάλου και ιστορικού σκοπού επιβάλλεται να τεθούν επικεφαλής των βαλκανικών κρατών πραγματικές λαϊκές κυβερνήσεις, μακριά από κάθε ιμπεριαλιστικές βλέψεις, που να υπερασπίζουν την ανεξαρτησία και την αυτοδιάθεση των βαλκανικών λαών. Οι πολίτες όλων των βαλκανικών χωρών πρέπει ν’ αγωνίζονται με όλες τις δυνάμεις τους για τη γρήγορη ανατροπή των φασιστικών κυβερνήσεων και την εγκαθίδρυση της λαϊκό-δημοκρατικής εξουσίας στα Βαλκάνια. Το Πατριωτικό Μέτωπο του βουλγάρικου λαού, κάνει έκκληση προς όλους τους γείτονες του να ενωθούν γύρω από το μοναδικό και σωτήριο σύνθημα: Ζήτω η ελεύθερη αυτοδιάθεση της Μακεδονίας! Ζήτω η αδελφική συνεννόηση της Βουλγαρίας με τους βαλκανικούς λαούς. Βουλγαρία, Δεκέμβρης 1943. Το Πατριωτικό Μέτωπο.

43. Τα βουλγαρικά στρατεύματα αποχώρησαν και εκκένωσαν την Αν. Μακεδονία και Θράκη, δυο ημέρες πριν από την υπογραφή της συμφωνίας ανακωχής της Μόσχας (άρθρο 2 της συμφωνίας). Τέλος στις βουλγαρικές βλέψεις έδωσαν οι σύμμαχοι στις 11 Οκτωβρίου 1944 με τελεσίγραφο τους προς τη βουλγαρική κυβέρνηση να εκκενώσει την περιοχή εντός 15 ημερών. Οι σύμμαχοι οδηγήθηκαν στην υπογραφή συμφωνίας με τη Βουλγαρία, χάρη στην εμμονή του Τσόρτσιλ και του Ήντεν οι οποίοι έθεσαν ως απαραίτητη προϋπόθεση την εκκένωση της Αν. Μακεδονίας και της Θράκης.

44. Σε μετάφραση στα ελληνικά: Σύντροφοι και συντρόφισσες, αδιακρίτως φυλής ή έθνους, Μετά από μακριά αναμονή ήλθε η μέρα να σπάσουμε τις αλυσίδες της δουλείας της φασιστικής δικτατορίας που αφαίρεσε τη ζωή χιλιάδων συντρόφων μας που δεν πρόφτασαν αυτή τη μεγάλη στιγμή της Ελευθερίας. Αν και θυσίασαν τη ζωή τους, μας άφησαν διαθήκη να συνεχίσουμε το δικό τους μεγάλο όραμα ως την τελική επικράτηση της δικαιοσύνης και της ελευθερίας. Όλοι οι εργάτες τον μόχθου ας σφίξουμε & αυτή τη μεγάλη στιγμή τα χέρια και ας πυκνώσουμε τις γραμμές σ’ αυτό το εξαιρετικό γεγονός. Ας αποδείξουμε ότι είμαστε άξιοι να κτίσουμε αυτό το μεγάλο όραμα όλων των θυσιασμένων και αδικοχαμένων και να κατακτήσουμε την ελευθερία μας όλοι εμείς που ως τώρα ήμασταν δούλοι του αιμοσταγούς φασισμού. Βούλγαροι, Έλληνες και όλοι οι άλλοι ελεύθερα σκεπτόμενοι σύντροφοι σφίξτε τις γροθιές και να είστε έτοιμοι στον αγώνα για τη σοσιαλιστική δικαιοσύνη, να βοηθήσουμε το λαϊκό μας στρατό μ' όλες μας τις δυνάμεις στο μεγάλο αγώνα ενάντια στα φασιστικά υπολείμματα μέχρι την τελική τους πτώση. ΖΗΤΩ Ο ΚΟΚΚΙΝΟΣ ΣΤΡΑΤΟΣ Ο ΑΠΕΛΕΥΘΕΡΩΤΗΣ ΜΑΣ! ΖΗΤΩ Ο ΜΕΓΑΣ ΗΓΕΤΗΣ ΤΟΥ ΠΡΟΛΕΤΑΡΙΑΤΟΥ ΣΥΝΤΡΟΦΟΣ ΣΤΑΛΙΝ! ΖΗΤΩ Ο ΛΑΪΚΟΣ ΚΟΚΚΙΝΟΣ ΣΤΡΑΤΟΣ ΜΑΣ! ΖΗΤΩ Ο ΣΥΝΤΡΟΦΟΣ ΓΚΕΟΡΓΚΙ ΔΗΜΗΤΡΩΦ. ΖΗΤΩ ΟΙ ΕΛΕΥΘΕΡΟΙ ΛΑΟΙ! ΘΑΝΑΤΟΣ ΣΤΟ ΦΑΣΙΣΜΟ! Από το Κουμουνιστικό Κόμμα- ΣΕΡΡΕΣ.


Τριαντάφυλλος ΥψηλάντηςΣερραϊκά Ανάλεκτα
Τόμος Τέταρτος
Σέρρες 2006



Δεν υπάρχουν σχόλια:

Δημοσίευση σχολίου